vitamina
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- vitamina < (άμεσο δάνειο) αγγλική vitamin[1] < λατινική vita + αγγλικά amine (<ammonia < λατινικά ammoniacus < αρχαία ελληνική Ἄμμων < αρχαία αιγυπτιακά jmn)
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /vi.taˈmi.na/
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]vitamina (it)
- η βιταμίνη
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- ↑ λέξη που προτάθηκε από τον Πολωνό βιοχημικό Καζίμιεζ Φουνκ (Kazimierz Funk) το 1912