άδειος
Apparence
Étymologie
[modifier le wikicode]Adjectif
[modifier le wikicode]άδειος (ádhios) \ˈa.ðʝɔs\
- Vide.
Το ποτήρι δεν έχει καθόλου νερό, είναι άδειο
- Le verre ne contient pas du tout d'eau, il est vide.
άδειος (ádhios) \ˈa.ðʝɔs\
Το ποτήρι δεν έχει καθόλου νερό, είναι άδειο