[go: up one dir, main page]

Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αιθυλομάδα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Για άλλες χρήσεις του "αιθυλίου", δείτε Αιθύλιο (αποσαφήνιση).
Αιθυλομάδα (τονισμένη με γαλάζιο) ως μέρος ενός μορίου, ως ρίζα του αιθυλίου και στις ενώσεις αιθανόλη, βρωμοαιθάνιο, αιθανικός αιθυλεστέρας και αιθυλομεθυλαιθέρας.

Στην οργανική χημεία, μια αιθυλομάδα ή αιθύλιο είναι ένα αλκύλιο που παράγεται από το αιθάνιο και περιέχει δύο άτομα άνθρακα ενωμένα με πέντε άτομα υδρογόνου. Έχει χημικό τύπο −CH2CH3 ενώ το αιθάνιο έχει χημικό τύπο CH3CH3. Συντομεύεται πολύ συχνά ως Et. Όταν αποτελεί διακλάδωση χημικής ένωσης, ονομάζεται αίθυλο. Τέτοιες ομάδες υδρογονανθράκων εμφανίζονται σε πολλές οργανικές ενώσεις. Είναι μια πολύ σταθερή ομάδα στα περισσότερα μόρια. Η αιθυλομάδα είναι συνήθως τμήμα ενός μεγαλύτερου μορίου. Το αιθύλιο χρησιμοποιείται στην ονοματολογία οργανικών ενώσεων ως ένα κορεσμένο τμήμα δύο ανθράκων σε ένα μόριο, ενώ το πρόθεμα "αιθ-" χρησιμοποιείται για να δείξει την παρουσία δύο ατόμων άνθρακα στο μόριο.

Αιθυλίωση είναι ο σχηματισμός μιας ένωσης με εισαγωγή μιας αιθυλομάδας. Το πιο πλατιά πρακτικό παράδειγμα αυτής της αντίδρασης είναι η αιθυλίωση του βενζολίου. Το μέσο αιθυλίωσης είναι το αιθένιο.

Παράχθηκαν περίπου 24,7 εκατομμύρια τόνοι το 1999.[1] Το αιθυλοβενζόλιο είναι η πρόδρομη ένωση για το στυρένιο, την πρόδρομη ένωση για το πολυστυρένιο.

Το όνομα της ομάδας παράγεται από τον αιθέρα, τον πρώτο γεννημένο στοιχειακό θεό του αέρα και το "ύλη", που αναφέρεται στο "υλικό".

  1. Vincent A. Welch, Kevin J. Fallon, Heinz-Peter Gelbke “Ethylbenzene” Ullmann’s Encyclopedia of Industrial Chemistry, Wiley-VCH, Weinheim, 2005.