-λατρία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | -λατρία | οι | -λατρίες |
γενική | της | -λατρίας | των | -λατριών |
αιτιατική | τη(ν) | -λατρία | τις | -λατρίες |
κλητική | -λατρία | -λατρίες | ||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- -λατρία < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή -λατρία < -λάτρ(ης) + -ία < λατρεύω
- Με συχνότερη τη γραφή -λατρεία του δεύτερου συνθετικού.
- για σύγχρονους όρους < λόγιο ενδογενές δάνειο: λόγιο δάνειο από τη γαλλική -lâtrie[1] ή από την γαλλική -lâtrie < (ελληνιστική κοινή) -λατρία
- άλλα νεότερα σύνθετα < -λάτρ(ης) + -ία
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /laˈtɾi.a/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -λα‐τρί‐α
- ομόηχο: λατρεία
Επίθημα
[επεξεργασία]-λατρία ή -λατρεία θηλυκό
- δεύτερο συνθετικό αφηρημένων θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνει τη λατρεία, την αγάπη, τον θαυμασμό ή τη λατρεία προς ό,τι σημαίνει το πρώτο συνθετικό
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- γραφή -λατρία στα λεξικά: Ιδρύματος Τριανταφυλλίδη,[2] Μπαμπινιώτη [3]
- γραφή -λατρεία στα λεξικά: Γεωργακά,[4] Αντίστροφο Αναστασιάδη [5]
Σύνθετα
[επεξεργασία]- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -λατρία στο Βικιλεξικό
- Νεοελληνικές λέξεις με επίθημα -λατρεία στο Βικιλεξικό
Συγγενικά
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ -λατρία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ γραφή -λατρία - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ γραφή -λατρία - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2002). Λεξικό της νέας ελληνικής γλώσσας (Βʹ έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας. (Αʹ έκδοση: 1998)
- ↑ γραφή - -λατρεία - Γεωργακάς, Δημήτριος. A Modern Greek-English Dictionary [Ελληνοαγγλικό λεξικό] (μόνο το γράμμα α) - Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ Όροι που λήγουν σε λατρεία — Αναστασιάδη-Συμεωνίδη, Άννα (2003) Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη ISBN:960-231-097-9 & online @greek-language.gr (συντομογραφίες, αστερίσκος για λέξεις στη λογοτεχνία)
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ἡ | -λατρίᾱ | αἱ | -λατρίαι |
γενική | τῆς | -λατρίᾱς | τῶν | -λατριῶν |
δοτική | τῇ | -λατρίᾳ | ταῖς | -λατρίαις |
αιτιατική | τὴν | -λατρίᾱν | τὰς | -λατρίᾱς |
κλητική ὦ! | -λατρίᾱ | -λατρίαι | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | -λατρίᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | -λατρίαιν | ||
1η κλίση, ομάδα 'χώρα', Κατηγορία 'σοφία' όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- -λατρία < -λάτρ(ης) (που υπηρετεί το θεό) + -ία < λατρεύω. Το ουσιαστικό λατρεία σήμαινε μια μισθωτή υπηρεσία < λάτρον (μισθός, πληρωμή)[1]
- Η γραφή -λατρεία, → λείπει η ετυμολογία
Επίθημα
[επεξεργασία]-λατρία ή -λατρεία θηλυκό
- (ελληνιστική κοινή) δεύτερο συνθετικό αφηρημένων θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνει σχέση με τη λατρεία, τη λατρευτική πράξη στο σύνθετο
Σύνθετα
[επεξεργασία]- με γραφή -λατρία το εἰδωλολατρία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- με γραφή -λατρεία
- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -λατρεία στο Βικιλεξικό
- Ελληνιστικές λέξεις με επίθημα -λατρεία στο Βικιλεξικό
- δείτε το Αντίστροφο (Reverse) λεξικό στο λατρεία - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
- Λέξεις λατρεία @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts
Συγγενικά
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ λατρεύω, λατρεία - Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την ελληνιστική κοινή (νέα ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ία (νέα ελληνικά)
- Λόγια ενδογενή δάνεια (νέα ελληνικά)
- Λόγια δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Ομόηχα (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επιθήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως η ομάδα 'χώρα' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'σοφία' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'σοφία' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -ία (αρχαία ελληνικά)
- Ελλείπουσες ετυμολογίες (αρχαία ελληνικά)
- Ελληνιστική κοινή
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)