tirer
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασίαΡήμα
επεξεργασίαtirer (fr) tirer - κλίση στο γαλλικό Βικιλεξικό
Συγγενικά
επεξεργασίαΣύνθετα
επεξεργασίαΠηγές
επεξεργασία- tirer - Dictionnaire de français (Λεξικό της γαλλικής γλώσσας) - Larousse online
- tirer - CNRTL (Centre National de Resources Textuelles et Lexicales, 2005) από το Trésor de la langue française informatisé