[go: up one dir, main page]

Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ιράκ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 32°52′30″N 43°03′20″E / 32.875°N 43.0556°E / 32.875; 43.0556

Δημοκρατία του Ιράκ
جمهورية العـراق
كۆماری عێراق
Τζουμχουριάτ αλ-Ιράκ
Komara Iraqê

Σημαία

Εθνόσημο
Εθνικό σύνθημα: الله أكبر
"Αλάχου Ακμπάρ"
«Ο Θεός είναι Μεγάλος»
Τοποθεσία της χώρας στον κόσμο
Η θέση του Ιράκ (πράσινο)
και μεγαλύτερη πόληΒαγδάτη
33°20′00″N 44°23′00″E / 33.3333°N 44.3833°E / 33.3333; 44.3833 (Βαγδάτη)
Αραβικά, Κουρδικά
Ομοσπονδιακή Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία
Αμπντούλ Λατίφ Ρασίντ
Μοχάμεντ Σιά Αλ Σουντανί
Νομοθετικό σώμα
Συμβούλιο των Αντιπροσώπων
Ανεξαρτησία
Από την Οθωμανική
αυτοκρατορία

Από το Ην. Βασίλειο
Ισχύον Σύνταγμα

1η Οκτωβρίου 1919

3 Οκτωβρίου 1932
15 Οκτωβρίου 2005
 • Σύνολο
 • % Νερό
 • Σύνορα
Ακτογραμμή

437.072 km2 (59η)
1,1
3.650 km
58 km
Πληθυσμός
 • Εκτίμηση 2024 
 • Πυκνότητα 

44.414.800[1] (35η) 
101,3 κατ./km2 (114η) 
ΑΕΠ (ΙΑΔ)
 • Ολικό  (2019)
 • Κατά κεφαλή 

745 δισ. $[2] (32η)  
18.217 $[2] (71η) 
ΑΕΠ (ονομαστικό)
 • Ολικό  (2019)
 • Κατά κεφαλή 

233 δισ. $[2] (47η)  
5.709 $[2] (88η) 
ΔΑΑ (2021)Αύξηση 0,686[3] (121η) – μεσαίος
ΝόμισμαΔηνάριο Ιράκ (IQD)
AST (UTC +3)
Internet TLD.iq
Οδηγούν σταδεξιά
Κωδικός κλήσης+964

Το Ιράκ (αραβικά: العـراق‎‎), επίσημα Δημοκρατία του Ιράκ (αραβικά: جمهورية العـراق‎‎), είναι κράτος της νοτιοδυτικής Ασίας στην περιοχή της Μεσοποταμίας (μεταξύ των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη). Το Ιράκ από το 1930 έγινε ανεξάρτητο βασίλειο και το 1958, μετά από επανάσταση, ανακηρύχτηκε δημοκρατία. Συνορεύει ανατολικά με το Ιράν, δυτικά με τη Συρία και την Ιορδανία, νότια με το Κουβέιτ και τη Σαουδική Αραβία και βόρεια με την Τουρκία.

Η έκτασή του είναι 437.072 τετρ. χλμ. και ο πληθυσμός του 44.414.800 κατοίκους,[1] σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2024.

Το αραβικό όνομα αλ-Ιράκ (αραβικά: العراق‎‎) χρησιμοποιείται πριν ακόμα τον 6ο αιώνα μ.Χ. Υπάρχουν αρκετές προτεινόμενες πηγές για το όνομα αυτό. Μία από αυτές ανάγει την προέλευσή του στην πόλη των Σουμερίων Ουρούκ και εξ αυτού τεκμαίρεται πως η λέξη είναι σουμερικής ρίζας, καθότι η λέξη Ουρούκ είναι η ακκαδική ονομασία της σουμερικής πόλης Ουρούγκ, περιλαμβάνοντας τη σουμερική λέξη για την πόλη, τη λέξη Ουρ.

Η Μεσοποταμία ονομαζόταν πάντοτε «η γη του Ιράκ» στα αραβικά, που μεταφραζόταν τότε σε «γόνιμη» ή «βαθιά ριζωμένη γη».

Κατά τη διάρκεια της μεσαιωνικής περιόδου, η Κάτω Μεσοποταμία ονομαζόταν Ιράκ Αραμπί (Αραβικό Ιράκ), ενώ η περιοχή που αποτελεί το σημερινό Κεντρικό και Δυτικό Ιράν ονομαζόταν Ιράκ ατζαμί (περσικό Ιράκ ή ξένο Ιράκ). Ο όρος ιστορικά περιελάμβανε την πεδιάδα νοτίως της οροσειράς Χαμρίν ενώ δεν περιελάμβανε το βορειανατολικό και δυτικό άκρο της σημερινής επικράτειας του Ιράκ. Ο όρος Σαουάντ χρησιμοποιείτο επίσης στα πρώτα ισλαμικά χρόνια για την περιοχή της προσχωματικής πεδιάδος των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη, σε αντιδιαστολή με την άγονη, άνυδρη Αραβική έρημο.

Ως αραβική λέξη, η λέξη Ιράκ σημαίνει ακτή, όχθη ή άκρη, χείλος, έτσι ώστε το όνομα στη λαϊκή ετυμολογία έφτασε να ερμηνεύεται ως «γκρεμός», όπως αυτός που υπάρχει στα νότια και ανατολικά του Υψιπέδου Τζαζίρα, το οποίο Υψίπεδο σχηματίζει τη βόρεια και δυτική άκρη της περιοχής του αραβικού Ιράκ.

Από την αρχαιότητα ως τα Οθωμανικά χρόνια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Μεσοποταμία
Ιστορική όψη της αρχαίας Βαβυλώνας

Η περιοχή του σημερινού Ιράκ κατά την αρχαιότητα ήταν γνωστή ως Μεσοποταμία, όπου βρίσκονταν οι εύφορες κοιλάδες των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη. Η Μεσοποταμία ονομάστηκε λίκνο του πολιτισμού καθώς εκεί αναπτύχθηκαν μεγάλοι πολιτισμοί ήδη από το 5.000 π.Χ. Διαδοχικά, στην περιοχή εμφανίζονται οι: Σουμέριοι, Ακκάδιοι, Βαβυλώνιοι και Ασσύριοι. Αυτοί οι πολιτισμοί ήταν οι πρώτοι που ανέπτυξαν σε βασικό στάδιο διάφορες επιστήμες, όπως τα μαθηματικά και τη φιλοσοφία και επίσης επινόησαν τη γραφή. Τον 6o αιώνα π.Χ., η περιοχή έγινε τμήμα της Περσικής Αυτοκρατορίας υπό τον Κύρο Β΄, ενώ αργότερα κατακτήθηκε από τον Μέγα Αλέξανδρο, ο οποίος ήταν επικεφαλής των συνασπισμένων Ελλήνων.

Μετά από διάφορες περιόδους κυριαρχίας γειτονικών κρατών-Σελευκίδες, Πάρθοι και Σασσανίδες, το 634 μ.Χ. οι Άραβες εισέβαλαν στη Μεσοποταμία. Τον 7ο αιώνα μ.Χ., καθώς ο εξισλαμισμός προχωρούσε με γρήγορους ρυθμούς, η Βαγδάτη έγινε η πρωτεύουσα του Χαλιφάτου των Αββασιδών. Μετά τον θάνατο του χαλίφη Αλί, προκλήθηκε βαθύ θρησκευτικό σχίσμα στον ισλαμικό κόσμο, από το οποίο προέκυψε ο σιιτισμός. Κατά τη διάρκεια του 12ου με 14ο αιώνα, η περιοχή γνώρισε τις εισβολές διάφορων λαών: δύο φορές των Μογγόλων, των Τουρκμένων, των Τατάρων και των Κούρδων. Από το 17ο αιώνα ώς το 1918, το Ιράκ αποτέλεσε τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αν και διατηρούσε καθεστώς μερικής αυτονομίας.

Κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, το Ηνωμένο Βασίλειο κατέλαβε την περιοχή (1918) και δύο χρόνια αργότερα το μετέτρεψε σε προτεκτοράτο. Τη δεκαετία του '20 καθορίστηκαν τα ακριβή όρια της χώρας, βάσει των γεωστρατηγικών συμφερόντων της Αγγλίας, ενώ επιλέχθηκε ως μονάρχης της χώρας ο Φεϊζάλ Α΄. Τελικά, το 1930 τερματίστηκε η περίοδος της Βρετανικής Εντολής, ενώ το 1932 αναγνωρίστηκε επίσημα η ανεξαρτησία του Ιράκ.

Ωστόσο προβλήματα μεταξύ των διαφόρων εθνοφυλετικών ομάδων και εντάσεις με τους Κούρδους στις βόρειες περιοχές, ανάγκασαν την κρατική εξουσία να ενισχύσει τον ρόλο των ενόπλων δυνάμεων. Στις 14 Ιουλίου 1958 πραγματοποιήθηκε πραξικόπημα υπό την ηγεσία του στρατηγού Αμπντ αλ-Καρίμ Κασίμ, που ανέτρεψε τον βασιλιά Φεϊζάλ Β΄, οδηγώντας στην ανακήρυξη αβασίλευτης δημοκρατίας.

Η επανάσταση του 1958

Το Μπάαθ στην εξουσία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 8 Φεβρουαρίου 1963, ο Κασίμ ανατράπηκε από τους συνωμότες του κόμματος Μπάαθ, δυνάμεις του Στρατού και άλλες παναραβικές ομάδες, υπό την ηγεσία του συνταγματάρχη Αμπντούλ Σαλάμ Αρίφ. Ο Αρίφ, πρώην σύντροφος του Κασίμ στην επανάσταση του '58, εκλέχτηκε Πρόεδρος του Ιράκ, αλλά το μεγαλύτερο τμήμα της εξουσίας ασκείτο από το μπααθιστή πρωθυπουργό της χώρας, τον Αχμέντ Χασάν αλ-Μπακίρ.

Ο Αρίφ κατάφερε αργότερα ν' ανακτήσει τον έλεγχο της εξουσίας, διώχνοντας τους μπααθιστές από την κυβέρνηση και κάνοντας πρωθυπουργό τον υποστράτηγο Ταχίρ Γιάχια ατ-Τικρίτι. Συνάμα διόρισε ως αρχηγό του γενικού επιτελείου στρατού τον αδελφό του, στρατηγό Αμπντούλ Ραχμάν Αρίφ. Το φθινόπωρο του '64, το Μπάαθ επιχείρησε να ανατρέψει τον Σαλάμ Αρίφ, όμως η συνωμοσία αποκαλύφθηκε και οι συνωμότες, μεταξύ των οποίων και ο Σαντάμ Χουσεΐν, συνελήφθησαν.

Τον Απρίλιο του '66 ο Σαλάμ Αρίφ σκοτώθηκε όταν συνετρίβη (πιθανόν από σαμποτάζ μπααθικών πυρήνων στον ιρακινό στρατό) το αεροπλάνο του στο Νότιο Ιράκ. Η προεδρία του κράτους πέρασε τότε στον αδελφό του, Ραχμάν Αρίφ.

Το 1968, ο Αμπντούλ Ραχμάν Αρίφ ανατράπηκε από το κόμμα Μπάαθ. Ο Αχμέντ Χασάν αλ-Μπακρ έγινε ο πρώτος μπααθιστής πρόεδρος του Ιράκ αλλά το μπααθικό κίνημα βαθμιαία περιήλθε υπό τον έλεγχο του ισχυρού άντρα των μυστικών υπηρεσιών του κράτους, Σαντάμ Χουσεΐν, ο οποίος τον Ιούλιο του 1979 ανήλθε στην προεδρία του Επαναστατικού Συμβουλίου, του ανώτατου εκτελεστικού οργάνου του Ιράκ.

Διακυβέρνηση Σαντάμ Χουσεΐν

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πόλεμος Ιράν-Ιράκ (1980-1988)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Πόλεμος Ιράν-Ιράκ
Εικόνα από την «Εθνική Οδό του Θανάτου», με πλήθος ιρακινών οχημάτων κατεστραμμένων κατά τη διάρκεια του Πολέμου του Κόλπου (1991)

Από το 1979 ο Σαντάμ Χουσεΐν επέβαλε στυγνή δικτατορία εισβάλλοντας τον επόμενο χρόνο στο γειτονικό Ιράν, με την υποστήριξη των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ. Ο πόλεμος έληξε το 1988 με αποδοχή του ειρηνευτικού σχεδίου των Ηνωμένων Εθνών. Την ίδια περίοδο καταπνίγηκε ανηλεώς εξέγερση των Κούρδων στη Χαλάμπτζα με χρήση χημικών όπλων.

Πόλεμος του Κόλπου (1990-1991)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Πόλεμος του Κόλπου

Ο Σαντάμ Χουσεΐν θέλοντας να υλοποιήσει τις ιμπεριαλιστικές του βλέψεις σε ένα παναραβικό όραμα αλλά και να αντιμετωπίσει τα οικονομικά του προβλήματα, εισέβαλε στις 2 Αυγούστου 1990 στο Κουβέιτ. Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ επέβαλε ως απάντηση οικονομικές κυρώσεις στο Ιράκ και ταυτόχρονα οικονομικό αποκλεισμό. Καθώς ο Σαντάμ Χουσεΐν παρέμενε αμετανόητος, η Επιτροπή Αμυντικού Σχεδιασμού του ΝΑΤΟ αποφάσισε την ενεργό συμμετοχή της Συμμαχίας στην κρίση του Περσικού Κόλπου ενώ, λίγες μέρες μετά, το αμερικανικό Κογκρέσο εξουσιοδότησε τον πρόεδρο Μπους να χρησιμοποιήσει στρατιωτική βία. Παρά τη γαλλοαραβική ειρηνευτική πρωτοβουλία και τις αλλεπάλληλες εκκλήσεις του ΟΗΕ προς τον Σαντάμ Χουσεΐν, ο πόλεμος δε μπόρεσε να αποφευχθεί λόγω της αδιάλλακτης στάσης του Ιρακινού ηγέτη.

Στις 17 Ιανουαρίου 1991 πραγματοποιήθηκε αιφνιδιαστική αεροπορική επίθεση των συμμαχικών δυνάμεων εναντίον του Ιράκ με τη Βαγδάτη να βομβαρδίζεται ανελέητα. Το Ιράκ προσπάθησε ανεπιτυχώς να αντεπιτεθεί με τους ξεπερασμένης τεχνολογία πυραύλους «Σκουντ», που τους εκτόξευε κυρίως ενάντια στη Σαουδική Αραβία και το Ισραήλ, προσπαθώντας ταυτόχρονα να προκαλέσει την αντίδραση του Ισραήλ και την είσοδο στον πόλεμο αραβικών κρατών από μίσος για το Ισραήλ, κλιμακώνοντας έτσι τη σύγκρουση. Η Τουρκία μπλέχτηκε στον πόλεμο έμμεσα παραχωρώντας στους συμμάχους την αεροπορική βάση του Ιντσιρλίκ, ενώ οι Ιρακινοί για λόγους τακτικής ανατίναζαν πετρελαιοπαραγωγικές εγκαταστάσεις στο Κουβέιτ. Λίγες μέρες αργότερα κατάφεραν να καταλάβουν την πόλη Χάφτζι στη Σαουδική Αραβία. Στη συνέχεια οι Ιρακινοί, αφού απέρριψαν το ιρανικό ειρηνευτικό σχέδιο, αποδέχθηκαν το σχέδιο ειρήνης που παρουσίασε η Μόσχα αλλά παράλληλα πυρπόλησαν πάνω από 500 πετρελαιοπηγές στο Κουβέιτ. Τις επόμενες ημέρες οι σύμμαχοι εισέβαλαν στο Νότιο Ιράκ και στο Κουβέιτ, ενώ ο Χουσεΐν αποδέχθηκε όλα τα ψηφίσματα του ΟΗΕ και επιτεύχθηκε τελικά εκεχειρία. Παράλληλα το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ επέβαλε εμπάργκο στην πώληση όπλων στο Ιράκ για όσο ο Χουσεΐν θα βρισκόταν στην εξουσία του Ιράκ.

Ακολούθως, στο εσωτερικό της χώρας ξέσπασε εμφύλιος πόλεμος, αλλά τελικά ο Χουσεΐν επανέκτησε τον έλεγχο του Νότιου Ιράκ από τους σιίτες και ανακατέλαβε το Κιρκούκ. Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ πρότεινε τη συγκρότηση και ανάπτυξη ειδικής ειρηνευτικής δύναμης 1.440 ανδρών κατά μήκος των συνόρων Ιράκ-Κουβέιτ και το Συμβούλιο Ασφαλείας ενέκρινε ομόφωνα την πρόταση αυτή. Παράλληλα η Διεθνής Αμνηστία κατήγγειλε βασανιστήρια στη διάρκεια της κατοχής του Κουβέιτ.

Ο Σαντάμ Χουσεΐν διέταξε την πλήρη συνεργασία με τους ειδικούς πραγματογνώμονες για τον έλεγχο των πυρηνικών εγκαταστάσεων της χώρας. Όμως τον Σεπτέμβριο του 1991 το Ιράκ συνέλαβε 44 επιθεωρητές του ΟΗΕ, γεγονός που καταγγέλθηκε από τον Αμερικανό Πρόεδρο στο Συμβούλιο Ασφαλείας και τελικά ανάγκασε το Ιράκ να τους απελευθερώσει. Με την προτροπή των ΗΠΑ και το ψήφισμα 687 του ΟΗΕ εφαρμόστηκαν οικονομικές κυρώσεις, ως μέτρο πίεσης για την εγκατάλειψη σχεδίων για κατασκευή όπλων μαζικής καταστροφής. Εξαιτίας αυτού ο πληθυσμός αντιμετώπισε τρομερή έλλειψη τροφίμων και φαρμάκων και γνώρισε εξαθλίωση, φτώχεια και πλήθος ασθενειών.

Η εκθεμελίωση του αγάλματος του Σαντάμ Χουσεΐν (Απρίλιος 2003, Βαγδάτη)

Το 2001, η αμερικανική κυβέρνηση του Τζωρτζ Μπους τζούνιορ, μετά και τα τρομοκρατικά χτυπήματα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001, κατηγόρησε ευθέως το Ιράκ ότι διαθέτει όπλα μαζικής καταστροφής. Ύστερα από σχετικό τελεσίγραφο, το Ιράκ επέτρεψε την είσοδο επιτροπής ελέγχου και αφοπλισμού του ΟΗΕ (UNMOVIC). Παρόλο όμως που η επιτροπή σε αρχική της αναφορά δεν επιβεβαίωσε την ύπαρξη τέτοιων οπλικών συστημάτων, στις 20 Μαρτίου 2003, οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Αυστραλία και η Πολωνία, εισέβαλαν στη χώρα (Επιχείρηση «Σοκ και δέος»). Το Ιράκ τελικώς κατελήφθη χωρίς ιδιαίτερη αντίσταση την 1η Μαΐου της ίδιας χρονιάς και ο Σαντάμ Χουσεΐν αρχικώς διέφυγε, συνελήφθη όμως αργότερα, δικάστηκε, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε.

Οι ΗΠΑ με την ολοκλήρωση της εισβολής όρισαν προσωρινή Συμμαχική Αρχή υπό τον Πωλ Μπρέμερ για τη διακυβέρνηση της χώρας, ενώ από τον Ιούλιο του 2004 ανέλαβε κυβέρνηση αποτελούμενη από ιρακινούς εκπροσώπους, οι οποίοι ήταν φιλικά προσκείμενη προς τα συμφέροντα των Ηνωμένων Πολιτειών. Η αποσταθεροποίηση της χώρας από τον πόλεμο ωστόσο άφησε πίσω της μια σειρά μακροχρόνιων προβλημάτων, καθώς η νέα κυβέρνηση αποδείχτηκε ανίκανη να αποκαταστήσει την ειρήνη. Η αμερικανική εισβολή δημιούργησε ισλαμικά κινήματα και εδραίωσε την ιδέα του ιερού πολέμου ("τζιχάντ") σε μεγάλο μέρος του πληθυσμού που είδαν τη χώρα τους να περνάει τα πάνδεινα λόγω του πολέμου, ενώ τα επόμενα χρόνια το καθεστώς αποσάθρωσης που υπήρχε στη χώρα τα επέτρεψε αργά και σταθερά να γιγαντωθούν, με αποκορύφωμα την εδραίωση της Νταές (Ισλαμικό Κράτος). Το 2005 οι Κούρδοι απέκτησαν αυτονομία, κοινοβούλιο και έτσι μπορούσαν να περάσουν νόμους σε αρκετά ζητήματα. 2006, ο Νούρι αλ-Μαλίκι εκλέχτηκε πρωθυπουργός και διαδέχτηκε τον Ιμπραήμ αλ-Τζααφάρι. Πάντως, και στα χρόνια μετά την αμερικανική εισβολή στη χώρα, η οικονομία συνέχισε να βρίσκεται σε άσχημη κατάσταση, με τα εργοστάσια να υπολειτουργούν, τη διαφθορά να είναι υψηλή, όπως και ο πληθωρισμός, αποτέλεσμα που το 2006 αποδιδόταν και στα εσωτερικά προβλήματα ασφαλείας της χώρας.[4]

Στις 15 Δεκεμβρίου 2011, ολοκληρώθηκε έπειτα από εννέα χρόνια, η αμερικανική στρατιωτική παρουσία στο Ιράκ αφήνοντας ολοκληρωτικά την ευθύνη της ασφάλειας στις Αρχές του Ιράκ. Αποχώρησαν σχεδόν όλοι οι Αμερικανοί στρατιώτες, αφήνοντας πίσω μόνο 200 άτομα σε συμβουλευτικό ρόλο. Ο ανηλεής ανταρτοπόλεμος κόστισε στις Η.Π.Α. 4.500 νεκρούς και 30.000 τραυματίες στρατιώτες. Ο ιρακινός στρατός το 2011 με 2014 είχε δαπανήσει 41.6 δισεκατομμύρια δολάρια για τους 350.000 στρατιώτες, ωστόσο έχασε με μεγάλη ευκολία υπέρ των τζιχαντιστών αρκετά εδάφη.[5]

Η περίοδος 2014-2017 χαρακτηρίστηκε από μια νέα κυβερνητική κρίση και εμφύλιο πόλεμο στο Ιράκ, καθώς η τρομοκρατική οργάνωση Ισλαμικό Κράτος. Οι πηγές της οργάνωσης ανάγονται στο 1999 όταν ιδρύθηκε σαν σύμμαχος στην Αλ Κάιντα, αλλά αργότερα αυτονομήθηκε από αυτή. Η οργάνωση αυτή ενισχύθηκε από την απόσυρση των στρατευμάτων των ΗΠΑ και τον συριακό εμφύλιο πόλεμο, με αποτέλεσμα να καταλάβει, ιδίως μετά το 2014, αρκετά εδάφη και στις δύο χώρες, με σημαντικότερη πόλη τη Μοσούλη που ανακατελήφθη στις 9 Ιουλίου 2017. Η σύγκρουση αυτή οδήγησε σε προσφυγική κρίση το 2015 από την Συρία και το Ιράκ, αν και εκατοντάδες χιλιάδες Σύριοι πρόσφυγες έφυγαν ήδη από το 2011 όταν ξέσπασε ο πόλεμος στη Συρία. Η οργάνωση παράλληλα χρηματοδοτούνταν από το παράνομο εμπόριο φυσικών πόρων και από διάφορες κυβερνητικές και ιδιωτικές πηγές στις γύρω χώρες.[6] Το Ισλαμικό Κράτος έχει κατηγορηθεί για γενοκτονία έναντι της μειονότητας των Γεζίντι και για άλλες παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων.[7]

Κατά την περίοδο αυτή οι Κούρδοι συνέβαλαν σημαντικά στην διεθνή συμμαχία για την καταπολέμηση των τζιχαντιστών, ενώ η αυτόνομη αρχή του Ιρακινού Κουρδιστάν κατέλαβε αρκετά εδάφη μετά την αποχώρηση των Ιρακινών από εκεί το καλοκαίρι του 2014, συμπεριλαμβανομένης της πόλης Κερκούκ,[8] με τους Πεσμεργκά (στρατιωτικό σώμα των κουρδικών αρχών) να συμμετέχουν στις επιχειρήσεις εναντίον των τζιχαντιστών.[9] Παρ'όλα αυτά, οι Κούρδοι απέτυχαν λόγω των διεργασιών των μεγάλων δυνάμεων στη περιοχή να αποκομίσουν μακροπρόθεσμα γεωπολιτικά κέρδη.

Στις 25 Σεπτεμβρίου 2017 οι αρχές στο Ιρακινό Κουρδιστάν διεξήγαγαν δημοψήφισμα ανεξαρτησίας στα εδάφη που έλεγχαν οι ίδιες, αν και οι γύρω χώρες (εκτός του Ισραήλ, που έχει μια μακροπρόθεσμη εχθρότητα με το Ιράν μετά την ισλαμική επανάσταση το 1979) ήταν κατά του δημοψηφίσματος για λόγους όπως ο φόβος αποσταθεροποίησης του Ιράκ σε μια περίοδο όπου το Ισλαμικό Κράτος ήταν ακόμα δύναμη που ήλεγχε εδάφη στη χώρα, αλλά και λόγω του γεγονότος ότι ένα κουρδικό κράτος θα έθετε προηγούμενο εξέγερσης των Κούρδων οδηγώντας στην αλλαγή των συνόρων σε αρκετές χώρες.[10] Το δημοψήφισμα εν τέλει πέρασε με 93.7%, αλλά δεν δημιουργήθηκε ανεξάρτητο κουρδικό κράτος. Σύμφωνα με άρθρο της Καθημερινής, ο στόχος του δημοψηφίσματος ήταν περισσότερο να γίνει μοχλός πίεσης για το κουρδικό ζήτημα αλλά και για να ενισχύσει τις πιθανότητες εκλογής του επί δώδεκα χρόνια προέδρου της κουρδικής κυβέρνησης Μασούντ Μπαρζανί, παρά για να ξεκινήσει ο δρόμος προς την ανεξαρτησία. Το δημοψήφισμα μάλιστα, οδήγησε αργότερα στην ανακατάληψη της Κερκούκ και την επιστροφή του Ιρακινού Κουρδιστάν στα προ του 2014 σύνορα.[11]

Τον Οκτώβριο του 2019 ξεκίνησαν μεγάλες διαδηλώσεις σε όλη τη χώρα με τα βασικά αίτια των διαδηλώσεων να είναι η υψηλή ανεργία και η διαφθορά, ένα συχνό πρόβλημα στον αραβικό κόσμο. Μέχρι τις 28 Δεκεμβρίου 2019 είχανε καταγραφεί τουλάχιστον 490 θάνατοι και 22.000 τραυματίες.[12] Το Ιράν αποτελεί μια χώρα η οποία έχει έντονη επιρροή στη κυβέρνηση και στο πολιτικό σύστημα λόγω των Σιιτών, με το αίτημα διορισμού ενός ανεξάρτητου πρωθυπουργού να αποτελεί ένα από τα βασικά αιτήματα των διαδηλώσεων που επηρέασαν την χώρα καθ'όλο το τέταρτο τρίμηνο του 2019, ενώ άλλο βασικό αίτημα ήταν η ανατροπή του πολιτικού συστήματος.[13]

Στις 3 Ιανουαρίου 2020 αμερικανικό μη επανδρωμένο όχημα προέβη στη δολοφονία του Ιρανού διοικητή των δυνάμεων Κουντς της Ιρανικής Επαναστατικής Φρουράς, Κασέμ Σοϊλεμανί, στο Ιράκ, σαν αντίποινα για το ιρανικό χτύπημα στην αμερικανική πρεσβεία στη Βαγδάτη μια βδομάδα πριν.[14]

Το βορειοανατολικό Ιράκ είναι περιοχή ορεινή, συνέχεια της Αρμενίας. Το τμήμα της Μεσοποταμίας είναι ένα λεκανοπέδιο από εύφορες πεδιάδες και αποτελεί το μεγαλύτερο μέρος της χώρας. Το υπόλοιπο τμήμα του Ιράκ είναι ερημικό ή στεπώδες (προέκταση της συριακής ερήμου).

Το βόρειο Ιράκ έχει ψυχρό κλίμα και αρκετές βροχές, εξαιτίας τού ότι είναι ορεινό. Όμως γενικά το κλίμα του Ιράκ είναι ζεστό και ξηρό. Η περιοχή της Βαγδάτης, αν και βρίσκεται στην εύκρατη ζώνη (στο ίδιο ύψος περίπου με την Κρήτη) είναι το μέρος του κόσμου με την ψηλότερη θερμοκρασία (φτάνει συχνά τους 50 °C το καλοκαίρι). Λίγες βροχές πέφτουν, αλλά τόσο απότομες και ραγδαίες, που ο Τίγρης και ο Ευφράτης, τα δύο μεγάλα ποτάμια της δυτικής Ασίας, πλημμυρίζουν συχνά. Οι ποταμοί αυτοί πηγάζουν από τον αρμενικό Ταύρο και τον Αντίταυρο. Η σημασία των δύο αυτών ποταμών για το Ιράκ είναι πάρα πολύ μεγάλη, γιατί μόνο απ' αυτούς προέρχεται η άρδευση των μεγάλων πεδιάδων.

Στην περιοχή αυτή της Μεσοποταμίας, εξαιτίας του πλούτου του εδάφους, αναπτύχθηκαν αξιόλογοι πολιτισμοί. Πρώτα οι Ασσύριοι και οι Βαβυλώνιοι, μετά οι Πέρσες, πέρασαν από τη Μεσοποταμία αναπτύσσοντας πολιτισμούς, που ίχνη τους υπάρχουν ακόμα. Τα ερείπια αρχαίων πόλεων, όπως της Νινευή και της Βαβυλώνας, μαρτυρούν το μεγαλείο της εποχής τους.

Ο Τίγρης και ο Ευφράτης τελικά συνενώνονται και σχηματίζουν τον ποταμό Σατ αλ-Άραμπ, που χύνεται στον Περσικό Κόλπο, σχηματίζοντας μεγάλο δέλτα, ένα από τα πιο εύφορα της γης.

Το Ιράκ είναι χώρα γεωργική και κτηνοτροφική. Οι καλλιεργήσιμες εκτάσεις βρίσκονται κυρίως στην περιοχή της Μεσοποταμίας. Καλλιεργούνται δημητριακά, μπαμπάκι, λαχανικά, ρύζι και υπάρχουν και χουρμαδιές. Σχετικά με την κτηνοτροφία, εκτρέφονται αιγοπρόβατα, αλλά και βόδια, άλογα (αραβικές ράτσες αλόγων) και καμήλες.

Η ανάπτυξη του πληθυσμού (1961-2003) από στοιχεία του FAOSTAT (πληθυσμός σε χιλιάδες)

Ο πληθυσμός της χώρας είναι 44.414.800 κάτοικοι[1] (2024). Ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού είναι 2,16% (εκτίμηση 2020). Ρυθμός γεννήσεων 25,7 γεννήσεις/1.000 πληθυσμού και θανάτου 3,9 θάνατοι/1.000 πληθυσμού (εκτίμηση 2020).[15][16] Το προσδόκιμο ζωής στο σύνολο του πληθυσμού, σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2019 του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας ήταν 72,4 χρόνια (69,9 χρόνια οι άνδρες και 75,0 οι γυναίκες).[17]

Οι κάτοικοι του Ιράκ είναι, κατά μεγάλο ποσοστό, Άραβες, ενώ η μεγαλύτερη εθνική μειονότητα είναι των Κούρδων, οι οποίοι ζουν κυρίως στο βόρειο τμήμα της χώρας. Υπάρχουν ακόμη Τουρκομάνοι, συγγενείς των Τούρκων της Ανατολίας όπως επίσης Πέρσες και Ασσύριοι. Η πλειοψηφία των κατοίκων είναι μουσουλμάνοι Σιίτες (περίπου 55%) και Σουνίτες (περίπου 20%).[18][19]Οι σχέσεις των δύο ομάδων είναι εχθρικές από την εποχή του 7ου αιώνα, εξαιτίας της διαμάχης για τη διαδοχή του ιδρυτή της μουσουλμανικής θρησκείας Μωάμεθ. Τα τελευταία χρόνια, μετά την εισβολή των Αμερικανών και την πτώση του Σαντάμ Χουσεΐν, ο οποίος στηριζόταν στη σουνιτική μειοψηφία, οι σιίτες ανέλαβαν τη διακυβέρνηση γεγονός που πυροδότησε τη σουνιτική αντίδραση και αποτέλεσε μια από τις αιτίες για την ανάπτυξη των ομάδων που υποστηρίζουν το Ισλαμικό Χαλιφάτο και το ΙΚΙΛ (Ισλαμικό Κράτος Ιράκ και Λεβάντε).

Άλλοι πληθυσμοί που διαμένουν στο Ιράκ είναι Τσετσένοι,[20] ενώ στο νότιο Ιράκ υπάρχει κοινότητα Ιρακινών αφρικανικής καταγωγής ως αποτέλεσμα του δουλεμπορίου του Ισλαμικού Χαλιφάτου κατά τον 9ο αιώνα με την πόλη της Βασόρας να είναι το επίκεντρο.[21]

Τα αραβικά είναι η γλώσσα την οποία χρησιμοποιεί το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, ενώ τα κουρδικά ομιλούνται από το περίπου 10 με 15% του πληθυσμού. Άλλες γλώσσες, είναι τα τουρκικά και η νεο-αραμαϊκή γλώσσα των Ασσυρίων, οι οποίες έχουν ένα ποσοστό 5%. Ακόμα μικρότερες ομάδες γλωσσών συνιστούν τα μανδαϊκά, σαμπάκι, αρμένικα, κιρκασιανά, και τα περσικά. Τα αραβικά, κουρδικά, περσικά και αζέρικα γράφονται με την αραβική γραφή, η νεο-αραμαϊκή γλώσσα με τη συριακή, και τα αρμένικα με την αρμένικη γραφή.[22]

Πριν την αμερικανική εισβολή του 2003, τα αραβικά ήταν η μόνη επίσημη γλώσσα. Από τον Ιούνιο του 2004 επίσημη γλώσσα έγιναν και τα κουρδικά, ενώ τα νεο-αραμαϊκά και τα τουρκμένικα έγιναν αναγνωρισμένες τοπικές γλώσσες. Επιπρόσθετα, προβλέπεται πως η οποιαδήποτε περιοχή μπορεί να προωθήσει μια γλώσσα ως αναγνωρισμένη εφόσον η πρόταση περάσει επιτυχώς από δημοψήφισμα.[22]

Η πλειοψηφία των κατοίκων του Ιράκ είναι μουσουλμάνοι, με το ποσοστό τους να υπολογίζεται στο 95% του συνολικού πληθυσμού, και να αποτελείται από 65% Σιίτες και 35% Σουνίτες, ή 51% Σιίτες, 42% Σουνίτες, και 5% απλώς να αναφέρουν πως είναι Μουσουλμάνοι σύμφωνα με άλλη έρευνα.[23]Στο Ιράκ βρίσκονται 2 από τις ιερότερες τοποθεσίες των Σιιτών, η Νατζάφ και η Καρμπάλα.[24]

Ο πληθυσμός των Σουνιτών υπέστη σημαντικές διακρίσεις από τη Σιιτική κυβέρνηση μετά την πτώση του Σαντάμ Χουσεΐν το 2003 (επί διακυβέρνησης του το καθεστώς ήταν σουνιτικό), παρά τις διαψεύσεις της κυβέρνησης του Νουρί αλ Μαλίκι.[25]

Ένα μικρό ποσοστό των κατοίκων είναι χριστιανοί, περίπου 250.000, κυρίως Ασσύριοι χριστιανοί η οποία έχουν μακρόχρονη παρουσία στη χώρα ενώ υπάρχουν και λίγοι Αρμένιοι και ελληνορθόδοξοι.[26] Παλαιότερα το ποσοστό αυτό ήταν μεγαλύτερο (5%) και οι χριστιανοί έφταναν το 1.400.000 αλλά τα τελευταία χρόνια πολλοί επέλεξαν να μεταναστεύσουν από τη χώρα για να γλυτώσουν από τις διακρίσεις που υφίσταντο επί δεκαετίες και τον εμφύλιο πόλεμο που προέκυψε μετά την αμερικανική εισβολή στη χώρα[27].[28] Άλλα χριστιανικά δόγματα είναι αυτά της Χαλδαιακής Καθολικής Εκκλησίας, Ασσυριακής Εκκλησίας της Ανατολής, Ασσυριακής Πεντηκοστιανής Εκκλησίας, και της Συριακής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Ένα μέρος από τους χριστιανικούς πληθυσμούς που είχαν φύγει από τη χώρα, άρχισαν να επιστρέφουν στις κουρδικές αυτόνομες περιοχές του Ιρακινού Κουρδιστάν.[29][30]

Υπάρχουν επίσης οι μικρές εθνοθρησκευτικές μειονότητες των Μανδαίων, Σαμπάκων, Γιαρσάν, και των Γιαζίντι, ενώ οι Εβραίοι του Ιράκ, οι οποίοι το 1941 αριθμούσαν 150.000 άτομα, έχουν σχεδόν ολοκληρωτικά εγκαταλείψει τη χώρα.[31]

Πρωτεύουσα του Ιράκ είναι η Βαγδάτη (7.216.040 κατ. το 2011), πόλη καθαρά ανατολίτικη που μόλις τώρα άρχισε να εκσυγχρονίζεται κατά το δυτικό τύπο. Άλλες μεγάλες πόλεις είναι η Βασόρα (μεγάλο λιμάνι, η Βενετία της Ανατολής, με τις πολλές της διώρυγες, στις όχθες του Τίγρη, με 2.300.000 κατοίκους), η Μοσούλη, η Αρμπίλ (αρχαία Άρβηλα), η Σουλεϊμανίγια, το Κιρκούκ, η Νατζάφ, η Κερμπάλα, η Νασιρίγια, η Φαλούτζα.

Βαγδάτη
Βασόρα
Μοσούλη
Αρμπίλ
Μεγαλύτερες πόλεις ή περιοχές (Ιράκ) (geonames.org)
Κατάταξη Όνομα Επαρχία Πληθ.
1 Βαγδάτη Βαγδάτη 9.500.000
2 Βασόρα Βασόρα 2.300.125
3 Μοσούλη Επαρχία Νινευής 2.000.000
4 Αρμπίλ Αρμπίλ 1.100.000
5 Κιρκούκ Κιρκούκ 1.100.000
6 Σουλεϊμανίγια Σουλεϊμανίγια 1.000.000
7 Χίλλα Επαρχία Μπαμπίλ 1.000.000
8 Καρμπάλα Καρμπάλα 800.347
9 Νατζάφ Νατζάφ 800.137
10 Αλ Νασιρίγια Επαρχία Ντι Καρ 700.373

Το Σύνταγμα που επικυρώθηκε το 2005 μπορεί να τεθεί σε δημοψήφισμα. Αρχηγός Κράτους είναι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Αρχηγός κυβέρνησης είναι ο Πρωθυπουργός. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και οι Αντιπρόεδροι της Δημοκρατίας έχουν περιορισμένες εξουσίες ενώ ο Πρωθυπουργός έχει τις ουσιαστικότερες εξουσίες.

Το Ιράκ αποτελεί μια διχασμένη χώρα, λόγω του μικτού θρησκευτικά πληθυσμού που περιλαμβάνει τόσο Σουνίτες όσο και Σιίτες.[32]

Κύριο λήμμα: Εκλογές στο Ιράκ

Οι πιο πρόσφατες εκλογές διεξήχθησαν στις 12 Μαΐου 2018.

Το ΑΕΠ της χώρας είναι 68,553 δισ. δολάρια ΗΠΑ (σε ονομαστικές τιμές, εκτίμηση 2009). Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ είναι 2.195$ (εκτίμηση 2009).

Η παραγωγή του Ιράκ είναι πολύ κατώτερη από τις δυνατότητες της χώρας, γιατί γίνεται με αρκετά πρωτόγονα μέσα. Το 78% των κατοίκων απασχολούνται στην ύπαιθρο γι' αυτό και δεν υπάρχουν βιομηχανίες. Ένα από τα ιδιαίτερα οικονομικά χαρακτηριστικά του Ιράκ είναι το πετρέλαιο. Η παραγωγή πετρελαίου φτάνει στα 41 εκατομ. τόνους κάθε χρόνο. Μεγάλες πετρελαιοπηγές υπάρχουν στη Μοσούλη, στο Κιρκούκ, στη Βασόρα κλπ. Όμως στο Ιράκ δε γίνεται καμιά επεξεργασία πετρελαίου. Μεταφέρεται με αγωγούς είτε στον Περσικό Κόλπο, είτε στη Μεσόγειο και εξάγεται σαν πρώτη ύλη. Το Ιράκ, το οποίο ακόμη και στη δεκαετία του 2020 παλεύει για να αντιμετωπίσει τις πληγές που άφησε το εμπάργκο της δεκαετίας του 1990 και η μετέπειτα εισβολή των ΗΠΑ, χρηματοδοτεί το μεγαλύτερο μέρος του προϋπολογισμού από τις εξαγωγές του πετρελαίου του.[33]

Γενικά το Ιράκ, αν και χώρα πλούσια, είναι προς το παρόν υπανάπτυκτη. Οι συγκοινωνίες δεν είναι καλές, βιομηχανία σχεδόν δεν υπάρχει. Οι εξαγωγές της χώρας περιορίζονται σε αργό πετρέλαιο και γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα, ενώ άλλο ένα πρόβλημα είναι η υψηλή διαφθορά.[4]

Η οδήγηση γίνεται στα δεξιά.

  1. 1,0 1,1 1,2 «Iraqi population estimates for the period (2015-2030)». Central Statistical Organization (CSO). Ανακτήθηκε στις 30 Ιουνίου 2024. 
  2. 2,0 2,1 2,2 2,3 «Report for Selected Countries and Subjects: Iraq». 
  3. Human Development Report 2021-22: Uncertain Times, Unsettled Lives: Shaping our Future in a Transforming World (PDF). hdr.undp.org. United Nations Development Programme. 8 Σεπτεμβρίου 2022. σελίδες 272–276. ISBN 978-9-211-26451-7. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 8 Σεπτεμβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 8 Σεπτεμβρίου 2022. 
  4. 4,0 4,1 Newsroom. «Ιράκ: το χρήμα ρέει, η οικονομία ασθενεί». www.kathimerini.gr. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2023. 
  5. Cockburn, Patrick. Η επιστροφή των Τζιχαντιστών: Το Ισλαμικό Κράτος και η νέα εξέγερση των Σουνιτών. Metaichmio Publications. ISBN 978-960-566-984-3. 
  6. «Πώς γεννήθηκε και γιγαντώθηκε το Ισλαμικό Κράτος». www.naftemporiki.gr. 18 Νοεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2023. 
  7. «Ζήτημα γενοκτονίας των Γεζίντι θέτουν δύο μη κυβερνητικές οργανώσεις». ProtoThema. 24 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2023. 
  8. Newsroom (16 Οκτωβρίου 2017). «Στον πλήρη έλεγχο των ιρακινών δυνάμεων το Κιρκούκ». CNN.gr. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2023. 
  9. «Οι πεσμεργκά ήταν καλοί... μόνο για τη «βρόμικη δουλειά»». Η Εφημερίδα των Συντακτών. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2023. 
  10. Kraia, Argyro (25 Σεπτεμβρίου 2017). «Τι πρέπει να γνωρίζετε για το δημοψήφισμα ανεξαρτησίας του Κουρδιστάν». euronews. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2023. 
  11. Μπερσή, Ευρυδίκη. «Επικίνδυνος χορός μετά το δημοψήφισμα στο Κουρδιστάν». www.kathimerini.gr. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2023. 
  12. Κιτσικόπουλος, Πάνος (28 Δεκεμβρίου 2019). «Ιράκ: Οργή λαού κατά του πολιτικού συστήματος». euronews. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2023. 
  13. «Βαθαίνει η πολιτική κρίση στο Ιράκ». euronews. 26 Δεκεμβρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2023. 
  14. Capital.gr. «Κασέμ Σουλεϊμανί: Γιατί ΗΠΑ και Ισραήλ ήθελαν να σκοτωθεί πάση θυσία ο 'Σκιώδης Διοικητής'». Capital.gr. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2023. 
  15. Ιράκ Αρχειοθετήθηκε 2018-12-24 στο Wayback Machine. CIA World Factbook
  16. «Iraqi population reaches about 35 million». Aswat Al Iraq. 27 Απριλίου 2013. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 1 Ιουλίου 2013. 
  17. Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, Προσδόκιμο ζωής και υγιές προσδόκιμο ζωής, Δεδομένα ανά χώρα
  18. Assyria. UNPO (2008-03-25). Retrieved on 2013-12-08.
  19. Sharp, Heather (March 3, 2003). «BBC News – Iraq's 'devastated' Marsh Arabs». http://news.bbc.co.uk/2/hi/middle_east/2807821.stm. Ανακτήθηκε στις 2008-05-01. 
  20. «Chechens in the Middle East: Between Original and Host Cultures». Belfer Center for Science and International Affairs. 18 Σεπτεμβρίου 2002. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Ιουλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 21 Απριλίου 2010. 
  21. Williams, Timothy (2009-12-02). «In Iraq’s African Enclave, Color Is Plainly Seen». The New York Times. http://www.nytimes.com/2009/12/03/world/middleeast/03basra.html?_r=0. 
  22. 22,0 22,1 Iraqi Constitution Αρχειοθετήθηκε 2016-11-28 στο Wayback Machine.. iraqinationality.gov.iq
  23. «Iraq's unique place in the Sunni-Shia divide - Pew Research Center». Pew Research Center. 18 Ιουνίου 2014. 
  24. On Point: The United States Army In Operation Iraqi Freedom – Page 265, Gregory Fontenot – 2004
  25. «Shias dominate Sunnis in the new Iraq». CBC news World. http://www.cbc.ca/news/world/shias-dominate-sunnis-in-the-new-iraq-1.1269416. Ανακτήθηκε στις 2014-04-10. 
  26. «Iraqi Christians' long history». BBC News. 2010-11-01. http://news.bbc.co.uk/2/hi/3526386.stm. Ανακτήθηκε στις 2013-01-25. 
  27. «Ιράκ: τo εθνικό και θρησκευτικό μωσαϊκό,». 
  28. «IRAQ: Christians live in fear of death squads». IRIN Middle East. IRIN. 19 Οκτωβρίου 2006. Ανακτήθηκε στις 21 Οκτωβρίου 2013. 
  29. Assyria. UNPO (2008-03-25). Retrieved on 2013-12-08.
  30. Paul Schemm (2009-05-15). «In Iraq, an Exodus of Christians». Associated Press. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2011-04-29. https://web.archive.org/web/20110429203337/http://www.cnsnews.com/news/article/48185. Ανακτήθηκε στις 2010-05-29. 
  31. Stone, Andrea (2003-07-27). «Embattled Jewish community down to last survivors». Usatoday.com. http://www.usatoday.com/news/world/iraq/2003-07-27-iraq-jews-usat_x.htm. Ανακτήθηκε στις 2011-06-19. 
  32. «Οι διαδηλωτές του Ιράκ γίνονται βουλευτές | Foreign Affairs - Hellenic Edition». foreignaffairs.gr. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2023. 
  33. «Ιράκ : Φόβοι για οικονομική κατάρρευση αν κλείσει η στρόφιγγα των πετροδολαρίων». ΤΑ ΝΕΑ. 13 Ιανουαρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 25 Φεβρουαρίου 2023. 

Σχετική βιβλιογραφία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]