ha
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Επιφώνημα
[επεξεργασία]ha (en)
- εκφράζει έκπληξη, υποψία, θριάμβο
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]ha (it)
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ha (it)
Συνώνυμα
[επεξεργασία]
Ουγγρικά (hu)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Σύνδεσμος
[επεξεργασία]ha (hu)
Σουηδικά (sv)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ρήμα
[επεξεργασία]ha (sv)