chatière
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- chatière < chat
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
chatière | chatières |
chatière (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
chatière | chatières |
chatière (fr) θηλυκό