netiquette

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
      ενικός         πληθυντικός  
netiquette netiquettes

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

netiquette (fr) θηλυκό