isn't

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
isn't < is + -n't (not)

isn't (en)

  • δεν
    ⮡  He isn't coming today.
    Δεν έρχεται σήμερα.