Chevrolet Corvette C3
Το λήμμα δεν περιέχει πηγές ή αυτές που περιέχει δεν επαρκούν. |
Chevrolet Corvette C3 | |
---|---|
Chevrolet Corvette C3 Convertible του 1968 Chevrolet Corvette C3 T-Top (targa-top) του 1981 | |
Σύνοψη | |
Κατασκευαστής | Chevrolet |
Μητρική εταιρεία | General Motors |
Εναλλακτική ονομασία | Chevrolet Corvette Stingray (1969 — 1976) |
Παραγωγή | Αύγουστος 1967 — Οκτώβριος 1982 |
Σεζόν | 1968 — 1982 |
Συναρμολόγηση | Σαιντ Λούις, Μιζούρι, ΗΠΑ (Αύγουστος 1967 – Ιούλιος 1981) Bowling Green, Κεντάκι, ΗΠΑ (Ιούνιος 1981 – Οκτώβριος 1982) |
Σχεδιαστής | Το σχεδιαστικό προσωπικό της GM και της Chevrolet Επικεφαλής του ντιζάιν: Bill Mitchell Επικεφαλής μηχανικός: Zora Arkus-Duntov |
Αμάξωμα και σασί | |
Κατηγορία | Σπορ αυτοκίνητο |
Αμάξωμα | 2-πορτο, 2-θέσιο coupé (1967 — 1982) 2-πορτο, 2-θέσιο convertible (1967 — 1975) |
Διαμόρφωση | Κινητήρας μπροστά, πίσω κίνηση |
Σύστημα κίνησης | |
Κινητήρας | 5.0 λίτρα (μόνο την σεζόν του 1980 και αποκλειστικά στην Καλιφόρνια) 5.4 λίτρα Small-Block (1967 - 1968) 5.7 λίτρα Small-Block (1969 - 1982) 7.0 λίτρα Big-Block (1967 - 1969) 7.4 λίτρα Big-Block (1970 - 1974) Όλοι V8 βενζίνης |
Μετάδοση | 3-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο (1967 - 1969 σε ελάχιστα αντίτυπα) 4-τάχυτο μηχανικό κιβώτιο (1967 - 1981) 3-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο Turbo-Hydramatic (1967 - 1981) 4-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο (μόνο τη σεζόν του 1982 και ως το μοναδικό κιβώτιο αυτής της σεζόν) |
Χωρητικότητα καυσίμου | Σεζόν 1968 — 1977 : 64 λίτρα Σεζόν 1978 — 1982 : 91 λίτρα |
Διαστάσεις | |
Μεταξόνιο | 2.489 χιλιοστά |
Μήκος | Σεζόν 1968 :[1] 4.625 χιλιοστά Σεζόν 1982 :[2] 4.707 χιλιοστά |
Πλάτος | Σεζόν 1968 : 1.758 χιλιοστά Σεζόν 1982 : 1.753 χιλιοστά |
Ύψος | Σεζόν 1968 : 1.214 χιλιοστά Σεζόν 1982 : 1.219 χιλιοστά |
Κενό Βάρος | 1.410 - 1.620 κιλά |
Χρονολόγιο | |
Προηγούμενο μοντέλο | Chevrolet Corvette C2 |
Επόμενο μοντέλο | Chevrolet Corvette C4 |
Η τρίτη γενιά της Chevrolet Corvette, γνωστή ως Chevrolet Corvette C3, μπήκε στην παραγωγή τον Αύγουστο του 1967 και κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο, ως μοντέλο της σεζόν του 1968. Λόγω της εξαιρετικά μεγάλης εμπορικής της επιτυχίας, διατηρήθηκε για 15 χρόνια, με αρκετές όμως ενδιάμεσες αναβαθμίσεις στην αισθητική και στον εξοπλισμό, και η παραγωγή της έφτασε ως τον Οκτώβριο του 1982, με αποτέλεσμα να γίνει η μακροβιότερη γενιά στην ιστορία της Corvette. Επίσης διατηρεί και τον άτυπο τίτλο της δημοφιλέστερης γενιάς, καθώς κατασκευάστηκαν συνολικά 542.741 αντίτυπα της Corvette C3, από τα οποία τα 70.586 ήταν καμπριολέ (η ανοιχτή εκδοχή παρήχθη από το 1967 έως το 1975), με το μέγιστο ετήσιο ρεκόρ της ιστορίας όλων των γενεών της Corvette να σημειώνεται τη σεζόν του 1979, όταν και παρήχθησαν 53.807 αντίτυπα.[3] Αντικαταστάθηκε τον Μάρτιο του 1983 από την Chevrolet Corvette C4.
Ειδικότερα οι Corvette C3 που κατασκευάστηκαν από τη σεζόν (model year) του 1969 έως τη σεζόν του 1976 διατέθηκαν ως Corvette Stingray[4] (stingray : σαλάχι στα αγγλικά), ονομασία που τελικώς επανήλθε τον Σεπτέμβριο του 2013 με την εμπορική εισαγωγή της Corvette C7 και διατηρήθηκε και στη σημερινή Corvette C8. Για την ακρίβεια, στην Corvette C3 ήταν η δεύτερη φορά που χρησιμοποιήθηκε αυτή η ονομασία, αν και η προκάτοχος Corvette C2 του 1962 - 1967 την έφερε σε μορφή δύο λέξεων, ως «Sting Ray», αντί για μονολεκτικά.
Βασικά στοιχεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το σασί της Corvette C3 μεταφέρθηκε αυτούσιο από την προκάτοχο Chevrolet Corvette C2, αλλά με πλήρη εξωτερικό επανασχεδιασμό. Επίσης, μεταφέρθηκαν αυτούσια τα 4 δισκόφρενα και η πλήρως ανεξάρτητη ανάρτηση εμπρός και πίσω (με μικρές βελτιώσεις), καθώς και η παλέτα των κινητήρων με τις γνωστές τους ιπποδυνάμεις και τα χειροκίνητα κιβώτια, τόσο το 3-τάχυτο, όσο και το 4-τάχυτο. Αντιθέτως, το εντελώς αναχρονιστικό πλέον 2-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο Powerglide των 2 πρώτων γενεών της Corvette (Corvette C1 και Corvette C2) καταργήθηκε οριστικά και αντικαταστάθηκε εξ αρχής από το νέο τότε 3-τάχυτο αυτόματο κιβώτιο Turbo Hydramatic με τον κωδικό RPO M40. Νέες προαιρετικές επιλογές, ήταν θερμαινόμενο πίσω παρμπρίζ, αντικλεπτικό σύστημα συναγερμού, καλύμματα στους τροχούς από φωτεινότερο μέταλλο και ένα στερεοφωνικό ραδιόφωνο AM-FM.[5]
Αισθητική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μια ξεχωριστή ιδιαιτερότητα της Corvette C3 και ιδίως των πρώτων ετών παραγωγής της, το διάστημα 1967 - 1972, ήταν ότι είχε μια αισθητική με έντονες επιδράσεις από τα τότε αμερικανικά muscle cars, που μεσουρανούσαν την εποχή του σχεδιασμού και της εισαγωγής της C3. Αυτό ήταν μοναδικό στην ιστορία όλων των γενεών του μοντέλου, καθώς η Corvette διαχρονικά ανήκει σε εντελώς διαφορετική κατηγορία, αυτή των καθαρόαιμων 2-θέσιων σπορ αυτοκινήτων υψηλών επιδόσεων. Μάλιστα η C3, όπως συνέβη και με πολλά muscle cars τότε, είχε υιοθετήσει το λεγόμενο «Coke Bottle Design», δηλαδή το ντιζάιν αμαξώματος που παρέπεμπε στο μπουκάλι της Κόκα κόλα. Από τη σεζόν του 1973 όμως, άρχισε να εισάγει πιο έντονα αεροδυναμικά σχεδιαστικά στοιχεία, που σύντομα τη διαμόρφωσαν σε αυτοκίνητο της κατηγορίας sport touring.
Βελτιώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Για την ακρίβεια, τη σεζόν του 1973 ο μπροστινός προφυλακτήρας από χρώμιο καταργήθηκε και αντικαταστάθηκε από έναν πλαστικό στο χρώμα του αμαξώματος, με έντονα αεροδυναμικό σχήμα, αλλάζοντας έτσι εντελώς το μπροστινό ρύγχος. Επίσης καθιερώθηκαν στάνταρ ελαστικά ραντιάλ και έγινε μια επανασχεδίαση στις βάσεις του αμαξώματος, ενώ τοποθετήθηκαν και δοκοί ασφαλείας, με αποτέλεσμα όλων αυτών τη βελτίωση της κύλισης και του ελέγχου στην οδήγηση, ενώ και τα επίπεδα θορύβου στο σαλόνι μειώθηκαν κατά 40%. Σύμφωνα και με την επίσημη διαφήμιση της Chevrolet : «Της δώσαμε ραντιάλ, μια πιο ήσυχη οδική συμπεριφορά, δοκούς ασφαλείας και μια δουλειά στο ρύγχος».[6] Ο πίσω προφυλακτήρας από χρώμιο διατηρήθηκε αυτούσιος από την προηγούμενη σεζόν, αυτή του 1972, αλλά μόνο για 1 έτος ακόμα.
Πράγματι, τη σεζόν του 1974 ο πίσω προφυλακτήρας από χρώμιο αντικαταστάθηκε και αυτός από έναν πλαστικό στο χρώμα του αμαξώματος, ο οποίος ταίριαζε πολύ καλύτερα με το γενικότερο ντιζάιν του πίσω μέρους της C3 και ήταν πολύ πιο σύγχρονος και ελκυστικός. Η συντριπτική πλειοψηφία των οπαδών του μοντέλου και γενικώς των σπορ αυτοκινήτων ενθουσιάστηκε με την νέα αυτή αισθητική και οι πωλήσεις συνέχισαν να ανεβαίνουν στα επόμενα χρόνια. Επίσης, τη σεζόν του 1974 το πλάτος του εσωτερικού καθρέφτη οπισθοπορείας αυξήθηκε από τις 8 ίντσες (200 χιλιοστά) στις 10 ίντσες (250 χιλιοστά).
Στη συνέχεια, η Corvette C3 της σεζόν του 1975 διαφημίστηκε ως μια «πιο αποτελεσματική και αποδοτική Corvette»[7] και ο λόγος ήταν ότι η Corvette απέκτησε μεγαλύτερα διαστήματα μεταξύ των υποχρεωτικών σέρβις, ηλεκτρονική ανάφλεξη καυσίμου (electronic fuel ignition) και, λόγω της αμερικανικής νομοθεσίας που τότε τους επέβαλε, καταλύτη. Λόγω της υποχρεωτικής τοποθέτησης του καταλύτη, η Chevrolet Corvette C3 και, γενικότερα, όλα τα μοντέλα αμερικανικής κυκλοφορίας, απέκτησαν την ένδειξη «unleaded fuel only» («μόνο αμόλυβδη βενζίνη») δίπλα στον δείκτη καυσίμων στο κοντέρ, καθώς και στην εξωτερική τάπα της βενζίνης. Από την ίδια σεζόν, το στροφόμετρο στον πίνακα οργάνων της C3 έγινε ηλεκτρονικού ελέγχου.
Επίσης από την ίδια σεζόν, η Corvette καθιέρωσε στο ταχύμετρο και το μετρικό σύστημα, καθώς εκτός από τα μίλια την ώρα έδειχνε πλέον, σε έναν εσωτερικό μικρότερο κύκλο, και τα χιλιόμετρα την ώρα. Είναι αξιοσημείωτο ότι το αμερικανικό περιοδικό Car and Driver σε ένα μοντέλο του 1975 μέτρησε επιτάχυνση 0-60 μίλια / 0-97 χιλιόμετρα την ώρα σε μόλις 7,7 δευτερόλεπτα και αυτό μάλιστα σε ένα αντίτυπο με τον βασικό κινητήρα και με το αυτόματο κιβώτιο, τονίζοντας ότι η Corvette ήταν, ακόμα και με τον καταλύτη και στη βασική έκδοση, ένα από τα ταχύτερα μοντέλα της τότε εποχής.[8] Η σεζόν του 1975 ήταν η τελευταία για την εκδοχή καμπριολέ της Corvette C3 και μόλις το 12% των αντιτύπων παραγγέλθηκε σε κάμπριο.
Από τη σεζόν του 1976, η έκδοση καμπριολέ καταργήθηκε στην Corvette C3, λόγω ενός τότε φόβου του μητρικού ομίλου της General Motors ότι οι επερχόμενες προδιαγραφές ασφαλείας θα την έκαναν απαγορευτική (επανήλθε στη Chevrolet Corvette C4 από τη σεζόν του 1986 και εξακολουθεί να προσφέρεται σε όλες τις μετέπειτα γενιές της). Ωστόσο, ακόμα και μόνο με την εκδοχή κουπέ, η Corvette συνέχισε να επιτυγχάνει ολοένα και μεγαλύτερα ρεκόρ πωλήσεων. Την ίδια σεζόν, ο θερμαντήρας του πίσω παρμπρίζ άλλαξε, από τύπου ροής ζεστού αέρα στο πίσω μέρος εσωτερικά, σε θερμαινόμενο γυαλί «Electro-Clear», με τις θερμαινόμενες γραμμές / λωρίδες μέσα στο γυαλί.[9]
Με την έναρξη της σεζόν του 1977, το τιμόνι μετακινήθηκε κατά 2 ίντσες δηλαδή 5,08 εκατοστά πιο κοντά προς το ταμπλό, με σκοπό τη μεγαλύτερη ελευθερία κινήσεων για τον οδηγό. Ταυτόχρονα, το ήδη δημοφιλές και προηγουμένως δερμάτινο σαλόνι, έγινε πλέον στάνταρ, αν και μπορούσε προαιρετικά να παραγγελθεί με συνδυασμό δέρματος και υφάσματος, χωρίς διαφορά στην εμπορική τιμή. Η κεντρική κονσόλα και τα όργανα στο κοντέρ επανασχεδιάστηκαν, όπως και τα σκιάδια, έτσι ώστε να προσφέρουν επισκίαση και από το πλάι, εκτός από μόνο μπροστά. Την ίδια σεζόν συνεχίστηκε περαιτέρω η μετεξέλιξη της Corvette σε αυτοκίνητο τύπου sport touring, καθώς το υδραυλικό τιμόνι και τα υποβοηθούμενα φρένα έγιναν στάνταρ, ενώ εμφανίστηκαν νέες επιλογές, όπως έξτρα cruise control, στάνταρ εξωτερικός καθρέφτης συνοδηγού (προηγουμένως ήταν έξτρα και συνήθως ήταν με τοποθέτηση στα σημεία πώλησης) και 2 πλαστικοί αεροδυναμικής σχεδίασης εξωτερικοί καθρέφτες, ενώ προηγουμένους είχε μεταλλικούς παλαιομοδίτικους. Ειδικότερα το cruise control ήταν διαθέσιμο μόνο στα μοντέλα με αυτόματο κιβώτιο.
Τη σεζόν του 1978, η Chevrolet Corvette συμπλήρωσε 25 χρόνια ζωής και, για τον εορτασμό αυτής της επετείου, προσφέρθηκε η εργοστασιακή έκδοση Chevrolet Corvette Silver Anniversary («Ασημένια Επέτειος»), με δίχρωμη ασημί και γκρι εξωτερική βαφή και ασημί δερμάτινο σαλόνι. Γενικότερα πάντως, όλες οι Corvette της τότε σεζόν έφεραν εμβλήματα «Silver Anniversary» στο μπροστινό ρύγχος και στην εξωτερική τάπα της βενζίνης. Μια εντυπωσιακή σχεδιαστική αλλαγή που έγινε τότε σε όλες τις Corvette, ήταν η καθιέρωση ενός έντονα καμπυλωτού πίσω παρμπρίζ, τύπου fastback, που αντικατέστησε το προηγούμενο βαθουλωτό προς τα μέσα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της αεροδυναμικής του μοντέλου, την αύξηση του χώρου αποσκευών και τη βελτίωση της ορατότητας προς τα πίσω. Σε όλες, επίσης, τις Corvette, η χωρητικότητα της δεξαμενής καυσίμων αυξήθηκε σημαντικά από 64 λίτρα σε 91 λίτρα, το ταχύμετρο και το στροφόμετρο επανασχεδιάστηκαν, τα εσωτερικά πάνελ στις πόρτες εκσυγχρονίστηκαν και το ταμπλό απέκτησε ντουλαπάκι συνοδηγού, αντί θήκες για χάρτες στα παλαιότερα μοντέλα. Τότε, επίσης, η Corvette καθιέρωσε το μετρικό σύστημα στα ελαστικά, με τις στάνταρ διαστάσεις να είναι P225/70R15.
Από τη σεζόν του 1979, τα φώτα αλογόνου στην υψηλή σκάλα (κοινώς μακρινά φώτα), έγιναν στάνταρ, όπως επίσης και το (προηγουμένως έξτρα) ραδιόφωνο AM-FM, ενώ για πρώτη φορά προσφερόταν και ένα κασετόφωνο, με έξτρα χρέωση 234 δολάρια.[5] Επίσης, προστέθηκε ένας ηλεκτρικός ανεμιστήρας για καλύτερη ψύξη του κινητήρα, αν και μόνο στα μοντέλα με τον κινητήρα L-82 και με κλιματισμό.[10] Να σημειωθεί ότι το 1979 το ποσοστό των Corvette οι οποίες παραγγέλθηκαν με χειροκίνητο κιβώτιο έπεσε κάτω από το 20%, ενώ τη σεζόν του 1968, την πρώτη της Corvette C3, το 82% του αντιτύπων του μοντέλου είχε παραγγελθεί με χειροκίνητο κιβώτιο.[5] Επιπρόσθετα, το 1979 σημειώθηκε το μέγιστο ρεκόρ όλων των εποχών στην παραγωγή και στη δημοτικότητα της Corvette, καθώς η παραγωγή το 1979 έφτασε τα 53.807 αντίτυπα,[11] ένα ρεκόρ που κρατάει ακόμα.
Τη σεζόν του 1980, ο μπροστινός και ο πίσω προφυλακτήρας έλαβαν έναν ακόμα επανασχεδιασμό, με εντελώς νέα αεροδυναμικά σπόιλερ, τα οποία βελτίωσαν σημαντικά την αεροδυναμική του μοντέλου και την ροή του αέρα στο ψυγείο. Μαζί με αυτά, επανασχεδιάστηκε και το μπροστινό καπό. Επίσης, ο κλιματισμός, τα ηλεκτρικά παράθυρα, οι 2 αεροδυναμικής σχεδίασης πλαστικοί εξωτερικοί καθρέφτες και η ρύθμιση πάνω / κάτω και μέσα / έξω στο τιμόνι έγιναν όλα στάνταρ. Ταυτόχρονα όμως, το καλοκαίρι του 1979, με την έναρξη της σεζόν του 1980, τοποθετήθηκε στις Corvette, όπως και σε όλα τα μοντέλα για πώληση στις ΗΠΑ ένα ταχύμετρο με μέγιστη ένδειξη τα 85 μίλια την ώρα (137 χιλιόμετρα την ώρα), λόγω ενός σχετικού νόμου που βγήκε τότε στις Ηνωμένες Πολιτείες (αν και δεν ίσχυσε ποτέ στον Καναδά, όπου μάλιστα τα χιλιόμετρα είχαν αντικαταστήσει τα μίλια ως επίσημη μονάδα μέτρησης ήδη από το 1977, και στη χώρα αυτή τα ταχύμετρα των αυτοκινήτων δεν άλλαξαν ως προς το παρελθόν), αντικαθιστώντας το προηγούμενο που έδειχνε έως τα 140 μίλια την ώρα (225 χιλιόμετρα την ώρα). Το σοβαρό πλήγμα όμως, ήρθε λόγω της δεύτερης συνεχόμενης πετρελαϊκής κρίσης, η οποία ξέσπασε τον Ιούνιο του 1979 εξαιτίας της Ιρανικής Επανάστασης και οξύνθηκε περαιτέρω τα έτη 1980 και 1981 λόγω του τότε πολέμου μεταξύ Ιράν και Ιράκ. Ως αποτέλεσμα του συνεπακόλουθου παγκόσμιου πληθωρισμού, η βασική τιμή της Corvette αυξήθηκε τέσσερις φορές κατά τη διάρκεια της σεζόν του 1980, φτάνοντας από τα 10.220 δολάρια στην έναρξη της σεζόν του 1979 στα 13.140 δολάρια στην έναρξη της σεζόν του 1980 και στα 16.258 δολάρια στην έναρξη της σεζόν του 1981.[5] Το αποτέλεσμα ήταν η απότομη πτώση της ζήτησης και η παραγωγή τις σεζόν του 1980 και του 1981 έπεσε στα 40.614 και 40.606 αντίτυπα (μόλις 8 αυτοκίνητα διαφορά!) αντίστοιχα.
Τον Ιούνιο του 1981, η παραγωγή της Chevrolet Corvette μεταφέρθηκε από το Σαιντ Λούις του Μιζούρι στο Μπόουλινγκ Γκριν (Bowling Green) του Κεντάκι, όπου και συνεχίζει να παράγεται μέχρι σήμερα, αν και ένας μικρός αριθμός αντιτύπων συνέχισε να παράγεται στο Σαιντ Λούις έως και τον Ιούλιο του 1981. Έως τότε, όταν και ξεκίνησε η σεζόν του 1982, η βασική τιμή της Corvette είχε αυξηθεί περαιτέρω, φτάνοντας στα 18.290 δολάρια.
Η σεζόν του 1982, ήταν πλέον γνωστό ότι θα ήταν η τελευταία της Corvette C3, αλλά ακόμα και έτσι, και παρά τη διαρκή άνοδο της εμπορικής τιμής της λόγω του πληθωρισμού, κατάφερε να πουλήσει 25.407 αντίτυπα. Για να σηματοδοτήσει την οριστική λήξη της Corvette C3, η Chevrolet προσέφερε την ειδική έκδοση Collector Edition («Συλλεκτική Έκδοση»), με ασημί-μπεζ εξωτερική βαφή, ζάντες μοναδικού σχήματος, που θύμιζαν αυτές του 1967 όταν εισήχθη η Corvette C3 και θύμιζαν τουρμπίνα αεροπλάνου, καθώς και ένα εντελώς διαφορετικό πίσω παρμπρίζ σχήματος hatchback.[12] Γενικότερα ο αεροδυναμικός συντελεστής Cd της Corvette C3 το 1982 είχε πλέον μειωθεί στο 0,44 - νούμερο μέτριο ακόμα και τότε για σπορ αυτοκίνητο και η αιτία ήταν τα τα έντονα φουσκώματα στο καπό. Ωστόσο, η διάδοχος Chevrolet Corvette C4 κατά την εισαγωγή της στις αρχές του 1983 είχε συντελεστή Cd στο 0,34 και αυτό ήταν νούμερο εντυπωσιακό τότε για την κατηγορία του και, επίσης, αντιπροσώπευε μια τεράστια μείωση κατά 23,7% ως προς την Corvette C3 του 1982.
Η λήξη της παραγωγής της Corvette C3 έλαβε χώρα τον Οκτώβριο του 1982.
Κινητήρες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κινητήρας | Σεζόν | Ισχύς |
---|---|---|
305 cu in (5,0 l) LG4 V8 (μόνο στην Καλιφόρνια) |
1980 | 180 hp (134 kW; 182 PS) καθαρά |
327 cu in (5,4 l) Chevrolet 327 Small-Block V8 |
1968 | 300 hp (224 kW; 304 PS) |
1968 | 350 hp (261 kW; 355 PS) | |
350 cu in (5,7 l) Chevrolet 350 Small-Block V8 |
1969 | 300 hp (224 kW; 304 PS) |
1969–1970 | 350 hp (261 kW; 355 PS) | |
1970 | 370 hp (276 kW; 375 PS) | |
1971 | 270 hp (201 kW; 274 PS) | |
1971 | 330 hp (246 kW; 335 PS) | |
1972 | 200 hp (149 kW; 203 PS) | |
1972 | 255 hp (190 kW; 259 PS) | |
1973 | 190 hp (142 kW; 193 PS) | |
1973–1974 | 250 hp (186 kW; 253 PS) | |
1974 | 195 hp (145 kW; 198 PS) | |
1975 | 165 hp (123 kW; 167 PS) | |
1975 | 205 hp (153 kW; 208 PS) | |
1976–1977 | 180 hp (134 kW; 182 PS) | |
1976–1977 | 210 hp (157 kW; 213 PS) | |
1978 | 185 hp (138 kW; 188 PS) | |
1978 | 220 hp (164 kW; 223 PS) | |
1979 | 195 hp (145 kW; 198 PS) | |
1979 | 225 hp (168 kW; 228 PS) | |
1980–1981 | 190 hp (142 kW; 193 PS) | |
1980 | 230 hp (172 kW; 233 PS) | |
1982 | 200 hp (149 kW; 203 PS) | |
427 cu in (7,0 l) Chevrolet 427 Big-Block V8 |
1968–1969 | 390 hp (291 kW; 395 PS) |
427 cu in (7,0 l) Chevrolet 427 Big-Block Tri-Power V8 |
1968–1969 | 400 hp (298 kW; 406 PS) |
1968–1969 | 435 hp (324 kW; 441 PS) | |
427 cu in (7,0 l) ZL1 αλουμινένιος V8 |
1969 | 430 hp (321 kW; 436 PS) συνολικά; 376 hp (280 kW; 381 PS) καθαρά[13] |
454 cu in (7,4 l) Chevrolet 454 Big-Block V8 |
1970 | 360 hp (268 kW; 365 PS) συνολικά; LS5 280 hp (209 kW; 284 PS) καθαρά |
1970 | 450 hp (336 kW; 456 PS) | |
1971 | 365 hp (272 kW; 370 PS) συνολικά; LS5 285 hp (213 kW; 289 PS) καθαρά | |
1971 | 425 hp (317 kW; 431 PS)) συνολικά; LS6 | |
1972 | 270 hp (201 kW; 274 PS) καθαρά; LS5 240 + ~30 με την εισαγωγή αέρα | |
1973 | 275 hp (205 kW; 279 PS) καθαρά; LS4 245 + ~30 με την εισαγωγή αέρα | |
1974 | 270 hp (201 kW; 274 PS) καθαρά; LS4 |
Αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ GM Heritage Center. Official GM MY1968 Spec sheet.
- ↑ GM Heritage Center. Official GM MY1982 Spec sheet.
- ↑ The Corvette Black Book-2009 edition, p. 56-84.
- ↑ 1969 - 1976 Chevrolet Corvette brochures.
- ↑ 5,0 5,1 5,2 5,3 Corvette Black Book 1953-2009.
- ↑ 1973 Chevrolet Corvette advertisement.
- ↑ 1975 Chevrolet Corvette advertisement.
- ↑ Car & Driver - Μάιος 1975.
- ↑ Corvette Black Book 1953-2011.
- ↑ Corvette Restoration Guide 1968-1982 by Richard Prince.
- ↑ The Corvette Black Book-2009 edition, p.56-84.
- ↑ 1978-1982 Corvette brochures.
- ↑ «CRG Research Report on ZL1». Ανακτήθηκε στις 22 Οκτωβρίου 2011.
Βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Road & Track, Road Test Annual 1979.
- Nichols, Richard. Corvette: 1953 to the Present. London: Bison Books, 1985. ISBN 0-86124-218-1.
- Gunnel, John, ed. (1987). The Standard Catalog of American Cars 1946-1975. Krause Publications. ISBN 0-87341-096-3.
- Mueller, Mike. Corvette Milestones. St. Paul, Minnesota: MBI Publishing Co., 1996. ISBN 0-7603-0095-X.
- Antonick, Mike. «Corvette Black Book 1953–2000». Powell, Ohio: Michael Bruce Associates, Inc., 1999. ISBN 0933534469.
- Mueller, Mike (2004). «1975-1996: Chevrolet's Fiberglass Legacy Rolls On». Corvette. St. Paul, Minnesota: MBI Publishing. ISBN 978-0-7603-1968-0.
- Flory, J. «Kelly», Jr. American Cars 1960–1972. Jefferson, NC: McFarland & Coy, 2004. ISBN 978-0786412730.
- Holmes, Mark (2007). Ultimate Convertibles: Roofless Beauty. London: Kandour. ISBN 978-1-905741-62-5.
- Brock, Peter Corvette Sting Ray — Genesis of an American Icon. Henderson, NV: Brock Racing Enterprises LLC, 2013. ISBN 978-0-9895372-1-6.
- Richard Prince, Corvette Restoration Guide 1968-1982.
- Corvette 1968-1982 Source Book, Arthur A.C. Steffen.
- Corvette Black Book 1953-2009.