[go: up one dir, main page]

Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ουρούμ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οι Ουρούμ (Λατινική Γραφή: Urum) είναι μικρή τουρκόφωνη μειονότητα ελληνικής καταγωγής.

Είναι ένας μικρός πληθυσμός ελληνικής καταγωγής, ο οποίος κατοικεί κυρίως στη Νότια-Γεωργία όπως στη περιφέρεια της Τσάλκας, στην Ουκρανία κυρίως στην Κριμαία και τη Μαριούπολη, στη Τουρκία στις πόλεις Τραπεζούντα, Κερασούντα, Ερζερούμ, Καρς,στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια. Ονομάζονται οι Ουρούμ Ρωμιοί και είναι ευρύς όρος που ιστορικά έχει χρησιμοποιηθεί για τον ορισμό χριστιανών λαών πολιτών της Ρωμαϊκής (Βυζαντινής) Αυτοκρατορίας. Οι Ουρούμ υιοθέτησαν την Τουρκική γλώσσα κατά διάφορες περιόδους μετά την πτώση του Βυζαντίου (κάποτε οικειοθελώς, άλλοτε με τη βία), παρέμειναν όμως Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Μετά τη διάσπαση της Σοβιετικής Ένωσης πολλοί Ουρούμ μετανάστευσαν στην Ελλάδα. Στη σύγχρονη εθνογραφία, ο όρος αυτός ισχύει μόνο για τον τουρκόφωνο ελληνικό πληθυσμό. Ο όρος Ουρούμ προέρχεται από την αραβική λέξη روم (Ρουμ), που σημαίνει Ρωμαίος. Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται σήμερα για ακόλουθες υπό-εθνικές ομάδες των Ελλήνων που είναι οι:

Οι Έλληνες της Κριμαίας διαιρούνται σε δύο ομάδες των ελληνόφωνων Ρωμιών και τουρκόφωνων Ουρούμ (οι λεγόμενοι Γραικοτάταροι) που ξεκίνησαν να μεταναστεύουν στην Κριμαϊκή Χερσόνησο από τον 4ο αιώνα π.Χ. μέχρι και 17ο αιώνα μ.Χ. κυρίως από την Ανατολία και τον Πόντο. Εντάθηκαν στην κοινωνική και πολιτισμική ζωή του τόπου, με αποτέλεσμα να υιοθετήσουν τη γλώσσα των Τατάρων της Κριμαίας. Το 1777, μετά την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία, η Μεγάλη Αικατερίνη διέταξε την εγκατάσταση όλων των Ελλήνων από τη χερσόνησο στα παράλια της Βόρειας Αζοφικής θάλασσας και για το λόγο αυτό έγιναν γνωστοί ως Έλληνες της Αζοφικής (приазовские греки / priazovskie Greki). Μερικοί γλωσσολόγοι πιστεύουν ότι η διάλεκτος που ομιλείται από τους Έλληνες της Αζοφικής διαφέρει από την κοινή γλώσσα των Κριμαίων και ως εκ τούτου αποτελεί μια ξεχωριστή ομάδα της ταταρικής γλώσσας. Οι Ουρούμ είναι Ορθόδοξοι Χριστιανοί. Σε όλη την ιστορία τους αντιπροσώπευαν μια απομονωμένη πολιτιστική ομάδα και σπάνια ζούσαν σε πόλεις που κατοικούνταν από τους Ρωμιούς, παρά την κοινή ελληνική πολιτιστική κληρονομιά μαζί τους. Ο Τουρκολόγος Νικολάι Μπασκάκοφ εκτιμά ότι μέχρι το 1969, οι 60.000 άνθρωποι μιλούσαν την Ουρουμική ως μητρική γλώσσα.

Η μαζική μετανάστευση των Ελλήνων στον Καύκασο ξεκίνησε από τον 18ο έως τις αρχές του 20ου αιώνα, από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, κυρίως από την περιοχή του Πόντου λόγω του Ρωσοτουρκικού πολέμου του 1828-29 αφού η προέλαση του ρωσικού στρατού προς το Ερζερούμ και την Αργυρούπολη προκάλεσε ενθουσιασμό στον ελληνικό πληθυσμό που πολέμησε στο πλευρό των Ρώσων κατά των Οθωμανών. Ο πόλεμος αυτός τερματίστηκε με τη Συνθήκη της Αδριανούπολης, ακολούθησε η αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την περιοχή, αναγκάζοντας ταυτόχρονα ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων να ακολουθήσει το ρωσικό στρατό, που φοβόταν τα αντίποινα από την πλευρά των Οθωμανών. Η αυτοκρατορική κυβέρνηση και ειδικότερα ο τσάρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας ο Νικόλαος Α΄ με απόφασή του, μετά από εισήγηση του στρατηγού Ιβάν Πασκέβιτς, τους εγκατέστησε στην περιοχή της Τσάλκας στο οροπέδιο Τριαλέτι, όπου ίδρυσαν ελληνικά χωριά. Ίδρυσαν επίσης τρία χωριά στην περιοχή της Γκομαρέτι. Αναφέρονται κυρίως ως Τουρκόφωνοι Έλληνες του Καυκάσου, ως Τσαλκαλίδες λόγω της εγκατάστασης τους στη γεωργιανή πόλη της Τσάλκας, όπου επί της Σοβιετικής Ένωσης αποτελούσαν τη μεγαλύτερη αναγνωρισμένη ελληνική κοινότητα. Είναι Ορθόδοξοι Χριστιανοί που ακολουθούν το Ιουλιανό ημερολόγιο, το λεγόμενο παλαιό ημερολόγιο. Σύμφωνα με τον Αντρέι Ποπόφ, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα εκατοντάδες οικογένειες τουρκόφωνων Ελλήνων Ορθόδοξων από Ερζερούμ, Γκιουμούσχανε και Αρτβίν μετανάστευσαν στο Νότιο τότε τμήμα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Τσάλκας, στη σημερινή Γεωργία. Κατά τη διάρκεια της σοβιετικής εποχής κατοικούσαν σε πάνω από 20 χωριά της Τσάλκας και στις άλλες πόλεις όπως η Ντμανίσι, Τέτρι-Τσκάρο, Μαρνεούλι και της Αχαλτσίχε. Το 1926 υπήρχαν 24.000 Έλληνες που ζούσαν στην Τσάλκα από τους οποίους οι 20.000 ήταν Τουρκόφωνοι.

Ονόματα και Επώνυμα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Ουρούμ στην πλειοψηφία τους έχουν αρχαία ελληνικά ονόματα, βυζαντινά και λίγα με ξενική προέλευση, κυρίως ρωσική. Τα επώνυμα όμως, ιδίως οι καταλήξεις είχαν τροποποιηθεί με την εγκατάσταση τους σ' αυτήν την περιοχή με συνοπτικές διαδικασίες. Οι περισσότεροι Ουρούμ κράτησαν τα επώνυμα και η μόνη αλλαγή έγινε με την προσθήκη της κατάληξης -εφ και -οφ. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός του εκρωσισμού των κάτοικων που επιχειρήθηκε στη Ρωσική Αυτοκρατορία και της ευκολότερης ενσωμάτωσης τους στην καινούργια κοινωνία. Με την εγκατάσταση των Ουρούμ στην Ελλάδα μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, το Ελληνικό Κράτος αναγνώρισε την Ελληνική καταγωγή των Ουρούμ και με διάφορα εσωτερικά νομοθετήματα όπως ο Κώδικας Ελληνικής Ιθαγένειας και η Συνθήκη της Αγκύρας και Λωζάνης τους απονέμει την ελληνική ιθαγένεια.

Διάλεκτος και μετανάστευση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κύριο λήμμα: Γλώσσα Ουρούμ

Η διάλεκτος που ομιλείται από τους Έλληνες της Τσάλκας είναι παρόμοια με τη διάλεκτο των Μεσκέτιανων - Αχισκα Τούρκων της Ανατολικής Τουρκίας, η οποία προέρχεται από τις περιοχές Καρς, Αρντάχαν και Αρτβίν. Η τουρκική διάλεκτος των Μεσκέτιανων - Αχισκα έχει επίσης δανειστεί από άλλες γλώσσες (συμπεριλαμβανομένων των Αζερμπαϊτζάν, της Γεωργίας, Καζακστάν, Κιργιζικά, Ρωσικά και Ουζμπεκιστάν) με τους οποίους οι Τούρκοι της Μεσκέτης - Αχισκα ήλθαν σε επαφή κατά τη Ρωσική και Σοβιετική κυριαρχία. Ωστόσο, ορισμένοι γλωσσολόγοι όπως ο Νικολάι Μπασκάκοφ την κατατάσσουν ως μια ξεχωριστή γλώσσα λόγω διαφορών στη φωνητική, το λεξιλόγιο και τη γραμματική. Οι Έλληνες της Τσάλκας ονομάζουν τη γλώσσα τους ως Bizim dilja (Η γλώσσα μας). Η γλώσσα αυτή επηρεάστηκε και από τη ρώσικη γλώσσα με αποτέλεσμα πολλές λέξεις που χρησιμοποιούνται να είναι ρωσικές. Η έρευνα που έγινε από τον ιστορικό Αϊράτ Αλκάεφ στα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης, έδειξε ότι το 36% των ερωτηθέντων θεωρούσαν την ελληνική γλώσσα ως μητρική τους γλώσσα, παρά την έλλειψη γνώσης της Ελληνικής γλώσσας και το 96% των ερωτηθέντων εξέφρασαν την επιθυμία τους να μάθουν τα Ελληνικά. Οι Ουρούμ δεν είναι πλέον η μεγαλύτερη εθνική ομάδα στην Τσάλκα. Ο πληθυσμός τους που το έτος 1979 αριθμούσε 30.811 χιλιάδες μειώθηκε μόλις σε 1.292 χιλιάδες το έτος 2014. Πολλοί μετανάστευσαν στην Ελλάδα και στο Κρασνοντάρ της Ρωσίας, Άμπινσκ, Σότσι, Γκελέντζικ και επίσης στην περιοχή της Σταυρούπολης της Ρωσίας.

Σήμερα οι Ουρούμ που δεν μετανάστευσαν στην Ελλάδα διαμένουν κυρίως στη Ρωσία κυρίως στο βόρειο Καύκασο (περιοχή του Εσσεντουκί, Σταυρούπολη, Κρασνοντάρ, Μαϊκόπ), στην Ουκρανία κυρίως στην περιοχή του Ντόνετσκ ενώ στη Γεωργία κυρίως στις περιοχές της Τσαλκας, του Τέτρι - Τσκάρο και του Ντμανίσι. Στην Ουκρανία αναγνωρίζονται ως ελληνική εθνική μειονότητα.

  • Heinz-Gerhard Zimpel, Lexikon der Weltbevölkerung. Geografie - Kultur - Gesellschaft, Nikol Verlagsgesellschaft mbH & Co. KG Hamburg 2000 ISBN 3-933203-84-8