réparable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
réparable | réparables |
Επίθετο
[επεξεργασία]réparable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
réparable | réparables |
réparable (fr) αρσενικό ή θηλυκό