skillful

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
παραθετικά
θετικός skillful
συγκριτικός more skillful
υπερθετικός most skillful

Επίθετο

[επεξεργασία]

skillful (en) ή skilful (βρετανική γραφή)

  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 320. ISBN 9780194325684. , λήμμα: επιδέξιος