baume: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ αντικατάσταση ετυμ la |
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό Προχωρημένη επεξεργασία από κινητό |
||
Γραμμή 7: | Γραμμή 7: | ||
{{fr-κλίσ-rég}} |
{{fr-κλίσ-rég}} |
||
{{τ|fr|{{PAGENAME}}}} {{α}} |
{{τ|fr|{{PAGENAME}}}} {{α}} |
||
* [[βάλσαμο]] |
* το [[βάλσαμο]] |
Τελευταία αναθεώρηση της 07:54, 10 Ιανουαρίου 2023
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- baume < basme < λατινική balsamum < αρχαία ελληνική βάλσαμον
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
baume | baumes |
baume (fr) αρσενικό
- το βάλσαμο