ticking
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία 1
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- 1911 Encyclopædia Britannica/Ticking στην αγγλική Βικιθήκη
Ετυμολογία 2
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]Ρηματικός τύπος
[επεξεργασία]ticking (en)
- ενεργητική μετοχή ενεστώτα του tick
Συγγενικά
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- ticking - Cambridge Dictionary online
- ticking - Oxford Learner's Dictionaries
- ticking - lexico.com. Συνεργασία των Dictionary.com & Oxford University Press, μονόγλωσσο αγγλικό λεξικό © 2019-2022
- ticking - The American Heritage Dictionary of the English Language online. Houghton Mifflin Harcourt.