reste
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
reste | restes |
reste (fr) αρσενικό
- υπόλοιπο
- (μαθηματικά) υπόλοιπο μιας διαίρεσης
ενικός | πληθυντικός |
reste | restes |
reste (fr) αρσενικό