moneo

Από Βικιλεξικό
Αναθεώρηση ως προς 05:29, 12 Φεβρουαρίου 2017 από τον UT-interwiki-Bot (συζήτηση | συνεισφορές) (Ρομπότ: Προσθήκη: ca:moneo)
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

moneo < memini < αρχαία ελληνική μέμονα

Ρήμα

moneo (la)

  1. συμβουλεύω

Κλίση