fancier

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία 1

[επεξεργασία]
fancier < fanc(y) > i (επίθετο) + -er συγκριτικό

Επίθετο

[επεξεργασία]

fancier (en)

Ετυμολογία 2

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
fancier fanciers
fancier < fanc(y) > i (ρήμα) + -er για ουσιαστικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

fancier (en)

  • fancier - Cambridge Dictionary online