aquele
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)
[επεξεργασία]Αντωνυμία
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός | |
---|---|---|
αρσενικό | aquele | aqueles |
θηλυκό | aquela | aquelas |
aquele (pt)
- εκείνος (λέγεται για κάτι ή κάποιον που βρίσκεται μακριά από τους συνομιλητές)