lecture

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 23:46, 19 Δεκεμβρίου 2013 από τον Luckas-bot (συζήτηση | συνεισφορές) (r2.7.2) (Ρομπότ: Προσθήκη: az:lecture)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

lecture (en)

  1. η διάλεξη


Ετυμολογία

lecture < Πρότυπο:ετυμ μσν la lectura

Ουσιαστικό

lecture (fr) θηλυκό

  1. η ανάγνωση
  2. το διάβασμα

Συγγενικά