venter
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- venter < vent
Ρήμα
[επεξεργασία]Εκφράσεις
[επεξεργασία]- qu'il pleuve ou qu'il vente - ό,τι καιρό και να κάνει
Συγγενικά
[επεξεργασία]Ομώνυμα / Ομόηχα
[επεξεργασία]
Λατινικά (la)
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]venter (la)
- το στομάχι