stado

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

stado < πρωτοσλαβική stado

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈstadɔ/
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

stado (pl) ουδέτερο

  1. το κοπάδι
  2. η αγέλη