femto-

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
femto- < νορβηγικό femten (no) (= δεκαπέντε) < αρχαίο νορβηγικό fimmtān

Πρόθημα

[επεξεργασία]

femto-