géologie

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: geologie
      ενικός         πληθυντικός  
géologie géologies

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
géologie < Μορφολογικά αναλύεται σε géo- + -logie

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

géologie (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]