ταυρομαχία

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ταυρομαχία οι ταυρομαχίες
      γενική της ταυρομαχίας των ταυρομαχιών
    αιτιατική την ταυρομαχία τις ταυρομαχίες
     κλητική ταυρομαχία ταυρομαχίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
κάρτα που απεικονίζει ταυρομαχία

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ταυρομαχία < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή ταυρομαχία. Συγχρονικά αναλύεται σε ταύρ(ος) + -ο- + -μαχία

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ta.vɾo.maˈçi.a/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ταυ‐ρο‐μα‐χί‐α

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ταυρομαχία θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]



↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ταυρομαχί αἱ ταυρομαχίαι
      γενική τῆς ταυρομαχίᾱς τῶν ταυρομαχιῶν
      δοτική τῇ ταυρομαχί ταῖς ταυρομαχίαις
    αιτιατική τὴν ταυρομαχίᾱν τὰς ταυρομαχίᾱς
     κλητική ! ταυρομαχί ταυρομαχίαι
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ταυρομαχί
γεν-δοτ τοῖν  ταυρομαχίαιν
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
ταυρομαχία < αρχαία ελληνική ταῦρ(ος) + -ο- + -μαχία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

ταυρομαχία θηλυκό