vascular
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- vascular < νεολατινική vascularis < λατινική vasculum
Προφορά
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]vascular (en)
- (ανατομία, ιατρική) αγγειακός
- ⮡ vascular surgery: η αγγειοχειρουργική
Ισπανικά (es)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- vascular < νεολατινική vascularis
Προφορά
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]vascular (es)
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /vas.kuˈlaʁ/ (Βραζιλία)
- ΔΦΑ : /vɐʃ.kuˈlaɾ/ (Πορτογαλία)
Επίθετο
[επεξεργασία]vascular (pt)
Ρουμανικά (ro)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]vascular (ro)
Κατηγορίες:
- Προέλευση λέξεων από τα νεολατινικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Επίθετα (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Ανατομία (αγγλικά)
- Ιατρική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα νεολατινικά (ισπανικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (ισπανικά)
- Ισπανική γλώσσα
- Επίθετα (ισπανικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ισπανικά)
- Ανατομία (ισπανικά)
- Ιατρική (ισπανικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (πορτογαλικά)
- Πορτογαλική γλώσσα
- Επίθετα (πορτογαλικά)
- Ανατομία (πορτογαλικά)
- Ιατρική (πορτογαλικά)
- Ρουμανική γλώσσα
- Επίθετα (ρουμανικά)
- Ανατομία (ρουμανικά)
- Ιατρική (ρουμανικά)