humorous
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | humorous |
συγκριτικός | more humorous |
υπερθετικός | most humorous |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- humorous < κληρονομημένο από τη μέση αγγλική humorous. Μορφολογικά αναλύεται σε humor + -ous. Συγκρίνετε με τη μεσαιωνική λατινική hūmorōsus
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈhjuː.mə.rəs/
- ⓘ
- ομόηχο: humerus
Επίθετο
[επεξεργασία]humorous (en)
Αντώνυμα
[επεξεργασία]Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη humour
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- Καθώς το «humour» προτιμιέται ορθογραφικά περισσότερο από το «humor» στα βρετανικά αγγλικά, σε αυτήν την περίπτωση το «humorous» είναι σωστό τόσο στα αμερικάνικα όσο και στα βρετανικά αγγλικά. Το «humourous» είναι σπάνιο, μη τυπικό.