lecture

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 18:51, 12 Αυγούστου 2013 από τον Flubot (συζήτηση | συνεισφορές) (ενημέρωση των interwikis, προσθήκη chr)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

lecture (en)

  1. η διάλεξη


Ετυμολογία

lecture < Πρότυπο:ετυμ μσν la lectura

Ουσιαστικό

lecture (fr) θηλυκό

  1. η ανάγνωση
  2. το διάβασμα

Συγγενικά