stado
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]stado < πρωτοσλαβική stado
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]stado (pl) ουδέτερο
stado < πρωτοσλαβική stado
stado (pl) ουδέτερο