octant

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Octant

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ɔk.tɑ̃/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
octant octants

octant (fr)

  1. (αστρονομία) ο οκτάντας, απόσταση 45 μοιρών ανάμεσα σε δυο αστέρια
    la lune est dans les octants - η Σελήνη βρίσκεται σε 45° από τον Ήλιο
  2. ο οκτάντας, εργαλείο που χρησιμεύει στη μέτρηση γωνιών, αποτελούμενο από μια γωνία 45 μοιρών
    l’octant sert, en mer, à prendre la hauteur du soleil - ο οκτάντας χρησιμεύει, στη θάλασσα, στη μέτρηση του ύψους του Ήλιου