acquirement
Αγγλικά (en)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαacquirement (en)
- η απόκτηση
- το απόκτημα, κάτι το επίκτητο, κάτι που έχειαποκτηθεί, πχ μια ικανότητα που δεν ήταν έμφυτη αλλά καλλιεργήθηκε με τη σπουδή και την άσκηση