[go: up one dir, main page]

Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αρμενία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Δημοκρατία της Αρμενίας
Հայաստանի Հանրապետություն
Χαγιαστάν'ι Χανραπετούτ'γιουν

Σημαία

Εθνόσημο
Εθνικός ύμνος: Mer Hayrenik
Η πατρίδα μας
Τοποθεσία της χώρας στον κόσμο
Η θέση της Αρμενίας (πράσινο)
και μεγαλύτερη πόληΓερεβάν
40°16′N 44°34′E / 40.267°N 44.567°E / 40.267; 44.567 (Γερεβάν)
Αρμενικά
Προεδρευόμενη κοινοβουλευτική δημοκρατία
Βαχάγκν Χατσατουριάν
Νικόλ Πασινιάν
Νομοθετικό σώμα
Εθνοσυνέλευση
Ανεξαρτησία
• Κηρύχθηκε
• Αναγνωρίστηκε
• Επικυρώθηκε
• Ισχύον Σύνταγμα

23 Αυγούστου 1991
21 Σεπτεμβρίου 1991
25 Δεκεμβρίου 1991
5 Ιουλίου 1991
 • Σύνολο
 • % Νερό
 • Σύνορα

29.743 km2 (141η)
4,71%
1.254 km
Πληθυσμός
 • Εκτίμηση 1-2024 
 • Απογραφή 2011 
 • Πυκνότητα 

3.039.700[1] (137η) 
3.018.854[2]  
102,2 κατ./km2 (111η) 
ΑΕΠ (ΙΑΔ)
 • Ολικό  (2016)
 • Κατά κεφαλή 

25,783 δισ. $[3] (126η)  
8.620 $[3] (109η) 
ΑΕΠ (ονομαστικό)
 • Ολικό  (2016)
 • Κατά κεφαλή 

10,499 δισ. $[3] (126η)  
3.510 $[3] (108η) 
ΔΑΑ (2021)Αύξηση 0,759[4] (85η) – υψηλός
ΝόμισμαΝτραμ (AMD)
 • Θερινή ώραAMT (UTC +4)
(UTC +5)
Internet TLD.am
Οδηγούν σταδεξιά
Κωδικός κλήσης+374

Η Αρμενία (αρμενικά: Հայաստան‎‎, μτγ: χαγιαστάν, ΔΦΑ: [hɑjɑsˈtɑn]), επίσημα γνωστή ως Δημοκρατία της Αρμενίας, είναι χώρα της Ευρασίας ανάμεσα στη Μαύρη Θάλασσα και την Κασπία Θάλασσα στην περιοχή της Καυκασίας και στο νότιο τμήμα των Ορέων του Καυκάσου. Συνορεύει στα δυτικά με την Τουρκία, στα βόρεια με τη Γεωργία, στα ανατολικά με το Αζερμπαϊτζάν και στα νότια με το Ιράν. Βρίσκεται στο σταυροδρόμι ανάμεσα στην Ανατολική Ευρώπη και τη Δυτική Ασία, ενώ είχε και έχει εκτεταμένους κοινωνικοπολιτικούς, πολιτιστικούς και οικονομικούς δεσμούς με την Ευρώπη.[5] Ο πληθυσμός της Αρμενίας σύμφωνα με την πιο πρόσφατη απογραφή, αυτήν του 2011, ανέρχεται σε 3.018.854 κατοίκους, ενώ σύμφωνα με την επίσημη εκτίμηση για το 2024 ο πληθυσμός της είναι 3.039.700 κάτοικοι.[1]

Πρώην Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία και τμήμα της άλλοτε Σοβιετικής Ένωσης, η Αρμενία είναι σήμερα μια πολυκομματική δημοκρατία, με αρχαία και ιστορική πολιτιστική κληρονομιά. Το Βασίλειο της Αρμενίας ήταν το πρώτο κράτος που υιοθέτησε τον Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία στις αρχές του 4ου αιώνα (η παράδοση αναφέρει ως ημερομηνία το έτος 301).[6] Η σύγχρονη Δημοκρατία της Αρμενίας είναι κατά το σύνταγμα Προεδρευόμενη κοινοβουλευτική Δημοκρατία και η χριστιανική πίστη παίζει σημαντικό ρόλο στην ιστορία και τη συνείδηση του αρμένικου λαού.

Η Αρμενία είναι μέλος σε πάνω από 40 διεθνείς οργανισμούς, μεταξύ άλλων στα Ηνωμένα Έθνη, την Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης, την Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών, τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας του Ευξείνου Πόντου. Συμμετέχει επίσης στο πρόγραμμα της συμμαχίας του ΝΑΤΟ «Συνεργασία για την ειρήνη» (PfP) και στον Οργανισμό Συνθήκης Συλλογικής Ασφαλείας. Είναι επίσης μέλος-παρατηρητής στην Ευρασιατική Οικονομική Κοινότητα και στο Κίνημα των Αδεσμεύτων. Η χώρα, εξαιτίας της στρατηγικής γεωγραφικής της θέσης, βρίσκεται ανάμεσα στις σφαίρες επιρροής της Ρωσίας και της Δύσης.

Ετυμολογία του ονόματος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ονομασία της χώρας στην Αρμένικη γλώσσα προέρχεται από το όνομα Χαΐκ. Κατά τον Μεσαίωνα, το όνομα αυτό επεκτάθηκε σε Χαγιαστάν με την προσθήκη της περσικής κατάληξης -σταν (που σημαίνει χώρα, τόπος). Το όνομα κατά την παράδοση προέρχεται από τον Χαΐκ, μυθικό γενάρχη των Αρμενίων και δισέγγονο του Νώε, που σύμφωνα με τον Μωυσή της Κορέν, νίκησε τον Βαβυλώνιο βασιλιά Μπελ το 2492 π.Χ. και εγκαταστάθηκε μαζί με τον λαό του στην περιοχή του όρους Αραράτ.[7] Δεν υπάρχει ωστόσο επιβεβαιωμένη περαιτέρω εξήγηση του ονόματος.

Το εξώνυμο Αρμενία απαντάται για πρώτη φορά το 515 π.Χ. στην επιγραφή του Μπεχιστούν στην παλαιά περσική ως Αρμίνα. Στα ελληνικά το όνομα Αρμενία απαντάται περίπου την ίδια εποχή, με πιθανή προέλευση ένα απόσπασμα που αποδίδεται στον Εκαταίο τον Μιλήσιο από τα 476 π.Χ.[8] Ο Ηρόδοτος στα 440 π.Χ. έγραφε «Ἀρμένιοι δὲ κατά περ Φρύγες ἐσεσάχατο, ἐόντες Φρυγῶν ἄποικοι» δηλαδή «οι Αρμένιοι ήταν εξοπλισμένοι σαν τους Φρύγες, αφού ήταν άποικοι των Φρυγών» (7.73). Μερικές δεκαετίες αργότερα ο Ξενοφώντας, στην περιγραφή της εκστρατείας του κατά των Περσών, περιγράφει με αρκετή λεπτομέρεια τη ζωή των Αρμενίων χωρικών και τη φιλοξενία τους. Αναφέρει ότι μιλούσαν μια γλώσσα που στα δικά του αυτιά έμοιαζε με τη γλώσσα των Περσών.[9]

Το Βασίλειο της Αρμενίας στη μέγιστη ακμή του κατά τη βασιλεία του Τιγράνη του Μέγα

Οι Αρμένιοι κατάγονται από τους αρχαίους Χουρρίτες οι οποίοι από την 3η χιλιετία π.Χ. δημιούργησαν αξιόλογους πολιτισμούς στα υψίπεδα που περιβάλλουν το Αραράτ, πάνω στο οποίο, σύμφωνα με την ιουδαϊκή και χριστιανική πίστη, προσάραξε η κιβωτός του Νώε μετά τον κατακλυσμό (Γένεση 8:4). Ο μυθικός ιδρυτής της Αρμενίας Χαΐκ μονομάχησε με τον Βήλο (2107 π.Χ.), τον θεό του πολέμου της Βαβυλώνας και ίδρυσε κατόπιν το πρώτο κράτος της Αρμενίας. Σε ιστορικό επίπεδο τα γεγονόντα τοποθετούνται την εποχή που η Ακκαδική αυτοκρατορία από τους Γκουτί (2115 π.Χ.).[10] Ο Χαΐκ εγκατέλειψε τη Μεσοποταμία με περισσότερα από 300 μέλη της οικογένειας του σαν συνέπεια της πτώσης της Ακκαδικής αυτοκρατορίας (2154 π.Χ.).[11] Το πρώτο γνωστό βασίλειο των Χουρριτών βρισκόταν την 3η χιλιετία π.Χ. στην πόλη Ουρκές (σημερινή Τέλλ Μοζάν), σύμμαχοι των Ακκάδων, καταλύθηκαν από τους Αμορραίους της Μαρί τον 18ο αιώνα π.Χ. Ακολούθησε το βασίλειο των Γιαμχάντ στη βόρεια Συρία, καταλύθηκε από τους Χετταίους στη διάρκεια της εκστρατείας του βασιλιά Μουρσίλις Α΄ εναντίον της Βαβυλώνας. Η κοσμοκρατορία των Μιτάννι κράτησε περίπου δύο αιώνες (15ος – 14ος αιώνας π.Χ.), κατέλαβαν και την Ασσυρία ως την εποχή που ο Χετταίος βασιλιάς Σουπιλουλιούμας Α΄ τους έκανε υποτελείς τους. Στη συνέχεια κυριάρχησαν στην περιοχή τα βασίλεια των Χαγιάσα-Άζι (1500-1200 π.Χ.), οι Ναϊρί (1200 – 1000 π.Χ.) και οι Ουραρτού (1000 – 600 π.Χ.) Καθένας από αυτούς τους λαούς και τα βασίλεια συντέλεσαν στην εθνογένεση του αρμενικού λαού.[12][13][14][15] Το Γερεβάν, πρωτεύουσα της σύγχρονης Αρμενίας, ιδρύθηκε το 782 π.Χ. από τον βασιλιά των Ουραρτού Αργκίστι Α΄.

Γύρω στο 600 π.Χ. ιδρύθηκε το Βασίλειο της Αρμενίας από τη Δυναστεία των Οροντιδών. Το βασίλειο έφτασε στην ακμή του κατά το 95-66 π.Χ., την εποχή του Τιγράνη του Μέγα, και ήταν ένα από τα πιο ισχυρά βασίλεια της περιοχής. Το βασίλειο της Αρμενίας υπήρξε άλλοτε ανεξάρτητο και άλλοτε προτεκτοράτο ισχυρότερων αυτοκρατοριών. Η στρατηγική θέση της Αρμενίας, μεταξύ δυο ηπείρων, προκάλεσε την εισβολή πολλών λαών ανά τους αιώνες, όπως οι Ασσύριοι, οι Έλληνες, οι Ρωμαίοι, οι Βυζαντινοί, οι Άραβες, οι Μογγόλοι, οι Πέρσες, οι Οθωμανοί και οι Ρώσοι.

Ρωμαϊκή αυτοκρατορία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχές του 4ου αιώνα η Αρμενία έγινε το πρώτο κράτος στην ιστορία που υιοθέτησε τον Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία,[16][17] ενώ χριστιανικές κοινότητες είχαν κάνει την εμφάνισή τους ήδη από το 40 μ.Χ. Υπήρχαν επίσης και παγανιστικές κοινότητες, όμως προσηλυτίστηκαν στον χριστιανισμό από τους πολυάριθμους ιεραπόστολους που έδρασαν στην Αρμενία. Ο Τιριδάτης Γ΄ έγινε ο πρώτος μονάρχης που εκχριστιάνισε επίσημα τους υπηκόους του, δέκα χρόνια πριν την παύση των διώξεων από τον Γαλέριο και τριάντα χρόνια πριν βαπτιστεί ο Μέγας Κωνσταντίνος.

Μετά την κατάρρευση του Βασιλείου της Αρμενίας στα 428, το μεγαλύτερο μέρος του ενσωματώθηκε στην Περσική Αυτοκρατορία των Σασσανιδών. Μετά την αρμενική εξέγερση που κορυφώθηκε στη Μάχη του Βαρτανάντζ το 451, οι Χριστιανοί Αρμένιοι διατήρησαν τη θρησκευτική τους ελευθερία, ενώ στην περιοχή παραχωρήθηκε καθεστώς αυτονομίας. Το δυτικό τμήμα του βασιλείου της Αρμενίας ενσωματώθηκε στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και οργανώθηκε σε τέσσερα θέματα από τον Ιουστινιανό, οι Αρμένιοι στο τμήμα αυτό έγιναν Βυζαντινοί πολίτες. Οι Αρμένιοι ήταν μεγάλοι στρατιωτικοί ηγέτες και σκληροί μαχητές γιαυτό διέπρεψαν τον επόμενο αιώνα στο Βυζάντιο αναδεικνύοντας ισχυρούς στρατηγούς και αυτοκράτορες όπως ο Ηράκλειος, γιος ενός επίσης σπουδαίου Αρμένιου στρατηγού, του Ηρακλείου έξαρχου της Καρχηδόνας. Ο Αρμένιος ιστορικός Σεβεός που έζησε τον 7ο αιώνα μ.Χ., περιγράφει αναλυτικά τα γεγονότα της εποχής του ως την κατάκτηση της χώρας του από τους Άραβες το 661.

Η Αρμενία των Βαγρατιδών κατά το έτος 1000
Χάρτης του Αρμενικού Βασιλείου της Κιλικίας, 1199-1375

Μετά την κατάκτησή της από τους Άραβες, η Αρμενία έγινε το Εμιράτο της Αρμενίας, μια αυτόνομη περιοχή μέσα στην Αραβική αυτοκρατορία, παίρνοντας πίσω και τα εδάφη που είχαν πριν αποτελέσει τμήμα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Το Εμιράτο κυβερνούνταν από τον Πρίγκιπα της Αρμενίας, που αναγνωριζόταν από τον Χαλίφη και τον Βυζαντινό Αυτοκράτορα. Ήταν τμήμα της διοικητικής υποδιαίρεσης Αμρινίγια που δημιουργήθηκε από τους Άραβες, που περιελάμβανε και τμήματα της Γεωργίας και της Αλβανίας του Καυκάσου, και είχε ως πρωτεύουσα την αρμενική πόλη Ντβιν. Το πριγκιπάτο διατηρήθηκε μέχρι το 884, όταν και απέκτησε και πάλι την ανεξαρτησία του από την αποδυναμωμένη πλέον Αραβική Αυτοκρατορία.

Το νέο βασίλειο κυβερνήθηκε από τη Δυναστεία των Βαγρατιδών, και κράτησε έως το 1045. Με το πέρασμα του χρόνου, πολλά τμήματα της Βαγρατιδικής Αρμενίας διαχωρίστηκαν ως ανεξάρτητα βασίλεια και πριγκιπάτα, όπως το βασίλειο του Βασπουραχάν που κυβερνούνταν από τον Οίκο των Αρτσρούνι, που ωστόσο αναγνώριζαν την εξουσία των Βαγρατιδών βασιλέων.

Το 1045, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία κατέκτησε τη Βαγραδιτική Αρμενία και σύντομα και τα υπόλοιπα αρμενικά κράτη. Η κατοχή από τους Βυζαντινούς ήταν σύντομη, καθώς το 1071 οι Σελτζούκοι Τούρκοι τους νίκησαν στη Μάχη του Ματζικέρτ κατακτώντας την Αρμενία και εγκαθιδρύοντας την Αυτοκρατορία των Σελτζούκων. Για να αποφύγει τον θάνατο ή την υποτέλεια στα χέρια αυτών που δολοφόνησαν τον πρόγονό του Γκαγκίκ Β΄, βασιλιά της Ανί, πρωτεύουσας του βασιλείου των Βαγρατίδων, ο Ρουπέν Α΄, μαζί με μερικούς ακόμη Αρμένιους, κατέφυγε στα φαράγγια της οροσειράς του Ταύρου και από εκεί στην Ταρσό της Κιλικίας. Ο Βυζαντινός κυβερνήτης της πόλης τους φιλοξένησε. Λίγο αργότερα εκεί θα ιδρυόταν το Αρμενικό Βασίλειο της Κιλικίας.

Η αυτοκρατορία των Σελτζούκων σύντομα άρχισε να καταρρέει. Στις αρχές του 12ου αιώνα, πρίγκιπες από των οίκο των Ζακαριδών εγκαθίδρυσαν ένα ημιαυτόνομο πριγκιπάτο στη βόρεια και ανατολική Αρμενία, που έμεινε γνωστό ως Ζακαριδική Αρμενία. Οι ευγενείς της οικογένειας των Ομπελιάν διακυβέρνησαν μαζί με τους Ζακαρίδες διάφορα τμήματα της χώρας.

Κατά τη δεκαετία του 1230 οι Μογγόλοι Ιλκχάν κατέκτησαν το πριγκηπάτο και την υπόλοιπη Αρμενία. Τις εισβολές των Μογγόλων σύντομα ακολούθησαν αυτές άλλων φυλών της Κεντρικής Ασίας, που συνεχίστηκαν έως και τον 15ο αιώνα. Μετά από τόσες εισβολές, που καθεμιά τους έφερνε την καταστροφή στη χώρα, η Αρμενία αποδυναμώθηκε. Κατά τον 16ο αιώνα η Οθωμανική Αυτοκρατορία και οι Πέρσες Σαφαβίδες, μοιράστηκαν την Αρμενία. Αργότερα, η Ρωσική Αυτοκρατορία ενσωμάτωσε την ανατολική Αρμενία (που αποτελούνταν από τα χανάτα του Γερεβάν και του Καραμπάχ) το 1813 και 1828.

Κάτω από την οθωμανική κυριαρχία, οι Αρμένιοι απολάμβαναν σχετικά μεγάλη αυτονομία στις περιοχές τους και ζούσαν σε σχετική αρμονία με τις άλλες εθνοτικές ομάδες της αυτοκρατορίας (συμπεριλαμβανομένων των κυρίαρχών, τους Τούρκων). Παρόλα αυτά, σαν Χριστιανοί που ζούσαν σε ένα αυστηρά Μουσουλμανικό κοινωνικό σύστημα, οι Αρμένιοι υπήρξαν θύματα διακρίσεων. Στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν οι Αρμένιοι άρχισαν να διεκδικούν την αυτονομία τους, προέκυψε και το λεγόμενο αρμενικό ζήτημα. Το πρόβλημα της αυτοδιάθεσής τους, όταν ανέλαβαν να το ενισχύσουν και οι Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής, πήρε διεθνείς διαστάσεις. Όταν άρχισαν να διεκδικούν περισσότερα δικαιώματα, ο Σουλτάνος Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ οργάνωσε σφαγές των Αρμενίων κατά το 1894-96, με τελικό απολογισμό 100-200.000 θύματα.

Ειδικά κατά των Αρμενίων, όπως και κατά άλλων χριστιανών, κάποτε εφαρμόστηκαν ακραία μέτρα όπως η απαγόρευση χρήσης της μητρικής γλώσσας επί ποινή κοψίματος της γλώσσας, κάτι που θεωρείται σύμφωνο με την τουρκική παράδοση.[18] Επίσης, σε έγγραφα του Βρετανικού Foreign Office του 1911, αναφέρεται ότι τοπικοί αξιωματούχοι, παρακάμπτοντας τα προνόμια που είχαν δοθεί στο Αρμενικό Πατριαρχείο για τη λειτουργία των σχολείων, έθεταν νομικά εμπόδια στη λειτουργία κάποιων σχολείων.[19]

Καθώς η Οθωμανική Αυτοκρατορία άρχισε να καταρρέει, η Επανάσταση των Νεότουρκων το 1908 ανέτρεψε τον Αμπντουλχαμίτ. Οι Αρμένιοι ήλπισαν πως η Επιτροπή Ενότητας και Προόδου θα τους αποκαθιστούσε ως ισότιμους πολίτες. Το 1914 εξαγγέλθηκε ένα πακέτο μεταρρυθμίσεων που αφορούσαν τους Αρμένιους και διορίστηκε ένας γενικός επιθεωρητής για τα θέματά τους.[20]

Α' Παγκόσμιος Πόλεμος και η Γενοκτονία των Αρμενίων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με το ξέσπασμα του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και την περιφερειακή διαμάχη μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας στον Καύκασο και την Περσία, η νέα κυβέρνηση άρχισε να βλέπει με καχυποψία τους Αρμένιους, επειδή στον Ρωσικό στρατό υπήρχε ένα τμήμα Αρμενίων εθελοντών. Στις 24 Απριλίου 1915 διάφοροι σημαίνοντες και διανοούμενοι Αρμένιοι, διώχτηκαν από την Κωνσταντινούπολη. Στις 29 Μαΐου 1915 το Οθωμανικό Κοινοβούλιο πέρασε νόμο με τον οποίο διατασσόταν η μετακίνηση των αρμενικών πληθυσμών προς τη σημερινή Συρία, καθώς θεωρούνταν απειλή για την εθνική ασφάλεια. Κατά τη διάρκεια αυτής της μετακίνησης, πέθαναν ή δολοφονήθηκαν εκατοντάδες χιλιάδες Αρμένιοι, στα γεγονότα που σήμερα περιγράφονται με τον όρο «Γενοκτονία των Αρμενίων». Τα γεγονότα αυτά θεωρούνται από τους Αρμένιους και από μεγάλο μέρος των Δυτικών ιστορικών, ως γενοκτονία οργανωμένη από το τουρκικό κράτος. Παρόλα αυτά, η κυβέρνηση των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας υποστηρίζουν τη θέση ότι δεν υπάρχουν αδιαμφισβήτητες αποδείξεις που επιτρέπουν τον χαρακτηρισμό των γεγονότων ως γενοκτονία, αν και πρόσφατα η Γενοκτονία των Αρμενίων αναγνωρίστηκε από το Κοινοβούλιο των ΗΠΑ. Οι τουρκικές αρχές υποστηρίζουν ότι οι θάνατοι ήταν αποτέλεσμα εμφυλίου πολέμου, ασθενειών και λιμού, και ότι θύματα υπήρξαν και από τις δυο πλευρές. Οι περισσότερες πηγές υπολογίζουν τον αριθμό των θυμάτων από 30.000 έως 1,5 εκατομμύριο ανθρώπους. Η Αρμενία και η αρμενική διασπορά εδώ και πάνω από 30 χρόνια κάνουν διεθνή εκστρατεία για την αναγνώριση της Γενοκτονίας. Ως ημέρα μνήμης θεωρείται η 24η Απριλίου, όταν και ξεκίνησαν οι διωγμοί κατά των Αρμενίων.

Αν και ο Ρωσικός στρατός κυρίευσε το μεγαλύτερο μέρος της Οθωμανικής Αρμενίας κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι εδαφικές αυτές κτήσεις χάθηκαν με τη Ρωσική Επανάσταση του 1917. Τότε, η υπό ρωσικό έλεγχο Ανατολική Αρμενία, η Γεωργία και το Αζερμπαϊτζάν επιχείρησαν να δημιουργήσουν την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Υπερκαυκασίας, που ωστόσο διήρκεσε μόλις μέχρι τον Μάιο του 1918, όταν τα συμβαλλόμενα μέρη αποφάσισαν τη διάλυσή της. Κατόπιν, η Ανατολική Αρμενία ανεξαρτητοποιήθηκε στις 28 Μαΐου 1918 ως Δημοκρατία της Αρμενίας.

Δημοκρατία της Αρμενίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Χάρτης της πρώτης Δημοκρατίας της Αρμενίας. Τα δυτικά σύνορα απεικονίζονται όπως είχαν προταθεί από τον Γούντροου Ουίλσον

Η σύντομη αυτή ανεξαρτησία σημαδεύτηκε από πόλεμο, εδαφικές αμφισβητήσεις, μαζική εισροή προσφύγων από την καταρρέουσα Οθωμανική Αυτοκρατορία, επιδημίες και λιμό. Παρ' όλα αυτά, οι νικήτριες του πολέμου δυνάμεις της Αντάντ, θέλησαν να ενισχύσουν το νέο αρμενικό κράτος με κεφάλαια και άλλες μορφές βοήθειας.

Κατά το τέλος του πολέμου, η Αντάντ επεδίωκε τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η Συνθήκη των Σεβρών, που υπογράφηκε ανάμεσα στους νικητές του πολέμου και την Υψηλή Πύλη στις 10 Αυγούστου 1920, εγγυάτο την ύπαρξη της Δημοκρατίας της Αρμενίας και προέβλεπε την προσθήκη σε αυτήν επιπλέον των εδαφών της Οθωμανικής Αρμενίας. Καθώς τα νέα σύνορα της χώρας χάραξε ο τότε Πρόεδρος των ΗΠΑ Γούντροου Ουίλσον, το κράτος μερικές φορές αποκαλείται «Ουιλσονιανή Αρμενία». Υπήρχε επίσης η σκέψη να γίνει η Αρμενία προτεκτοράτο των Ηνωμένων Πολιτειών. Η Συνθήκη, παρ' όλα αυτά, απορρίφθηκε από το Τουρκικό Εθνικό Κίνημα και δεν εφαρμόστηκε ποτέ. Το Κίνημα, με αρχηγό τον Κεμάλ Ατατούρκ, χρησιμοποίησε τους ταπεινωτικούς όρους της Συνθήκης ως αφορμή για να πάρει την εξουσία στην Τουρκία και να αντικαταστήσει τη μοναρχία με τη δημοκρατία, επανιδρύοντας το κράτος με πρωτεύουσα την Άγκυρα.

Το 1920, τουρκικές εθνικιστικές δυνάμεις εισέβαλαν στη Δημοκρατία της Αρμενίας από τα ανατολικά, κι έτσι ξεκίνησε ο Τουρκοαρμενικός πόλεμος. Οι τουρκικές δυνάμεις υπό την ηγεσία του Καζίμ Καραμπεκίρ, κατέλαβαν τα εδάφη που είχε προσαρτήσει η Ρωσία μετά τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877, καθώς και το Αλεξαντροπόλ (το σημερινό Γκιουμρί). Οι συγκρούσεις τελείωσαν με τη Συνθήκη του Αλεξαντροπόλ, που υπογράφηκε στις 2 Δεκεμβρίου 1920. Η Συνθήκη ανάγκασε την Αρμενία να αφοπλίσει το μεγαλύτερο μέρος του στρατού της, να επιστρέψει στην Τουρκία περισσότερο από 50% των προπολεμικών εδαφών της, και να εγκαταλείψει τις αξιώσεις για αρμενικό κράτος κατά το σχέδιο Ουίλσον και τους όρους της Συνθήκης των Σεβρών. Ταυτόχρονα όμως, η Εντέκατη Στρατιά της Σοβιετικής Ένωσης εισέβαλε στην Αρμενία στο Καραβανσαράι (το σημερινό Ιτζεβάν) στις 29 Νοεμβρίου. Έως τις 4 Δεκεμβρίου, οι Σοβιετικές δυνάμεις είχαν μπει στο Γερεβάν, σημαίνοντας και το τέλος της Δημοκρατίας της Αρμενίας.

Σοβιετική Αρμενία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το εθνόσημο της Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Αρμενίας, με το Αραράτ στο κέντρο του

Η Αρμενία ενσωματώθηκε στη Σοβιετική Ένωση (ΕΣΣΔ) και μαζί με τη Γεωργία και το Αζερμπαϊτζάν αποτέλεσε την Ομοσπονδία Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών της Υπερκαυκασίας, που ιδρύθηκε στις 12 Μαρτίου του 1922. Με την προσάρτηση αυτή, η Συνθήκη της Αλεξανδρούπολης αντικαταστάθηκε με την τουρκο-σοβιετική Συνθήκη του Καρς. Σύμφωνα με αυτήν, η Τουρκία παρέδιδε στη Σοβιετική Ένωση τον έλεγχο της Αζαρίας και του λιμανιού Μπατούμι, με αντάλλαγμα την κυριαρχία στις πόλεις Καρς, Αρνταχάν και Ιγντίρ, που όλες ήταν τμήμα της Ρωσικής Αρμενίας.

Η ΟΣΣΔΥ συνέχισε να υπάρχει έως το 1936, οπότε διαιρέθηκε σε τρεις ξεχωριστές οντότητες, τη Σοβιετική Σοσιαλιστική Δημοκρατία της Αρμενίας, τη ΣΣΔ του Αζερμπαϊτζάν και τη ΣΣΔ της Γεωργίας. Οι Αρμένιοι έζησαν σε κλίμα σχετικής σταθερότητας ως τμήμα της ΕΣΣΔ. Έλαβαν φάρμακα, τρόφιμα και άλλες ενισχύσεις από τη Μόσχα, και το κομμουνιστικό καθεστώς αποτέλεσε θετική εξέλιξη σε σχέση με τα προηγούμενα τελευταία χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η κατάσταση δυσκόλεψε για την εκκλησία, που αντιμετώπισε αρκετά προβλήματα κατά τη Σοβιετική εποχή. Μετά τον θάνατο του Λένιν, ηγέτης της ΕΣΣΔ έγινε ο Ιωσήφ Στάλιν, οπότε και ξεκίνησε μια νέα εποχή διώξεων για τους Αρμένιους. Όπως συνέβη και με άλλες εθνοτικές μειονότητες που ζούσαν στην ΕΣΣΔ, πολλές χιλιάδες Αρμένιοι εκτοπίστηκαν και άλλοι εκτελέστηκαν.[εκκρεμεί παραπομπή]

Εκείνη την εποχή ξεκίνησε και η βιομηχανοποίηση της Αρμενίας, που αν και η μικρότερη από τις Σοβιετικές Δημοκρατίες θα γινόταν μία από τα σημαντικότερα παραγωγικά κέντρα της Σοβιετικής Ένωσης. Η Αρμενία ευτύχησε να μη γνωρίσει την καταστροφή που έπληξε τη δυτική ΕΣΣΔ κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πόλεμου, αν και ήταν στόχος των Ναζί, καθώς αποτελούσε πέρασμα για τα πετρέλαια του Καυκάσου· όμως τελικά τα σχέδιά τους δεν πέτυχαν. Οι Αρμένιοι συμμετείχαν στην πολεμική προσπάθεια της ΕΣΣΔ και θρήνησαν περίπου 150.000 θύματα.[21] Ο Αρμένιος στρατηγός Χοβάνες Μπαγκραμιάν, ανέλαβε τη διοίκηση του Μετώπου της Βαλτικής και για τις επιτυχίες του εκεί τιμήθηκε ως Ήρωας της Σοβιετικής Ένωσης.

Με το τέλος του πολέμου, οι Αρμένιοι ζήτησαν από τον Στάλιν να παρθούν πίσω οι επαρχίες Καρς, Ιγκντίρ και Αρνταχάν που είχαν παραχωρηθεί στην Τουρκία κατά τη συνθήκη του Καρς. Η ΕΣΣΔ κήρυξε τη Συνθήκη άκυρη και ετοιμάστηκε να εισβάλλει στην Τουρκία προκειμένου να προσαρτήσει τα εδάφη αυτά, καθώς όμως εκείνη την εποχή ξεκινούσε ο Ψυχρός Πόλεμος η επέμβαση ματαιώθηκε προκειμένου να μη συμβεί ευρύτερη σύρραξη, καθώς η Τουρκία είχε αρχίσει να αναπτύσσει δεσμούς με τη Δύση.

Η ζωή στη Σοβιετική Αρμενία παρουσίασε βελτίωση όταν τα ηνία της ΕΣΣΔ ανέλαβε ο Νικήτα Χρουστσώφ το 1954. Η εκκλησία γνώρισε μια ανανέωση με την ανάληψη καθηκόντων από τον Καθολικό Βάζγκεν Α' το 1955. Το 1967 κατασκευάστηκε ένα μνημείο για τα θύματα της Γενοκτονίας των Αρμενίων στους λόφους πάνω από τον ποταμό Χραζντάν στο Γερεβάν. Αυτό υπήρξε αποτέλεσμα των μαζικών διαμαρτυριών των Αρμενίων στα 50 χρόνια από τη Γενοκτονία το 1965.

Δημόσια διαμαρτυρία κατά της πολιτικής του Σοβιετικού κράτους στην Όπερα του Γερεβάν το 1988

Στην εποχή του Γκορμπατσώφ κατά τη δεκαετία του '80, οι Αρμένιοι άρχισαν να απαιτούν περιβαλλοντικά μέτρα για την περιοχή τους, καθώς η έντονη βιομηχανοποίηση είχε δημιουργήσει μεγάλη ρύπανση. Άρχισαν επίσης εντάσεις μεταξύ του Αζερμπαϊτζάν και του θύλακα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, περιοχή όπου ο πληθυσμός της είναι κατά πλειοψηφία αρμενικός και διαχωρίστηκε από την Αρμενία κατά διαταγή του Ιωσήφ Στάλιν το 1923. Οι Αρμένιοι του Καραμπάχ απαιτούσαν την επανένωσή τους με τη μητέρα Αρμενία. Ειρηνικές πορείες στο Γερεβάν προς αλληλεγγύη των αιτημάτων των Αρμενίων του Καραμπάχ απαντήθηκαν με ένα πογκρόμ Αρμενίων στην αζερική πόλη του Σουμγκαίτ. Η δεκαετία έκλεισε με έναν καταστρεπτικό σεισμό μεγέθους 7,2 που έπληξε την Αρμενία το 1988 και προκάλεσε τον θάνατο 50.000 ανθρώπων και πάρα πολλές υλικές ζημιές.

Η ανικανότητα του Γκορμπατσώφ να λύσει τα προβλήματα της Αρμενίας (ειδικά αυτό του Καραμπάχ) δημιούργησε τάσεις ανεξαρτητοποίησης στη χώρα. Τον Μάιο του 1990 ιδρύθηκε ο Νέος Αρμενικός Στρατός, δύναμη με αποκλειστικά αρμενική σύνθεση σε αντίθεση με τον Κόκκινο Στρατό της Σοβιετικής Ένωσης. Σύντομα ξέσπασαν συγκρούσεις μεταξύ του Αρμενικού Στρατού και Σοβιετικών Δυνάμεων Εσωτερικής Ασφάλειας στο Γερεβάν, όταν οι Αρμένιοι αποφάσισαν να γιορτάσουν την επέτειο της ίδρυσης της Δημοκρατίας της Αρμενίας, με απολογισμό πέντε νεκρούς Αρμένιους. Οι συγκρούσεις συνεχίστηκαν κοντά στην πρωτεύουσα με αποτέλεσμα να βρουν τον θάνατο είκοσι έξι επιπλέον Αρμένιοι, κυρίως άμαχοι. Στις 17 Μαρτίου του 1991 η Αρμενία, καθώς και οι Βαλτικές Δημοκρατίες, η Γεωργία και η Μολδαβία, μποϊκοτάρισαν το δημοψήφισμα που διεξάχθηκε στη Σοβιετική Ένωση και στο οποίο 78% των πολιτών αποφάσισαν τη διατήρηση της Ένωσης με τροποποιημένη μορφή.[22]

Το 1991 η Σοβιετική Ένωση διαλύθηκε και η Αρμενία έγινε ξανά ανεξάρτητο κράτος. Αποτέλεσε την πρώτη μη-Βαλτική χώρα που διακήρυξε την ανεξαρτησία της στις 23 Αυγούστου του 1991. Όμως, τα πρώτα χρόνια εκτός Σοβιετικής Ένωσης σημαδεύτηκαν από οικονομικές δυσκολίες καθώς και από την εισβολή της Αρμενίας στο Καραμπάχ κατά τον Πόλεμο του Ναγκόρνο Καραμπάχ ανάμεσα στους Αρμένιους του Καραμπάχ και το Αζερμπαϊτζάν. Τα οικονομικά προβλήματα επιδεινώθηκαν σε μεγάλο βαθμό από αυτή τη σύγκρουση, καθώς το Κόμμα Λαϊκού Μετώπου του Αζερμπαϊτζάν έπεισε την κυβέρνηση να επιβάλλει σιδηροδρομικό και αεροπορικό αποκλεισμό στην Αρμενία. Το εμπάργκο τσάκισε την οικονομία της Αρμενίας καθώς το 85% των εισαγωγών και εξαγωγών της γίνονταν μέσω σιδηροδρόμου.[23] Το 1993 η Τουρκία επέβαλλε και αυτή αποκλεισμό στην Αρμενία σε υποστήριξη του Αζερμπαϊτζάν.[24]

Ο Πόλεμος του Καραμπάχ τελείωσε με την κατάπαυση πυρός που επιβλήθηκε το 1994 μετά από προσπάθειες των Ρώσων. Ο πόλεμος θεωρήθηκε επιτυχημένος για τους Αρμένιους του Καραμπάχ, που στο τέλος του, έλεγχαν το 14% του διεθνώς αναγνωρισμένου εδάφους του Αζερμπαϊτζάν, έκταση που συμπεριλαμβάνει και τον θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ.[25] Από τότε η Αρμενία και το Αζερμπαϊτζάν διεξάγουν ειρηνευτικές συνομιλίες, υπό τη μεσολάβηση του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη. Το διοικητικό καθεστώς του Καραμπάχ δεν έχει καθοριστεί ακόμη με σαφήνεια. Οι οικονομίες και των δυο χωρών έχουν πληγεί από την απουσία μιας τελικής συμφωνίας, και τα σύνορα της Αρμενίας με το Αζερμπαϊτζάν και την Τουρκία, παραμένουν κλειστά.

Καθώς μπαίνει στον 21ο αιώνα, η Αρμενία αντιμετωπίζει πολλές δυσκολίες. Παρ' όλα αυτά, έχει καταφέρει κάπως να βελτιώσει τη θέση της. Έχει στραφεί προς την οικονομία της αγοράς και το 2008 κατατάχθηκε ως η 28η οικονομικά πιο απελευθερωμένη χώρα του κόσμου.[26] Οι σχέσεις της με την Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή και την Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών, έχουν συμβάλει στην ανάπτυξη του εμπορίου της. Φυσικό αέριο, πετρέλαιο και άλλες πρώτες ύλες, φτάνουν μέσω δυο χωρών, της Γεωργίας και του Ιράν, με τις οποίες η Αρμενία διατηρεί καλές και στενές σχέσεις.

Το πολιτικό σύστημα της Αρμενίας είναι Κοινοβουλευτική δημοκρατία, πολυκομματική αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Σύμφωνα με το Σύνταγμα της χώρας, ο Πρόεδρος είναι ο αρχηγός του κράτους. Η εκτελεστική εξουσία εξασκείται από την κυβέρνηση με επικεφαλής τον Πρωθυπουργό. Η νομοθετική εξουσία ασκείται από την κυβέρνηση και το Κοινοβούλιο, το οποίο ελέγχεται από τον συνασπισμό τριών κομμάτων: του συντηρητικού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος Αρμενίας, του κόμματος «Ευημερούσα Αρμενία» και της Αρμενικής Επαναστατικής Ομοσπονδίας. Τα κυριότερα κόμματα της αντιπολίτευσης είναι τα «Εξουσία του Νόμου» και «Κληρονομιά», που αμφότερα επιθυμούν την ένταξη της Αρμενίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ.

Δεδηλωμένη πρόθεση της κυβέρνησης, είναι να οικοδομήσει μια προεδρευομένη κοινοβουλευτική Δημοκρατία Δυτικού τύπου. Τον Δεκέμβριο του 2015 με δημοψήφισμα, οι πολίτες ψήφισαν υπέρ της μετατροπής του πολιτεύματος σε κοινοβουλευτική δημοκρατία.[27]

Δικαίωμα ψήφου στις εκλογές έχουν όσες και όσοι Αρμένιοι πολίτες είναι ηλικίας 18 ετών και άνω.[28]

Οι διεθνείς παρατηρητές του Συμβουλίου της Ευρώπης και του Στέιτ Ντιπάρτμεντ έχουν αμφισβητήσει την εγκυρότητα των κοινοβουλευτικών και προεδρικών εκλογών και του δημοψηφίσματος για το Σύνταγμα από το 1995, σημειώνοντας παρατυπίες στις εκλογικές διαδικασίες, απροθυμία συνεργασίας της Εκλογικής Επιτροπής και αμέλεια στην τήρηση των εκλογικών καταλόγων και τη συντήρηση των εκλογικών κέντρων. Η ΜΚΟ Freedom House χαρακτηρίζει την Αρμενία ως «σχετικά ελεύθερη» αν και δεν την κατατάσσει στις «εκλογικές δημοκρατίες».[29] Παρά το γεγονός ότι οι προεδρικές εκλογές του Φεβρουαρίου του 2008 χαρακτηρίστηκαν ως γενικά δίκαιες από τον ΟΑΣΑ και άλλους δυτικούς παρατηρητές, ο επικεφαλής της αντιπολίτευσης και πρώην Πρόεδρος Λεβόν Τερ-Πετροσιάν τις χαρακτήρισε νόθες. Στη χώρα ξέσπασαν ταραχές που είχαν αποτέλεσμα τον θάνατο οκτώ ανθρώπων και την επιβολή κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Ο Τερ-Πετροσιάν κάλεσε τους υποστηρικτές του να αποφύγουν τις συγκρούσεις με την αστυνομία, και το ζήτημα των εκλογών εξετάστηκε στο συνταγματικό δικαστήριο, επικυρώνοντας το αποτέλεσμα και δίνοντας την προεδρία στον Σερζ Σαρκσιάν.

Εξωτερικές σχέσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Αρμενική πρεσβεία στη Μόσχα

Η Αρμενία διατηρεί καλές σχέσεις σχεδόν με όλα τα κράτη του κόσμου, με δύο εξαιρέσεις: τους γείτονές της Αζερμπαϊτζάν και Τουρκία. Οι σχέσεις με το Αζερμπαϊτζάν κατέρρευσαν κατά τα τελευταία χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης και το ζήτημα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ κυριάρχησε στην περιοχή κατά τη δεκαετία του 1990.[30] Τα σύνορα ανάμεσα στις δυο χώρες παραμένουν κλειστά μέχρι και σήμερα, και δεν έχει βρεθεί μόνιμη λύση στις διαφορές των δυο χωρών.

Η Τουρκία έχει επίσης μακρά ιστορία κακών σχέσεων με την Αρμενία, κυρίως λόγω της Γενοκτονίας των Αρμενίων και της διαφορετικής άποψης που έχουν οι δυο χώρες πάνω στο θέμα αυτό. Η διαμάχη στο Καραμπάχ έγινε η επίσημη αιτία να κλείσουν και τα τουρκικά σύνορα με την Αρμενία το 1993. Η Τουρκία μέχρι σήμερα, δεν έχει άρει τον αποκλεισμό παρά τις πιέσεις Τούρκων επιχειρηματιών που ενδιαφέρονται για επενδύσεις στις αγορές της Αρμενίας.[30]

Στις 10 Οκτωβρίου του 2009, η Αρμενία και η Τουρκία υπέγραψαν πρωτόκολλα για την εξομάλυνση των σχέσεων, τα οποία καθόρισαν ένα χρονοδιάγραμμα για την αποκατάσταση των διπλωματικών δεσμών και την επανέναρξη των κοινών συνόρων.[31] Η επικύρωση αυτών έπρεπε να γίνει στα εθνικά κοινοβούλια. Στην Αρμενία πέρασε τη νομοθετικά απαιτούμενη έγκριση του Συνταγματικού Δικαστηρίου και απεστάλη στο κοινοβούλιο για τελική επικύρωση. Ο Πρόεδρος είχε κάνει πολλές ανακοινώσεις, τόσο στην Αρμενία όσο και στο εξωτερικό, ότι, ως ηγέτης της πολιτικής πλειοψηφίας της Αρμενίας, διαβεβαίωσε την επικύρωση των πρωτοκόλλων, αν την κυρώσει και η Τουρκία. Παρ' όλα αυτά η διαδικασία σταμάτησε, καθώς η Τουρκία προσέθεσε συνεχώς περισσότερες προϋποθέσεις στην επικύρωσή της και «καθυστέρησε την πάροδο της εύλογης χρονικής περιόδου».

Λόγω της δύσκολης θέσης της ανάμεσα σε δυο μη φιλικές χώρες, η Αρμενία διατηρεί ισχυρή συμμαχία με τη Ρωσία. Μετά από αίτημα της αρμενικής κυβέρνησης, η Ρωσία διατηρεί μια στρατιωτική βάση στην πόλη Γκιουμρί της νοτιοδυτικής Αρμενίας, ως αποτρεπτική δύναμη κατά της Τουρκίας,[32] και αεροπορική δύναμη για την επιτήρηση του εναέριου χώρου της Αρμενίας. Οι καλές σχέσεις των δύο χωρών ενισχύονται και από το γεγονός ότι μοιράζονται κοινή χριστιανική θρησκεία και πολιτιστικούς δεσμούς. Παρ' όλα αυτά, η Αρμενία προσανατολίζεται και στη συνεργασία με Ευρωατλαντικές δυνάμεις τα τελευταία χρόνια. Διατηρεί καλές σχέσεις με τις ΗΠΑ, ιδιαίτερα καθώς υπάρχει μεγάλη αρμενική διασπορά στη χώρα αυτή. Σύμφωνα με πηγές των Ηνωμένων Εθνών, στις ΗΠΑ το 2000 ζούσαν 385.488 Αρμένιοι,[33] από τους οποίους η πλειοψηφία βρίσκεται στην Καλιφόρνια.

Λόγω των παράνομων αποκλεισμών των συνόρων από το Αζερμπαϊτζάν και την Τουρκία, η Αρμενία εξακολουθεί να διατηρεί σταθερές σχέσεις με τη νότια γειτονική της χώρα, το Ιράν, ιδίως στον οικονομικό τομέα. Έχουν αναπτυχθεί οικονομικά έργα όπως ένας αγωγός φυσικού αερίου από το Ιράν προς την Αρμενία. Επίσης, η Αρμενία διατηρεί σχέσεις και με τη βόρεια γειτονική της χώρα, τη Γεωργία, με την οποία συνδέονται και θρησκευτικά, παρότι οι σχέσεις μεταξύ Γεωργίας και Ρωσίας δεν είναι ιδιαίτερα καλές. Χαρακτηριστικό είναι ότι στη νότια Γεωργία, υπάρχουν αρκετοί Αρμένιοι.

Η Αρμενία είναι επίσης μέλος του προγράμματος Συνεργασία για την Ειρήνη, του ΝΑΤΟ και του Συμβουλίου της Ευρώπης, και διατηρεί φιλικές σχέσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση, ειδικά με τη Γαλλία και την Ελλάδα, όπου υπάρχει σχετικά μεγάλη αρμενική παροικία. Μάλιστα την Ελλάδα και την Αρμενία τις συνδέει και η ορθόδοξη χριστιανική πίστη και παράδοση. Μια δημοσκόπηση του 2005 έδειξε ότι 64% των πολιτών θα ήταν υπέρ της συμμετοχής της Αρμενίας στην Ε.Ε.[34] Πολλοί Αρμένιοι αξιωματούχοι έχουν επίσης εκφράσει την επιθυμία για εισδοχή της χώρας στην Ε.Ε.[35] καθώς και στο ΝΑΤΟ.[32] Ο πρώην Πρόεδρος Ρόμπερτ Κοτσαριάν, ωστόσο, θέλησε να κρατήσει την Αρμενία συνδεδεμένη με τη Ρωσία και την Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών, επιθυμώντας τη συνεργασία με την Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ αλλά όχι την πλήρη ενσωμάτωση της χώρας στις δύο αυτές δομές.[36]

Ο Αρμενικός Στρατός, η Πολεμική Αεροπορία της Αρμενίας, η Αεράμυνα και η Συνοριοφυλακή αποτελούν τους τέσσερις κλάδους των Αρμενικών Ενόπλων Δυνάμεων. Συγκροτήθηκαν μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991 και τη δημιουργία του Υπουργείου Άμυνας το 1992. Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων είναι ο εκάστοτε Πρόεδρος της χώρας. Το Υπουργείο Άμυνας έχει την πολιτική ηγεσία, ενώ η στρατιωτική εξουσία ασκείται από το Γενικό Επιτελείο, του οποίου ηγείται ο Επιτελάρχης.

Οι μάχιμες δυνάμεις αριθμούν περίπου 60.000 στρατιώτες, ενώ η εφεδρεία 32.000 και η «εφεδρεία της εφεδρείας» 350.000. Οι συνοριοφύλακες έχουν την ευθύνη της επιτήρησης των συνόρων της χώρας με τη Γεωργία και το Αζερμπαϊτζάν, ενώ τα σύνορα με την Τουρκία και το Ιράν φυλάσσουν Ρωσικές δυνάμεις. Η Ρωσία επιπλέον έχει αναλάβει και την επιτήρηση του εναέριου χώρου με δικά της αεροσκάφη, καθώς η Αρμενία δεν διαθέτει αξιόλογο αριθμό μαχητικών αεροσκαφών. Στην περίπτωση πολέμου, προβλέπεται η δυνατότητα επιστράτευσης όλων των αρτιμελών ανδρών μεταξύ 15 και 59 ετών που έχουν λάβει στρατιωτική εκπαίδευση.

Η Συνθήκη για τα Συμβατικά Όπλα στην Ευρώπη, που επιβάλλει περιορισμούς σε καίριες κατηγορίες στρατιωτικού εξοπλισμού, επικυρώθηκε από την Αρμενία το 1992. Τον Μάρτιο του 1993 η Αρμενία υπέγραψε τη Σύμβαση για την κατάργηση των Χημικών Όπλων, που προβλέπει τη σταδιακή κατάργηση των χημικών όπλων και τον Ιούλιο του 1993 τη Συνθήκη για τη μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων ως μη πυρηνική δύναμη. Είναι μέλος στον Οργανισμό της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας μαζί με τη Λευκορωσία, το Καζακστάν, το Κιργιστάν, τη Ρωσία, το Τατζικιστάν και το Ουζμπεκιστάν. Έχει αποστείλει στρατεύματα στο Κόσοβο ως μέρος της KFOR υπό ελληνική διοίκηση.[37] Η Αρμενία έχει επίσης στείλει 46 μέλη των ενόπλων της δυνάμεων ως τμήμα των Συμμαχικών Δυνάμεων στο Ιράκ.[38]

Διοικητική διαίρεση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αρμενία χωρίζεται σε δέκα νομούς (που λέγονται μαρζ), ενώ το Γερεβάν και τα προάστιά του αποτελεί ξεχωριστή διοικητική περιφέρεια. Κάθε νομός διοικείται από τον κυβερνήτη (μαρζπέτ) που διορίζεται από την κυβέρνηση. Ο διοικητής της περιφέρειας του Γερεβάν είναι ο Δήμαρχος, που διορίζεται από τον Πρόεδρο της χώρας. Η Αρμενία έχει 953 χωριά, 48 πόλεις και 932 κοινότητες, από τις οποίες 871 είναι αγροτικές και 61 αστικές.[39]

Νομός Πρωτεύουσα Έκταση (τ.χλμ.) Πληθυσμός
1. Αραγκατσότν (Արագածոտն) Ασταράκ (Աշտարակ) 2,753 126,278
2. Αραράτ (Արարատ) Αρτασάτ (Արտաշատ) 2,096 252,665
3. Αρμαβίρ (Արմավիր) Αρμαβίρ (Արմավիր) 1,242 255,861
4. Γκεγαρκουνίκ (Գեղարքունիք) Γκαβάρ (Գավառ) 5,348 215,371
5. Κοταΐκ (Կոտայք) Ραζντάν (Հրազդան) 2,089 241,337
6. Λορί (Լոռի) Βαναντζόρ (Վանաձոր) 3,789 253,351
7. Σιράκ (Շիրակ) Γκιουμρί (Գյումրի) 2,681 257,242
8. Σιουνίκ (Սյունիք) Καπάν (Կապան) 4,506 134,061
9. Ταβούς (Տավուշ) Ιτζεβάν (Իջևան) 2,704 121,963
10. Βαγιότς Ντζορ (Վայոց Ձոր) Γεγεγκνατζόρ (Եղեգնաձոր) 2,308 53,230
11. Γερεβάν (Երևան) 227 1,091,235

Η Αρμενία βρίσκεται στην Ευρασία, στα νότια της οροσειράς του Καυκάσου, στην περιοχή της Υπερκαυκασίας. Βρίσκεται ανάμεσα στην Κασπία θάλασσα και τον Εύξεινο Πόντο και συνορεύει βόρεια και ανατολικά με τη Γεωργία και το Αζερμπαϊτζάν και νότια και δυτικά με το Ιράν και την Τουρκία.

Τοπογραφικό ανάγλυφο

Η Αρμενία, που έχει έκταση 30.000 τ.χλμ., καταλαμβάνει το βορειοανατολικό τμήμα των Αρμενικών υψιπέδων (με συνολική έκταση 400.000 τ.χλμ.) που είναι γνωστά και ως «Ιστορική Αρμενία» και θεωρούνται πατρίδα των Αρμενίων. Το ανάγλυφο είναι κυρίως ορεινό, με ορμητικά ποτάμια και λίγα δάση. Το κλίμα είναι ορεινό ηπειρωτικό, δηλαδή η χώρα έχει ζεστά καλοκαίρια και κρύους χειμώνες. Το ψηλότερο σημείο είναι το βουνό Αραγάτς (4.095 μ.) και το χαμηλότερο βρίσκεται σε υψόμετρο 400 μ. Η λίμνη Σεβάν σε υψόμετρο 1.900 μέτρα από το επίπεδο της θάλασσας, καλύπτει περίπου το 5% της επικράτειας της χώρας.

Το όρος Αραράτ, που ιστορικά αποτελούσε τμήμα της Αρμενίας και είναι το ψηλότερο βουνό της ευρύτερης περιοχής. Αν και σήμερα αποτελεί τουρκικό έδαφος, είναι ορατό από την Αρμενία και το Γερεβάν, και θεωρείται από τους Αρμένιους χαρακτηριστικό σύμβολο της πατρίδας τους, ενώ απαντάται συχνά και στις παραδόσεις των Αρμενίων. Για αυτούς τους λόγους, το Αραράτ απεικονίζεται στο σημερινό εθνικό σύμβολο της Αρμενίας.

Περιβαλλοντικά προβλήματα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αρμενία προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα πολλά περιβαλλοντικά της προβλήματα, κληρονομιά από την έντονη βιομηχανοποίηση της περιοχής επί Σοβιετικής Ένωσης. Έχει ιδρυθεί Υπουργείο Προστασίας της Φύσης, που επέβαλλε φόρους στη μόλυνση των υδάτων και της ατμόσφαιρας, καθώς και στη διάθεση των στερεών αποβλήτων, τα έσοδα από τους οποίους διατίθενται σε δράσεις προστασίας του περιβάλλοντος. Η χώρα επιδιώκει τη συνεργασία με την Κοινοπολιτεία Ανεξάρτητων Κρατών και με τη διεθνή κοινότητα για την αντιμετώπιση των περιβαλλοντικών προβλημάτων. Η κυβέρνηση έχει αποφασίσει να κλείσει το πυρηνικό εργοστάσιο του Μεντζαμόρ, που έπαθε ζημιές με τους σεισμούς του 1988 αν βρεθούν άλλες πηγές ενέργειας. Ωστόσο υπάρχουν σκέψεις και για την κατασκευή ενός πυρηνικού εργοστασίου διπλάσιου μεγέθους στην ίδια τοποθεσία, προκειμένου η Αρμενία να αποτελέσει ενεργειακό κέντρο της περιοχής.

Κύριο λήμμα: Κλίμα της Αρμενίας

Το κλίμα της Αρμενίας χαρακτηρίζεται ως ηπειρωτικό. Τα καλοκαίρια είναι ξηρά και ηλιόλουστα, και κρατούν από τον Ιούνιο έως τα μέσα του Σεπτεμβρίου. Η θερμοκρασία κυμαίνεται μεταξύ 22° και 36° βαθμούς Κελσίου, όμως η χαμηλή υγρασία μετριάζει τα αποτελέσματα της ζέστης. Η βραδινή αύρα που κατεβαίνει από τα βουνά, προσφέρει συχνά αναζωογονητική δροσιά. Η άνοιξη είναι σύντομη, σε αντίθεση με το φθινόπωρο. Οι χειμώνες είναι σχετικά βαρείς, με πολλές χιονοπτώσεις και θερμοκρασίες που κυμαίνονται μεταξύ -10° και -5 °C.

Μηνιαία θερμοκρασία και βροχόπτωση στο Γερεβάν
Ιαν. Φεβ. Μαρ. Απρ. Μαϊ. Ιουν. Ιουλ. Αυγ. Σεπ.. Οκτ. Νοε. Δεκ. Ετήσια
T° max (μηνιαία) [°C] -2 1 10 19 24 31 34 33 28 21 10 3 17,7
T° min (μηνιαία) [°C] -9 -8 -1 6 10 14 17 18 13 7 1 -3 5,4
Βροχόπτωση [mm] 23 25 28 48 53 23 15 8 13 23 31 28 318
Πηγή : BBC Weather[40]

Η οικονομία της Αρμενίας βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στις επενδύσεις και την οικονομική βοήθεια των Αρμενίων της διασποράς. Πριν την ανεξαρτητοποίησή της, η οικονομία της Αρμενίας βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στη βιομηχανία, που παρήγαγε μεταξύ άλλων χημικά, ηλεκτρονικά, μηχανές, τρόφιμα, συνθετικό καουτσούκ και υφάσματα. Η Αρμενία ήταν σημαντικό παραγωγικό και βιομηχανικό κέντρο της Σοβιετικής Ένωσης, αυτό όμως είχε το μειονέκτημα ότι η οικονομία της εξαρτάτο από εξωτερικούς παράγοντες. Η αγροτική παραγωγή συνεισέφερε μόνο 20% στο ΑΕΠ πριν το 1991, και η Αρμενική ΣΣΔ προσέφερε εργαλειομηχανές, υφάσματα και άλλα βιομηχανικά προϊόντα στις άλλες Δημοκρατίες με αντάλλαγμα πρώτες ύλες και ενέργεια.[16]

Το θεματικό πάρκο Water World στο Γερεβάν

Τα ορυχεία της Αρμενίας παράγουν χαλκό, ψευδάργυρο, χρυσό και μόλυβδο. Το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειας παράγεται με καύσιμα που έρχονται από τη Ρωσία, τόσο φυσικό αέριο όσο και πυρηνικά καύσιμα, για το μοναδικό πυρηνικό εργοστάσιο της Αρμενίας στο Μεντζαμόρ. Η κύρια πηγή ενέργειας είναι τα υδροηλεκτρικά έργα. Μικρά κοιτάσματα άνθρακα, φυσικού αερίου και πετρελαίου που έχουν εντοπιστεί δεν έχουν ακόμα αξιοποιηθεί.

Όπως συνέβη και σε άλλες πρώην Δημοκρατίες της Σοβιετικής Ένωσης, η οικονομία της Αρμενίας έμεινε μετέωρη μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, καθώς ήταν προσαρμοσμένη στον κεντρικό οικονομικό σχεδιασμό της Μόσχας. Η υποστήριξη που παρείχε η ΕΣΣΔ στις βιομηχανίες και επιχειρήσεις εξαφανίστηκε, με αποτέλεσμα λίγες μόνο να καταφέρουν να συνεχίσουν τη λειτουργία τους. Επιπλέον, τα καταστρεπτικά αποτελέσματα του σεισμού του 1988, που σκότωσε 50.000 ανθρώπους και άφησε 500.000 άστεγους, είναι ακόμα αισθητά. Η διαμάχη με το Αζερμπαϊτζάν για τον θύλακα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ δεν έχει ακόμη λυθεί, και το κλείσιμο των συνόρων με το Αζερμπαϊτζάν και την Τουρκία είχε καταστροφικά αποτελέσματα για την οικονομία της Αρμενίας, που εξαρτάται από το εξωτερικό όσον αφορά πρώτες ύλες και ενέργεια. Οι εμπορικές οδοί μέσω της Γεωργίας και του Ιράν είναι ανεπαρκείς ή μη αξιόπιστες. Το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν μειώθηκε σχεδόν κατά 60% από το 1989 έως το 1993. Το εθνικό νόμισμα, το ντραμ, έχασε αρκετή από την αξία του λόγω υπερπληθωρισμού τα πρώτα χρόνια μετά την καθιέρωσή του το 1993. Λόγω επίσης των έντονων οικονομικών της προβλημάτων, η Αρμενία είναι, τόσο πηγή όσο και πέρασμα για τη διακίνηση (trafficking) γυναικών με προορισμό κυρίως την Ευρώπη και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Παρ' όλα αυτά, η κυβέρνηση κατάφερε να κάνει μεγάλες οικονομικές μεταρρυθμίσεις, που ως αποτέλεσμα είχαν τη δραματική μείωση του πληθωρισμού και μια σταθερή ανάπτυξη. Η κατάπαυση πυρός στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ το 1994, βοήθησε επίσης κάπως την κατάσταση. Η χώρα γνωρίζει οικονομική ανάπτυξη από το 1995 και ο πληθωρισμός έχει πλέον πέσει σε αμελητέα επίπεδα. Νέοι παραγωγικοί τομείς, όπως η κατεργασία πολύτιμων λίθων, η κοσμηματοποιία, η πληροφορική και η τεχνολογία επικοινωνιών, ακόμα και ο τουρισμός, έχουν αρχίσει να αναπτύσσονται πλάι σε πιο παραδοσιακούς τομείς, όπως η γεωργία.

Αυτή η σταθερή οικονομική πρόοδος προσέλκυσε το ενδιαφέρον διάφορων διεθνών οργανισμών. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Παγκόσμια Τράπεζα, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανοικοδόμησης και Ανάπτυξης και άλλοι διεθνείς οργανισμοί, καθώς και τρίτες χώρες, προσφέρουν δάνεια και κεφάλαια στη χώρα. Τα δάνεια προς την Αρμενία από το 1993 έχουν ξεπεράσει το 1,1 δις δολάρια. Το 1994 η κυβέρνηση πέρασε έναν φιλελεύθερο νόμο για τις εξωτερικές επενδύσεις, και το 1997 εξαγγέλθηκε πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης της κρατικής περιουσίας. Η Αρμενία έγινε μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου στις 5 Φεβρουαρίου του 2003. Μια από τις κύριες πηγές εξωτερικών επενδύσεων παραμένει η αρμενική διασπορά, που χρηματοδοτεί ένα σημαντικό τμήμα της ανοικοδόμησης των υποδομών, και άλλα δημόσια προγράμματα. Η ανεργία παραμένει σημαντικό πρόβλημα και κυμαίνεται στο 15%, κατάσταση που επιδεινώνεται από την άφιξη χιλιάδων προσφύγων από το Καραμπάχ.

Στην έκθεση του 2007 Corruption Perceptions Index, για τους δείκτες διαφθοράς σε διάφορες χώρες, η ΜΚΟ Transparency International τοποθετεί την Αρμενία στην 99η θέση ανάμεσα σε 197 χώρες.[41][42] Η Αρμενία βρισκόταν στην 80η θέση της κατάταξης κατά Δείκτη Ανθρώπινης Ανάπτυξης, την υψηλότερη ανάμεσα στις χώρες της Υπερκαυκασίας.[43] Όσον αφορά τον «Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας» η Αρμενία βρισκόταν στην 28η θέση, ψηλότερα από αναπτυγμένες χώρες όπως η Γαλλία, η Ιταλία ή η Αυστρία.[26]

Η Αρμενία έχει πληθυσμό 3.039.700[1] ανθρώπων, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2024 και είναι η δεύτερη πιο πυκνοκατοικημένη από τις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες. Ο πληθυσμός της χώρας μειώθηκε δραματικά μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ, καθώς ένας σημαντικός αριθμός των κατοίκων μετανάστευσαν. Παρόλα αυτά, η κατάσταση έχει αντιστραφεί τα τελευταία χρόνια, και έχει δημιουργηθεί ένα μικρό ρεύμα επιστροφής στην Αρμενία, που είναι πιθανόν να συνεχιστεί.

Οι εθνοτικά Αρμένιοι αποτελούν το 97,9% του πληθυσμού. Οι Γεζίτες (που μιλούν την κουρδική γλώσσα) αποτελούν το 1,3% (περίπου 40.000 άτομα) και οι Ρώσοι το 0,5%. Υπάρχουν και άλλες μειονότητες, όπως Ασσύριοι, Ουκρανοί, Έλληνες, Κούρδοι, Γεωργιανοί και Λευκορώσοι. Υπάρχουν και μικρές κοινότητες Βλάχων, Μορδοβών, Οσσετών, Ούντι και Τατ. Υπάρχουν επίσης και Πολωνοί καθώς και Γερμανοί του Καυκάσου, όμως οι πληθυσμοί τους έχουν σε μεγάλο βαθμό ρωσοποιηθεί.[44] Στα χρόνια της ΕΣΣΔ, οι Αζέροι ήταν ιστορικά η δεύτερη μεγαλύτερη εθνοτική ομάδα στη χώρα (αποτελώντας περίπου το 2,5% το 1989[45]). Όμως, λόγω του πολέμου στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ σχεδόν όλοι έφυγαν από την Αρμενία. Αντίστροφα, η Αρμενία δέχτηκε ένα μεγάλο αριθμό προσφύγων από το Αζερμπαϊτζάν.

Στατιστικά πληθυσμού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2019 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ήταν 76,0 χρόνια (72,5 χρόνια οι άνδρες και 79,2 οι γυναίκες).[46]

Εκτιμήσεις του 2015:[47]

Η Αρμενία έχει αρκετά μεγάλη διασπορά (8 εκατομμύρια άτομα κατά μερικές εκτιμήσεις, αριθμός πολύ μεγαλύτερος από τα περίπου 3 εκατομμύρια κατοίκων της ίδιας της χώρας), και παροικίες Αρμενίων υπάρχουν σε όλο τον κόσμο. Οι μεγαλύτερες αρμενικές κοινότητες απαντώνται στη Ρωσία, τη Γαλλία, το Ιράν, τις ΗΠΑ, τη Γεωργία, τη Συρία, τον Λίβανο, την Αργεντινή, την Αυστραλία, τον Καναδά, την Ελλάδα και την Κύπρο, το Ισραήλ και την Ουκρανία. Περί τις 40.000 Αρμένιοι ζουν επίσης στην Τουρκία, κυρίως μέσα και γύρω από την Κωνσταντινούπολη.[48] Περίπου 1.000 Αρμένιοι ζουν στην Αρμένικη συνοικία στην Παλιά Πόλη της Ιερουσαλήμ, όπου παλαιότερα υπήρχε μεγαλύτερη κοινότητα.[49] Στην Ιταλία βρίσκεται το νησί του Σαν Λάτζαρο ντέλι Αρμένι (San Lazzaro degli Armeni, Άγιος Λάζαρος των Αρμενίων), ένα νησί στη λιμνοθάλασσα της Βενετίας, πάνω στο οποίο βρίσκεται το ομώνυμο μοναστήρι που κατοικείται από Μεχιταριστές, Αρμένιους Καθολικούς.[50] Επιπλέον, περίπου 130.000 Αρμένιοι ζουν στον θύλακα του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, όπου αποτελούν και την πλειοψηφία.[51]

Ελληνόπουλα και Αρμενόπουλα από τη Μικρά Ασία στην Αθήνα, 1923

Σημαντική αρμενική παρουσία στην Ελλάδα υπάρχει από τα μέσα περίπου του 19ου αιώνα, οι περισσότεροι όμως Αρμένιοι ήρθαν μετά τον Τουρκοαρμενικό Πόλεμο και τη Μικρασιατική Καταστροφή, εγκατεστημένοι κυρίως στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, όπου μάλιστα δημιούργησαν μεγάλη παροικία 10.000 κατοίκων, ενώ στο σύνολο έφταναν περίπου 60.000-80.000. Πολλοί από τους Αρμένιους της Ελλάδας αναχώρησαν στα χρόνια μετά τον Β΄ Παγκόσμιο, είτε επαναπατριζόμενοι στη Σοσιαλιστική Σοβιετική Δημοκρατία της Αρμενίας είτε μεταναστεύοντας στην Αμερική. Άλλο ένα κύμα μετανάστευσης προς τη χώρα μας, παρατηρήθηκε μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, κυρίως προς τη Βόρεια Ελλάδα.

Σήμερα οι Αρμένιοι που ζουν στην Ελλάδα, υπολογίζονται περίπου σε 33.000-40.000[52] και ζουν κυρίως στην Αθήνα και τον Πειραιά, τη Θεσσαλονίκη και τις πόλεις της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Αρκετές είναι οι αρμενικές εκκλησίες σε όλη την Ελλάδα, ενώ η κοινότητα των Αρμενίων λειτουργεί και έναν αριθμό σχολείων. Υπάρχουν επίσης δυο πολιτιστικά σωματεία, ενώ κυκλοφορεί μια ημερήσια και μια εβδομαδιαία εφημερίδα, καθώς και διμηνιαίο περιοδικό με αρμενικά θέματα.

Η επιρροή του Αγίου Γρηγόριου του Φωτιστή οδήγησε στην υιοθέτηση του Χριστιανισμού ως επίσημη θρησκεία στην Αρμενία το έτος 301. Είναι προστάτης άγιος της Αρμενικής Αποστολικής Εκκλησίας

Η κύρια θρησκεία στην Αρμενία είναι ο Χριστιανισμός. Οι ρίζες της Εκκλησίας της Αρμενίας βρίσκονται στον 1ο μ.Χ. αιώνα. Σύμφωνα με την παράδοση, η Εκκλησία της Αρμενίας ιδρύθηκε από δύο εκ των Δώδεκα Αποστόλων, τον Θαδδαίο και τον Βαρθολομαίο, που κήρυξαν τον Χριστιανισμό στην Αρμενία το 40-60 μ.Χ. Λόγω αυτού, το επίσημο όνομα της Εκκλησίας της Αρμενίας είναι Αρμενική Αποστολική Εκκλησία. Η Αρμενία ήταν η πρώτη χώρα που υιοθέτησε τον Χριστιανισμό ως επίσημη θρησκεία, στις αρχές του 4ου αιώνα, κατά την παράδοση το έτος 301. Σήμερα επίσημη θρησκεία του κράτους είναι ο Χριστιανισμός τον οποίο ασπάζεται το 99% των πολιτών. Περίπου το 95% των Αρμενίων, που προσδιορίζονται ως Ορθόδοξοι, υπάγονται στην Εκκλησία της Αρμενίας, που είναι μια Προχαλκηδόνια Εκκλησία. Το τυπικό της είναι έντονα τελετουργικό και οι θέσεις της συντηρητικές, περίπου όπως της Κοπτικής,της Αιθιοπικής και της Συριακής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Επίσης αρκετοί Αρμένιοι είναι Ρωμαιοκαθολικοί (τόσο Ρωμαιοκαθολικοί Λατίνοι, όσο και Μεχιταριστές, 180.000 κατά το Αρμενικό Καθολικάτο), Προτεστάντες, Μάρτυρες του Ιεχωβά,[53] Αντβεντιστές της Έβδομης Μέρας,[54] Μορμόνοι της Εκκλησίας του Ιησού Χριστού των Αγίων των Τελευταίων Ημερών[55] αλλά και πιστοί της παραδοσιακής αρμενικής θρησκείας και Γεζίτες Κούρδοι, που ζουν στα δυτικά της χώρας. Οι μη-Γεζίτες κούρδοι (1,900 άτομα) είναι Σουνίτες Μουσουλμάνοι. Η Αρμενική Καθολική Εκκλησία έχει την έδρα της στο Μπζουμάρ του Λιβάνου. Η Εβραϊκή κοινότητα της χώρας έχει απομείνει με μόλις 750 μέλη, καθώς οι περισσότεροι έφυγαν στο εξωτερικό, κυρίως στο Ισραήλ, λόγω των οικονομικών προβλημάτων στην Αρμενία.

Η οδήγηση στη χώρα γίνεται στα δεξιά. Η χώρα διαθέτει δύο διεθνή αεροδρόμια, το Ζβαρτνότς το οποίο βρίσκεται στην πρωτεύουσα, Γερεβάν και το Σιράκ που βρίσκεται στο Γκιουμρί.

Οι Αρμένιοι χρησιμοποιούν το δικό τους αλφάβητο και γλώσσα. Το αρμενικό αλφάβητο επινοήθηκε το 405 μ.Χ. από τον Άγιο Μεσρόπ Μαστότς και αποτελείται από τριάντα εννέα γράμματα, από τα οποία τρία προστέθηκαν κατά την περίοδο της παραμονής των Αρμενίων στην Κιλικία. Το 96% του πληθυσμού μιλά Αρμενικά, ενώ ένα 75,8% μιλά Ρωσικά σαν δεύτερη γλώσσα, αν και τα Αγγλικά γίνονται όλο και πιο δημοφιλή.

Μουσική και τέχνες

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Εθνική Πινακοθήκη του Γερεβάν διαθέτει περισσότερα από 16.000 έργα, που χρονολογικά φτάνουν έως και τον Μεσαίωνα. Το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, η Παιδική Πινακοθήκη και το Μουσείο Μαρτιρός Σαριάν είναι μερικές μόνο από τις αξιόλογες συλλογές της χώρας. Επιπλέον, λειτουργούν πολλές ιδιωτικές γκαλερί, που διοργανώνουν εκθέσεις και δημοπρασίες.

Η αρμένικη μουσική έχει μακραίωνη παράδοση, ήδη από τον 6ο π.Χ. αιώνα, όταν μετά το βασίλειο Ουραρτού (Αραράτ) δημιουργείται το κράτος των Αρμενίων. Επικά τραγούδια, χοροί και μπαλάντες από τους βάρδους κουσάν αντιπροσωπεύουν το αρχαίο ρεπερτόριο, και στην αυλή του Αρτάβασδου (1ος αι. π.Χ.) κυριαρχούσαν το θέατρο και η μουσική.

Η τέχνη των τροβαδούρων (ατσούγ) φτάνει στο αποκορύφωμά της τον 18ο αι. με τον περίφημο Σαγιάτ-Νοβά. Από τον 19ο αι. αρχίζει μια νέα περίοδος μεταρρυθμίσεων με τους Λιμοντζιάν (δημιουργός νέας σημειογραφίας), Τσουαντζιάν (θεμελιωτής επαγγελματικής μουσικής σχολής), Γκαρά-Μούζρα (ιδρυτής σχολής σύνθεσης) και Τιγκρανιάν (ιδρυτής της εθνικής όπερας). Για να καταλήξουμε στον Κομιτάς Βαρνταπέτ (1869-1935), τον κορυφαίο συνθέτη και μουσικολόγο που κατέγραψε και διέσωσε την αρμενική λαϊκή και έντεχνη μουσική, αναδεικνύοντάς την σε Εθνική Σχολή.

Η αρμενική μουσική περιλαμβάνει λαϊκή και λόγια, θρησκευτική και κοσμική, αγροτική και αστική παράδοση. Τα κυριότερα μουσικά όργανα είναι το λαούτο ταρ (με χαρακτηριστικό οκτώσχημο ηχείο καλυμμένο με δέρμα και έξι χορδές), το έγχορδο με δοξάρι καμαντσά (με στρογγυλό ηχείο, επίσης καλυμμένο με δέρμα και τρεις ή τέσσερις χορδές), τα λαϊκά πνευστά ντουντούκ (λαϊκό όμποε, με διπλό καλαμένιο γλωσσίδι) και σεβί (απλή ξύλινη φλογέρα), καθώς και το κρουστό ντοχόλ (νταούλι).

Η Φιλαρμονική Ορχήστρα της Αρμενίας δίνει κονσέρτα στην ανακαινισμένη Όπερα του Γερεβάν. Επιπλέον, υπάρχουν πολλά σύνολα δωματίου διάσημα για τη μουσική τους δεινότητα, όπως η Εθνική Ορχήστρα Δωματίου της Αρμενίας και η Serenade Orchestra. Κλασική μουσική παίζεται επίσης και σε μικρότερους χώρους, όπως το Κρατικό Ωδείο του Γερεβάν και το Μέγαρο της Ορχήστρας Δωματίου. Δημοφιλής είναι και η τζαζ.

Το παζάρι του Γερεβάν, κοντά στην Πλατεία Δημοκρατίας, φιλοξενεί πλήθος εμπόρων, που πουλούν διάφορα είδη τα Σαββατοκύριακα και τις Τετάρτες. Η αγορά προσφέρει ξυλόγλυπτα, αντίκες, δαντέλες και τα χειροποίητα χαλιά και κιλίμια, για τα οποία είναι ξακουστή η περιοχή του Καυκάσου. Ο οψιδιανός, που παράγεται στην περιοχή, κατεργάζεται σε διάφορα κοσμήματα και διακοσμητικά είδη. Η χρυσοχοΐα, που έχει μεγάλη παράδοση στην Αρμενία, αντιπροσωπεύεται σε ένα τμήμα της αγοράς προσφέροντας διάφορα χρυσά αντικείμενα. Στο Βερνισάζ του Γερεβάν, μπορεί ακόμα κανείς να βρει ενθύμια της Σοβιετικής εποχής και μπιμπελό ρωσικής κατασκευής -μπαμπούσκες, ρολόγια, κουτιά κ.α. Απέναντι από την Όπερα λειτουργεί τα Σαββατοκύριακα και η αγορά τέχνης.

Η μεγάλη ιστορία της Αρμενίας και η διασταύρωση των πολιτισμών στο έδαφός της, έχει αφήσει πάρα πολλά μνημεία και αρχαιολογικούς τόπους. Μνημεία του Μεσαίωνα, της Εποχής του Σιδήρου, του Χαλκού ή και της Λίθινης Εποχής βρίσκονται παντού στην Αρμενία.

Πολλά διάσημα ονόματα από τον χώρο της μουσικής είναι αρμενικής καταγωγής, μεταξύ άλλων ο γνωστός συνθέτης Άραμ Χατσατουριάν, ο Γάλλος τραγουδιστής Σαρλ Αζναβούρ και η τραγουδίστρια Cher. Τα μέλη του συγκροτήματος System of a Down είναι όλα αρμενικής καταγωγής, όμως μόνο ο μπασίστας του συγκροτήματος Σάβο Ονταντζιάν έχει γεννηθεί στην Αρμενία.

Αρμένιοι είναι επίσης οι ζωγράφοι Ιβάν Αϊβαζόφσκι και Μαρτιρός Σαριάν, ο συγγραφέας Ουίλιαμ Σαρογιάν, ο σκηνοθέτης Ατόμ Εγκογιάν και ο φωτογράφος Γιουσούφ Καρς. Αρμενικής καταγωγής, από την Καππαδοκία, ήταν η βυζαντινή δυναστεία των Φωκάδων, και οι αυτοκράτορες Νικηφόρος Β' Φωκάς και Λέων Ε' ο Αρμένιος.

Ο Αλέν Προστ, τετράκις πρωταθλητής της Formula 1 είναι μεν Γάλλος, όμως οι παππούδες του είναι επιζώντες της Γενοκτονίας του 1915, ενώ η μητέρα του λέγεται Μαρί Καρατσιάν.

Ο Αντι Σέρκις, διάσημος ηθοποιός που είναι ευρέως γνωστός για τον ρόλο του Γκόλουμ στις ταινίες του «Άρχοντα των Δακτυλιδιών» του Πίτερ Τζάκσον, είναι Βρετανός με αρμένικη καταγωγή, καθώς ο πατέρας του ονομαζόταν Σαρκισιάν. Το «Σέρκις» είναι σύντμηση του αρμένικου επώνυμου.

Τα αδέλφια Χιούζ, οι σκηνοθέτες των ταινιών «Από την Κόλαση» και «Το Βιβλίο του Ιλάι» γεννήθηκαν στο Ντιτρόιτ από αφροαμερικανό πατέρα και αμερικανοαρμένια μητέρα. Μάλιστα η μητέρα τους ήταν αυτή που μεγάλωσε τους δίδυμους Αλμπερτ και Αλεν, καθώς ο πατέρας τους τους εγκατέλειψε.

Σεργκέι Λαβρόφ, ο υπουργός Εξωτερικών της Ρωσίας έχει αρμένικες ρίζες από την πλευρά του πατέρα του. Η μητέρα του είναι Ρωσίδα, αλλά ο ίδιος έχει δηλώσει πως «τρέχει μπόλικο αρμένικο αίμα στις φλέβες μου».

Αντρέ Αγκάσι, ο 44χρονος παλαίμαχος τενίστας γεννήθηκε στις ΗΠΑ από αμερικανίδα μητέρα και Αρμένιο πατέρα. Το κανονικό του επώνυμο είναι Αγκασιάν, αλλά το άλλαξε ένας από τους παππούδες του προκειμένου να αποφύγει διώξεις κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα.

Ο Αρτέμ Μικογιάν ήταν συνιδρυτής της εταιρίας MiG και σχεδιαστής γνωστών μαχητικών αεροσκαφών όπως το MiG-21, ενώ ο Σεμιόν Κιρλιάν (γνωστός και ως Κίρλιαν) ανακάλυψε τη φωτογραφία Κιρλιάν. Στο σκάκι διέπρεψε ο Τιγκράν Πετροσιάν, ενώ και ο επίσης παγκόσμιος πρωταθλητής Γκάρι Κασπάροβ είναι μισός Αρμένιος.

Επίσης αρμένικης καταγωγής είναι και οι αδερφές Κιμ Καρντάσιαν, Κλοέ Καρντάσιαν και Κόρτνεϊ Καρντάσιαν.

Η βασική εκπαίδευση στη Δημοκρατία της Αρμενίας είναι δωρεάν, πράγμα που αποτελεί υποχρέωση του κράτους κατά το Σύνταγμά της, όπως και η παροχή τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Ωστόσο, μετά το 1991 επιτράπηκε η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων, καθώς το κράτος αδυνατούσε να χρηματοδοτήσει τα υπάρχοντα. Η Αρμενία εμφανίζει εξαιρετικά χαμηλό δείκτη αναλφαβητισμού και πριν από την κατάρρευση της ΕΣΣΔ θεωρούνταν μια από τις Δημοκρατίες με το υψηλότερο επίπεδο εκπαίδευσης. Σήμερα στη χώρα λειτουργούν δεκαεπτά Πανεπιστήμια, Σχολές και Πολυτεχνεία, από τα οποία αρκετά ιδρύθηκαν επί Σοβιετικής Ένωσης. Τα περισσότερα βρίσκονται στο Γερεβάν.

Η ελληνική γλώσσα διδάσκεται ως προαιρετικό μάθημα σε δυο σχολεία του Γερεβάν και σε ένα ως υποχρεωτικό, καθώς και σε τέσσερις πανεπιστημιακές Σχολές και τη Στρατιωτική Ακαδημία. Στο Κρατικό Πανεπιστήμιο του Γερεβάν λειτουργεί και «Ελληνικό Κέντρο». Τα Υπουργεία Παιδείας και Εξωτερικών της Ελλάδας καθώς και το ΙΚΥ, χορηγούν κατά καιρούς υποτροφίες σε Αρμένιους που θέλουν να σπουδάσουν στην Ελλάδα.

Η φιλοξενία είναι διαδεδομένη στην Αρμενία και αποτελεί αρχαία παράδοση. Οι κοινωνικές συνευρέσεις συχνά επικεντρώνονται γύρω από την προσφορά περίτεχνα προετοιμασμένων και έντονα καρυκευμένων φαγητών. Ο οικοδεσπότης συχνά θα βάλει συμπλήρωμα στο πιάτο του καλεσμένου όταν αυτό αδειάσει, ή θα του γεμίσει το ποτήρι. Μετά από μια ή δυο μερίδες είναι αποδεκτό κάποιος να αρνηθεί ευγενικά περισσότερο φαγητό, ή πιο απλά να αφήσει λίγο στην άκρη. Το αλκοόλ, κυρίως κονιάκ, βότκα ή και κόκκινο κρασί, σερβίρεται και καταναλώνεται συχνά. Είναι σπάνιο και ασυνήθιστο, κάποιος να επισκεφθεί το σπίτι ενός Αρμένιου και να μην του προσφερθεί καφές, κάποιο γλυκό ή φαγητό, ή απλά ένα ποτήρι νερό.

Η Αρμενική κουζίνα θεωρείται μία από τα παλαιότερες στην Ασία και η αρχαιότερη στον Υπερκαύκασο. Τα χαρακτηριστικά της διαμορφώθηκαν κατά τη διάρκεια των χιλιετιών, αφού ο Αρμενικός λαός περιπλανιόταν συνεχώς από το ένα μέρος στο άλλο. Η προετοιμασία για το μαγείρεμα, είναι μια δύσκολη και επίπονη δουλειά. Στην αρμενική κουζίνα, υπάρχουν πολλές συνταγές για το μαγείρεμα με κιμά, ψάρι, γεμιστά λαχανικά και πολλά άλλα.

Το εθνικό φαγητό των Αρμενίων είναι οι ντολμάδες με αμπελόφυλλα και κιμά.

Χαρακτηριστικά πιάτα και εδέσματα που υπάρχουν, είναι ο παστουρμάς, το τουρσί, το λαχματζούν, οι κεφτέδες, οι ντολμάδες, σαλάτα μελιτζάνας, η σούπα γιαουρτιού, κοτόπουλο με πληγούρι, το γλυκό γκάτα κ.α.

Πολλές συνταγές έχουν επιβιώσει από τα αρχαία χρόνια, για παράδειγμα, χοροβάτς (σασλίκ) και μπερέκ (ζύμη με γέμιση κρέατος). Οι Αρμένιοι προετοιμάζουν αυτά τα πιάτα για σχεδόν 1500 χρόνια.

Οι Αρμένιοι χρησιμοποιούν περίπου 300 είδη βοτάνων και άγριων φυτών ως μπαχαρικό. Μερικές φορές σερβίρονται ακόμη και ως ξεχωριστό πιάτο.

Η ποιότητα και η αποκλειστικότητα της γεύσης των τροφίμων, επηρεάζονται έντονα από το κλίμα και άλλες γεωγραφικές συνθήκες. Το αρμενικό φαγητό είναι πολύ θρεπτικό. Το εορταστικό τραπέζι κυριολεκτικά ξεχειλίζει από την αφθονία και την ποικιλία των πιάτων, με σαλάτες και επιδόρπια. Είναι αδύνατο να φανταστεί κανείς ένα αρμενικό γεύμα χωρίς κόλιανδρο, εστραγκόν, μαϊντανό, άνηθο, κάρδαμο, βασιλικό, βάλσαμο λεμονιού και πράσινα κρεμμύδια.

Χοροβάτς, το αρμενικό κεμπάπ

Λόγω της γεωγραφικής θέσης της Αρμενίας και της μεγάλης της ιστορίας, η κουζίνα της αποτελεί διασταύρωση αυτής της Μεσογείου και του Καύκασου, με ισχυρές επιρροές από την Ανατολική Ευρώπη, τη Μέση Ανατολή - ειδικά τον Λίβανο - και, σε μικρότερο βαθμό, τα Βαλκάνια.

Πολύ δημοφιλή στην Αρμενία είναι τα ψητά κρέατα, που αποτελούν το κυρίως πιάτο στα εστιατόρια και τρώγονται ακόμα και σαν γρήγορο φαγητό. Το χοροβάτς είναι το αρμένικο κεμπάπ, στο οποίο το κρέας ψήνεται μαζί με το κόκκαλο. Το πιο διαδεδομένο κρέας είναι το χοιρινό, που καθιερώθηκε επί σοβιετικής εποχής, όμως οι Αρμένιοι της διασποράς προτιμούν το αρνί ή το κοτόπουλο. Το κρέας τηγανίζεται σε σούβλα σε ξύλο ή σε tandoor (φούρνος-μαγκάλι) και σερβίρεται με ψητά λαχανικά. Διαδεδομένο είναι το μεσανατολικό πιάτο χαρισάκεσκέκ, κρέας μαγειρεμένο με σιτάρι), καθώς και οι κεφτέδες που φτιάχνονται σε πολλές παραλλαγές, από κρέας ή άλλα υλικά. Το χας είναι ένα πιάτο φτιαγμένο από πόδια αγελάδας. Τρώγεται με σκόρδο και αποξηραμένο ψωμί πίτας. Αυτό το πιάτο είναι πολύ θρεπτικό, επομένως τρώγεται τα πρωινά του χειμώνα. Το αρμενικό ψωμί λαβάς, είναι σήμερα αρκετά διαδεδομένο στη Μέση Ανατολή, ενώ τρώγεται και το μαντνακάς που μοιάζει με λαγάνα. Συνηθίζονται ακόμα και μερικά φαγητά που υπάρχουν και στην Ελλάδα, όπως ο μουσακάς, το καταΐφι, ο μπακλαβάς κ.α. Γνωστό επίσης είναι και το αρμένικο σουτζούκι.

Καθώς η Αρμενία είναι χώρα που δεν βρέχεται από θάλασσα, τα θαλασσινά δεν υπάρχουν σε μεγάλη ποικιλία. Τρώγονται όμως μερικά ψάρια του γλυκού νερού που ζουν στις λίμνες και τα ποτάμια της χώρας, ειδικά οι πέστροφες.

Η Αρμενία φημίζεται επίσης για το κρασί και το κονιάκ της. Ειδικά το αρμενικό κονιάκ είναι γνωστό διεθνώς, και ήταν το αγαπημένο ποτό του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Το βερίκοκο, αλλά το ρόδι, με τη συμβολική του σημασία της γονιμότητας, θεωρείται εθνικό φρούτο από το οποίο παρασκευάζεται και κρασί. Τα αμπέλια καλλιεργούνται τόσο για την παραγωγή ποτών, όσο και για τα σταφύλια τους.

Στην Αρμενία υπάρχουν πολλές πρεσβείες και προξενεία από χώρες που εκπροσωπούνται άμεσα σε αυτήν. Οι χώρες αυτές είναι οι εξής:

  1. 1,0 1,1 1,2 «The number of de jure population, thousand person 2024». Statistical Committee Republic of Armenia (ARMSTAT). Ανακτήθηκε στις 10 Μαΐου 2024. 
  2. Απογραφή 2011
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 «Αρμενία». ΔΝΤ. Απρίλιος 2017. Ανακτήθηκε στις 9 Μαΐου 2017. 
  4. Human Development Report 2021-22: Uncertain Times, Unsettled Lives: Shaping our Future in a Transforming World (PDF). hdr.undp.org. United Nations Development Programme. 8 Σεπτεμβρίου 2022. σελίδες 272–276. ISBN 978-9-211-26451-7. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 8 Σεπτεμβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2022. 
  5. Η Αρμενία μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκει είτε στην Ασία, είτε στην Ευρώπη. Ο Ο.Η.Ε. θεωρεί τη χώρα τμήμα της Δυτικής Ασίας, όπως και η CIA [1] Αρχειοθετήθηκε 2010-07-19 στο Wayback Machine. και η Encyclopædia Britannica Αρχειοθετήθηκε 2008-02-09 στο Wayback Machine.. Αντίθετα, άλλες πηγές όπως το Oxford Reference Online [2], Merriam-Webster's Collegiate Dictionary www.worldatlas.com την περιγράφουν ως ευρωπαϊκή χώρα.
  6. Grousset, René (1984) [1947]. Histoire de l'Arménie. Payot. σελ. 122. . Οι σύγχρονες εκτιμήσεις ποικίλλουν χρονικά από το 284 έως το 314.
  7. Razmik Panossian, The Armenians: From Kings And Priests to Merchants And Commissars, Columbia University Press (2006), ISBN 978-0-231-13926-7, σελ. 106.
  8. "Χαλύβοισι πρὸς νότον Ἀρμένιοι ὁμουρέουσι Chahin, Mark (2001). The Kingdom of Armenia. London: Routledge. σελίδες σελ. 203. ISBN 0-7007-1452-9. 
  9. Ξενοφώντος. Κύρου Ανάβασις. σελίδες IV.v.2–9. 
  10. De Mieroop, Marc Van. (2004). A History of the Ancient Near East: c. 3000-323BC. (σ. 67) Malden, MA: Blackwell Publishing
  11. Movses Khorenatsi, History of Armenia. Ed. by G. Sargsyan. Yerevan: Hayastan, 1997, (σσ. 83,286)
  12. Kurkjian, Vahan (1958). History of Armenia (εκδ. 1964 έκδοση). Michigan: Armenian General Benevolent Union. 
  13. Σοβιετική Εγκυκλοπαίδεια της Αρμενίας. Γερεβάν: Αρμενική Εγκυκλοπαίδεια. 1987. σελίδες v. 12. 
  14. Movsisyan, Artak (2000). Sacred Highland: Armenia in the spiritual conception of the Near East. Yerevan. 
  15. Kavoukjian, Martiros (1982). The Genesis of Armenian People. Montreal. 
  16. 16,0 16,1 «The World Factbook: Armenia». CIA. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Ιουλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 15 Νοεμβρίου 2007. 
  17. Brunner, Borgna. Time Almanac with Information Please 2007Απαιτείται δωρεάν εγγραφή. σελίδες σελ. 685. ISBN 193340549X. 
  18. Sir Edwin Pears, Life of Abdul Hamid, Constable & Company Ltd, London, 1917, p. 208
  19. Dikran Mesrob Kaligian, Armenian Organization and Ideology Under Ottoman Rule, 1908-1914, Transaction Publishers, 2008, p. 110:
    "Provincial officials had been harassing the Armenian schools in their jurisdictions. ... The Armenian schools were vulnerable to such pressures as many of their teachers were citizens of the Russian, and not the Ottoman, Empire."
  20. Kirakosian, J. S. (1972). Hayastane michazkayin divanakitut'yan ew sovetakan artakin kaghakakanut'yan pastateghterum, 1828-1923 (Η Αρμενία στα έγγραφα της διεθνούς διπλωματίας και Σοβιετικής εξωτερικής πολιτικής, 1828-1923) (στα Αρμενικά). Yerevan. σελίδες σελ. 149–358. 
  21. Walker, Christopher J. Armenia: The Survival of a Nation. Λονδίνο, Palgrave Macmillan, 1990. σελ. 355–356. ISBN 0-312-04230-2
  22. «Baltic states, Armenia, Georgia, and Moldova boycott USSR referendum». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 30 Σεπτεμβρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 6 Φεβρουαρίου 2007. 
  23. Croissant, Michael P. (1998). The Armenia-Azerbaijan Conflict: Causes and ImplicationsΑπαιτείται δωρεάν εγγραφή. London: Praeger. ISBN 0-275-96241-5. 
  24. «The Ties That Divide». Global Heritage Fund. 17 Ιουνίου 2006. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Αυγούστου 2006. 
  25. De Waal, Thomas. Black Garden: Armenia And Azerbaijan Through Peace and War. Νέα Υόρκη: New York University Press. σελίδες σελ. 240. ISBN 0-8147-1945-7. 
  26. 26,0 26,1 «Δείκτης Οικονομικής Ελευθερίας 2008». The Heritage Foundation. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 4 Φεβρουαρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2008. 
  27. «Armenia fraud claims mar referendum on constitution». BBC News. 2015-12-07. http://www.bbc.co.uk/news/world-europe-35025853. Ανακτήθηκε στις 2015-12-07. 
  28. «CIA World Fact Book». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Ιουλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2008. 
  29. «Freedom in the World 2007» (PDF). Freedom House. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 3 Φεβρουαρίου 2007. Ανακτήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2007. 
  30. 30,0 30,1 «Nagorno-Karabakh: The Crisis in the Caucasus». Ανακτήθηκε στις 6 Απριλίου 2007. 
  31. «Armenia and Turkey sign peace deal». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Οκτωβρίου 2009. 
  32. 32,0 32,1 «Baku and Moscow - 'One Hundred Percent Strategic Partners'». Hetq Online. 2006-02-27. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2007-06-09. https://web.archive.org/web/20070609015207/http://www.hetq.am/eng/politics/0602-az.html. Ανακτήθηκε στις 2006-02-27. 
  33. EuroAmerican.net, επίσημα στοιχεία από την απογραφή του 2000 στις ΗΠΑ που καταμετρά 385.488 ανθρώπους αρμενικής καταγωγής στη χώρα.
  34. «RFE/RL Caucasus Report». Υπουργείο Εξωτερικών της Αρμενίας. 7 Ιανουαρίου 2005. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Νοεμβρίου 2010. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2008. 
  35. «Συνέντευξη με τον εκπρόσωπο της Εθνοσυνέλευσης Αρτούρ Μπαγκντασαριάν». ArmInfo News Agency. 2005-10-26. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2010-11-19. https://web.archive.org/web/20101119174349/http://arminfo.info/political-issue22.html. 
  36. «Η Αρμενία δεν θα γίνει μέλος των Ε.Ε., ΝΑΤΟ, δηλώσεις του προέδρου». Xinhua News Agency. 2006-04-24. http://news.xinhuanet.com/english/2006-04/24/content_4468385.htm. 
  37. «KFOR Contingent: Armenia». Επίσημη σελίδα της KFOR. 24 Ιανουαρίου 2006. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 18 Δεκεμβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 11 Μαρτίου 2007. 
  38. «Armenian defence minister to visit Iraq as Armenia to extend small troop presence». Associated Press. 13 Νοεμβρίου 2006. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2012-02-09. https://web.archive.org/web/20120209151133/http://library.aua.am/library/news/archive/2006_11-14.htm. Ανακτήθηκε στις 2007-02-20. 
  39. «Административное деление (Διοικητικές υποδιαιρέσεις)» (στα Ρωσικά). Πρεσβεία της Αρμενίας στη Ρωσία. 1999. 
  40. Κλίμα του Γερεβάν από το la BBC Weather.
  41. «Transparency International Corruption Perceptions Index 2006». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Απριλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2008. 
  42. «Transparency International Corruption Perceptions Index 2003». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 26 Φεβρουαρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2008. 
  43. «2007/2008 Reports - Armenia». UNDP. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 3 Μαρτίου 2008. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2008. 
  44. Asatryan, Garnik· Arakelova, Victoria (2002). The Ethnic Minorities of Armenia. Routledge. , για τον ΟΑΣΑ.
  45. Δημοσκόπηση ΕΣΣΔ 1989, Demoscope.ru
  46. Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, Προσδόκιμο ζωής και υγιές προσδόκιμο ζωής, Δεδομένα ανά χώρα
  47. Από το CIA Factbook Αρχειοθετήθηκε 2010-07-19 στο Wayback Machine.
  48. Turay, Anna. «Tarihte Ermeniler». Bolsohays:Istanbul Armenians. Ανακτήθηκε στις 4 Ιανουαρίου 2007. 
  49. «Ιερουσαλήμ: Η Παλιά Πόλη. Η αρμένικη συνοικία». Jewish Virtual Library. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 13 Απριλίου 2014. Ανακτήθηκε στις 27 Δεκεμβρίου 2021. 
  50. San Lazzaro degli Armeni - Venice for Visitors
  51. «Nationmaster.com: Azerbaijan». 
  52. «Εκτίμηση της Αρμενικής Κοινότητας Ελλάδας». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Απριλίου 2010. Ανακτήθηκε στις 16 Μαρτίου 2008. 
  53. 11.076 μέλη. Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 2014, Watch Tower Bible And Tract Society of Pennsylvania, σελ. 186
  54. 828 μέλη. Office of Archives, Statistics and Research
  55. 3.159 μέλη. «Facts and Statistics», mormonnewsroom.org

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κυβέρνηση
Άλλα
Άρθρα