CFO
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- CFO < Chief Financial Officer
Συντομομορφή
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
CFO | CFOs |
CFO (en)
Συγγενικά
[επεξεργασία]- → δείτε τη λέξη CEO