clavardesque
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
clavardesque | clavardesques |
Επίθετο
[επεξεργασία]clavardesque (fr) αρσενικό ή θηλυκό
- (σπάνιο) με μορφή άμεσης γραπτής επικοινωνίας στο διαδίκτυο
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη clavarder