difference
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
difference | differences |
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈdɪfɹən(t)s/
- ⓘ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]difference (en)
- (μετρήσιμο και μη μετρήσιμο) η διαφορά, ο τρόπος με τον οποίο δύο άνθρωποι ή πράγματα δεν μοιάζουν μεταξύ τους· ο τρόπος με τον οποίο έχει αλλάξει κάποιος ή κάτι
- ⮡ the difference between summer and winter - η διαφορά μεταξύ καλοκαιριού και χειμώνα
- ⮡ I don’t see much difference between them.
- Δεν βλέπω πολύ διαφορά μεταξύ τους.
- (μη μετρήσιμο, ενικός) η διαφορά, το υπόλοιπο, το ποσό κάτι είναι μεγαλύτερο ή μικρότερο από κάτι άλλο
- ⮡ Despite that, they lost the game by a difference of 20 points.
- Παρ' όλα αυτά έχασαν το παιχνίδι με διαφορά 20 πόντους.
- ⮡ I will pay the difference by check.
- Θα πληρώσω τη διαφορά με επιταγή.
- ⮡ Despite that, they lost the game by a difference of 20 points.
- η διαφορά, διαφωνία
- ⮡ Why can’t you settle your differences?
- Γιατί δεν λύνετε τις διαφορές σας;
- ⮡ Why can’t you settle your differences?
- (θεωρία συνόλων) ο τελεστής (πράξη) της διαφοράς δύο συνόλων
- σύμβολα: - ή \
- συγγενικά: intersection, union
- (βάσεις δεδομένων), (στη σχεσιακή άλγεβρα) η διαφορά σχέσεων