kultura

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

kultura (bs)



Ετυμολογία

[επεξεργασία]
kultura < kultur- + -a

Επίθετο

[επεξεργασία]
πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική kultura kulturaj
αιτιατική kulturan kulturajn

kultura (eo)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

kultura



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

kultura (pl) θηλυκό



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

kultura (sr)



Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

kultura (sl)



Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

kultura (cs) θηλυκό