[go: up one dir, main page]

Μετάβαση στο περιεχόμενο

Πλούτος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Για άλλες χρήσεις, δείτε: Πλούτος (αποσαφήνιση).
Ο Αριστοτέλης δάσκαλος του Μ. Αλεξάνδρου ήταν ο πρώτος που όρισε τον πλούτο.

Γενικά στη καθημερινή φρασεολογία η λέξη πλούτος αποδίδεται με τη σημασία της αφθονίας αποκτημάτων, αγαθών, ανεξάρτητα αν τα αποκτήματα περί των οποίων γίνεται ο λόγος είναι ή δεν είναι άφθονα, καθώς και αν είναι υλικά ή άυλα (π.χ. ορυκτός πλούτος, πλούτος σοφίας, πλούτος γνώσεων, ή ιδεών, ή παραδειγμάτων κ.λπ.).

  • Η λέξη πλούτος είναι γνωστή ως οικονομική έννοια από την Ελληνική Μυθολογία που απαντάται ως ουσιαστικό, αρσενικού γένους (αρχ. ο πλοῦτος , περισπώμενη λέξη, αλληγορικά δευτερεύων θεός προστάτης αυτής, (γενική: του πλούτεος, πληθυντικός: οι πλούτοι). Στη νεοελληνική απαντάται ο πλούτος, του πλούτου, αλλά και ως ουδέτερου γένους: το πλούτος (γεν. του πλούτου, πληθ. τα πλούτη, ή και πλούτια). Ετυμολογείται από το αρχαίο ρήμα πίμπλημι (= πληρώ, γεμίζω).

Στην αρχαία Ελλάδα πρώτος που προσπάθησε να δώσει ορισμό της έννοιας του πλούτου ήταν ο φιλόσοφος Αριστοτέλης "ως πλήθος οργάνων οικονομικών και πολιτικών"[1], κατά την έννοια της κτήσης πραγμάτων των ανθρώπων μιας Πολιτείας επί φυσικών και ηθικών δυνάμεων και όχι επί προσωπικού επιπέδου που θεωρούταν αντικείμενο έρευνας δούλων. Ο δε Πλούταρχος στη "Περὶ φιλοπλουτίας" πραγματεία του καταγγέλλει την εμμονή του προσωπικού πλούτου[2] ενώ ο Μένανδρος σημειώνει "ο πλούτος σκεπάζει πολλές κακές πράξεις". Στον πλούτο είχαν αναφερθεί επίσης ο Σωκράτης, ο Θέογνις ο Μεγαρεύς αλλά και ο Λουκιανός επισημαίνοντας ότι "Μόνο ο πλούτος της ψυχής είναι καλός".
Παρά ταύτα από τότε και μετά οι διάφοροι ορισμοί που δόθηκαν έχουν συνάφεια περισσότερο με την ατομική περιουσία σε αντιπαραβολή προς τις οικονομικές ανάγκες του ίδιου προσώπου αλλά και συγκριτικά με περιουσίες άλλων. Κατά τον Σέρβο Τεόντορ Φιλίπποβιτς ο πλούτος είναι το απορρέον εισόδημα από παρακαταθήκη αγαθών που καλύπτει όχι μόνο συνήθεις ανάγκες αλλά και τις πολυτελείς. Κατά τον Γερμανό οικονομολόγο Γκέοργκ Φρήντριχ Βίλελμ Ρόσερ (Georg Friedrich Wilhelm Roscher) ο πλούτος αποτελεί αντικείμενο συγκριτικής έρευνας, για την εξακρίβωση της ανισότητας των περιουσιών. Κατά τον ίδιον αν όλοι οι άνθρωποι της Γης ήταν πλούσιοι τότε θα ήταν αναγκασμένοι και τις απλούστερες ακόμα ανάγκες τους να τις ικανοποιούν με δικά τους μέσα και προσπάθειες.

Στην αρχέγονη κοινωνία, στην ποιμενική περίοδο πλούτος ήταν το πλήθος των ποιμνίων καθώς και εργαλεία θήρας. Στη γεωργική περίοδο πλούτος αγαθών ήταν τα καλλιεργήσιμα εδάφη. Στη βιομηχανική περίοδο τον πλούτο αποτελούσαν οι γαίες, τα κτίρια, οι βιομηχανίες, τα μηχανήματα και μέσα μεταφοράς κ.λπ. Στη σύγχρονη εποχή είναι οι ακίνητες και περισσότερο οι κινητές αξίες, όπως ομολογίες, μετοχές κ.λπ. Πολλοί σύγχρονοι οικονομολόγοι - συγγραφείς αποδίδουν τη σημασία του κατά σχέση:

α) πλούτος - απόλαυση, δηλαδή το εισόδημα που δαπανάται για κάθε ικανοποίηση ανάγκης, και
β) πλούτος - δύναμη, ως δεσποτική κυριαρχική δύναμη επί ανθρώπων, πραγμάτων και καταστάσεων.

Γενικότερα όμως στη σύγχρονη εποχή η έννοια του πλούτου προσεγγίζεται επί τεσσάρων βασικών σημείων καθώς και κάποιων άλλων επιμεριστικά.

Βασικά σημεία αναφοράς

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ειδικότερα όμως στην οικονομική ορολογία ο όρος πλούτος χρησιμοποιείται με την πρώτη παραπάνω παράγωγη σημασία δηλαδή ως άθροισμα μεγάλο ή μικρό υλικών αντικειμένων. Κατά δε τη γενικότερη χρήση υπό την αντίληψη αυτή ο πλούτος αποτελεί κυρίαρχη έννοια στην ανάπτυξη. Προσδιορίζεται δε επί τεσσάρων βασικών σημείων τα οποία και είναι:

  1. Ο πλούτος - απόθεμα
  2. Ο πλούτος - ευημερία
  3. Ο πλούτος ατομικός και εθνικός και
  4. Ο πλούτος - εισόδημα, - κεφάλαιο.

Ο Πλούτος μπορεί να χαρακτηρίζει το απόθεμα αγαθών χρήσιμων και ανταλλάξιμων. Εκ του γεγονότος όμως ότι όλα τα υλικά αντικείμενα, αγαθά, δεν αποτελούν πλούτο αλλά και ότι ο πλούτος δεν περιορίζεται μόνο σε υλικά αγαθά καταβλήθηκε προσπάθεια να δοθεί ένας ακριβέστερος ορισμός. Έτσι υπό την αυστηρή έννοια του όρου ο πλούτος μπορεί να αναφέρεται και να χαρακτηρίζει το απόθεμα ειδών με οικονομική σημασία που κατέχονται από πρόσωπα ή ομάδες ανθρώπων, ή έθνη. Προκειμένου όμως ένα είδος να έχει οικονομική σημασία θα πρέπει αφενός να καλύπτει οικονομική ανάγκη και αφετέρου να είναι ανταλλάξιμο. Η δε ανταλλαξιμότητα, με τη σειρά της, προϋποθέτει αφενός τη δυνατότητα μεταβίβασης της κυριότητας (φυσική - νομική) και αφετέρου ότι το συγκεκριμένο είδος σπανίζει ως προς τις ανάγκες. Στο σημείο όμως αυτό ανέκυψε η δυσχέρεια αν το εν λόγω αγαθό εκ του πολλαπλασιασμού του καταστεί αργότερα "ελεύθερο αγαθό".
Επ΄ αυτού ο οικονομολόγος ο Λάιονελ Ρόμπινς, (1898-1984), προκειμένου να καλύψει την περίπτωση μείωσης του πλούτου από την εξέλιξη αγαθού σε ελεύθερο όρισε ότι τελικά ο πλούτος περιλαμβάνει και όλα τα ενδεχόμενα - "τα δυνάμενα ν΄ αποβούν" - οικονομικά αγαθά, ανεξάρτητα από το αν έχουν ή δεν έχουν αξία σε μία δεδομένη στιγμή ή κατάσταση.

Πλούτος - ευημερία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σχέση πλούτου - ευημερίας καθίσταται πρόδηλη αφού εκ του αποθέματος των ανταλλάξιμων αγαθών καλύπτονται οι οικονομικές ανάγκες. Λαμβάνοντας δε υπόψη ότι τα ανταλλάξιμα αγαθά φέρουν τιμές, αυτές στην ουσία προσδίδουν και το μέτρο του πλούτου στις ατομικές ή κοινωνικές ικανοποιήσεις. Αλλά και σε περιπτώσεις που μέτρο των αγαθών μπορεί να είναι ο όγκος ή το βάρος η σημασία αυτών συνεχίζει σε σχέση με την ικανοποίηση αναγκών. Παρά ταύτα η εικόνα αυτή δεν είναι και απόλυτη. Για παράδειγμα η χθεσινή εφημερίδα δεν έχει τη ζήτηση της σημερινής, τα πολεμοφόδια μετά από τον πόλεμο καθίστανται άχρηστα, ή αντίθετα άχρηστα υλικά για κάποιο να είναι χρήσιμα σε άλλον. Συνεπώς ο πλούτος εν προκειμένω δεν προσδιορίζεται από ουσιαστικές ιδιότητες, αλλά μόνο από τη σπανιότητα. Ούτε όμως μπορεί να προσδιοριστεί με κάποιους φυσικούς όρους όπως π.χ. ορίζονται οι τροφές με βάση είτε τις βιταμίνες που περιέχουν είτε τις θερμίδες τους. Εξ όλων αυτών συνάγεται ότι ο πλούτος είναι έννοια σχετική παρασύροντας ομοίως και την έννοια της ευημερίας.

Ως ατομικός ή προσωπικός πλούτος χαρακτηρίζεται γενικά το άθροισμα όλων των περιουσιακών στοιχείων ατόμων, τόσο των υλικών π.χ. η εμπράγματη ιδιοκτησία ακινήτων και κινητών, αποθέματα αγαθών, όσο και άυλων αγαθών όπως π.χ. αξιόγραφα, (πιστωτικοί τίτλοι), πνευματικά δικαιώματα, εμπορικά σήματα, ή ευρεσιτεχνίες, καθώς επίσης το σύνολο των χρημάτων που κατέχει κ.λπ. αφού όμως αφαιρεθούν χρέη ή άλλες οικονομικές υποχρεώσεις. Σημειώνεται ότι στον εθνικό πλούτο δεν υπολογίζονται τα αξιόγραφα αλλά ούτε και το χρήμα, με εξαίρεση τις διάφορες απαιτήσεις σε βάρος αλλοδαπών.

Πλούτος - Εισόδημα - Κεφάλαιο

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολλές φορές ο πλούτος αναφέρεται σχετιζόμενος με το εισόδημα ή το κεφάλαιο. Υπό την αυστηρή όμως έννοια του όρου ο πλούτος σημαίνει απόθεμα που υφίσταται σε κάποια δεδομένη στιγμή. Συνεπώς διαφέρει του εισοδήματος που αποτελεί συνεχή ροή εσόδων σε δεδομένη χρονική διάρκεια κατά την οποία κάποια ακίνητα να εξανεμιστούν από παράλληλη άλλη αιτία. Είθισται όμως υπό ευρύτερη έννοια ο πλούτος να σημαίνει αθροιστικά το απόθεμα και τη ροή δηλαδή το εισόδημα. Σε πιο ευρεία ακόμα έννοια υπολογίζεται και το κεφάλαιο παρότι αυτό έχει συνάφεια με την παραγωγική ικανότητα του αποθέματος. Έτσι υπό την γενική έννοια της δημιουργίας ευχέρειας παροχής ικανοποιήσεων συνυπολογίζονται όλα μαζί είτε για επιδεικτικούς λόγους, είτε και αντίθετα για σκωπτικούς λόγους ή ακόμα και για φορομπηχτικούς λόγους, όπως συνέβη μόλις πρόσφατα στη Γαλλία (Δεκέμβριος 2012). όταν σχετικός νόμος κρίθηκε αντισυνταγματικός.

Παλαιότερα με τον όρο πλουτολογία αποδιδόταν η Πολιτική οικονομική επιστήμη με αντικείμενο μελέτης την απόκτηση, διάθεση και την ανταλλαγή του πλούτου με απώτερο σκοπό τη διάθεση των μέσων για την ικανοποίηση αναγκών. Κατ΄ επέκταση οτιδήποτε σχετιζόταν με την πλουτολογία καλούταν πλουτολογικό. Ο όρος αυτός ως αντιδάνειο εκ της αγγλικής μαρτυρείται σε ελληνικά συγγράμματα από το 1869 υπό του Ι. Σούτζου.

  1. Αριστοτέλους Πολιτικά Α 8, 36
  2. Πλούταρχος - Ηθικά 7ο Βιβλίο "Περὶ φιλοπλουτίας" - De cupiditate divitiarum
  • Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια τομ.Κ' σελ.365.
  • UNESCO "Λεξικό Κοινωνικών Όρων" (Ελληνική Έκδοση) 3 τόμοι, Εκδ. Ελληνική Παιδεία Αθήναι 1972, τομ.2ος, σελ.541.
  • Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρος Larousse Britannica" τομ.49ος, σελ.293.