-οσύνη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | -οσύνη | οι | -οσύνες |
γενική | της | -οσύνης | των | (-οσυνών) |
αιτιατική | τη(ν) | -οσύνη | τις | -οσύνες |
κλητική | -οσύνη | -οσύνες | ||
Οι λέξεις σε -οσύνη άλλοτε έχουν και άλλοτε δεν συνηθίζουν τη γενική πληθυντικού ή είναι δύσχρηστη. | ||||
Κατηγορία όπως «σκόνη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- -οσύνη < αρχαία ελληνική -σύνη [1]
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /oˈsi.ni/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : -ο‐σύ‐νη
Επίθημα
επεξεργασία-οσύνη θηλυκό
- επίθημα θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνει την ιδιότητα που φανερώνει η πρωτότυπη λέξη
- ρωμιός > ρωμιοσύνη
- ατζαμής > ατζαμοσύνη
- αλλά
- δικαιοσύνη (< αρχαία ελληνική δίκαιος)
- σωφροσύνη (< αρχαία ελληνική σώφρων)
Σύνθετα
επεξεργασία Αντίστροφο λεξικό του Βικιλεξικού:
Πατώντας εδώ θα δείτε όλες τις λέξεις του Βικιλεξικού που λήγουν σε «-σύνη»
Αναφορές
επεξεργασία- ↑ "-οσύνη" - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Πηγές
επεξεργασία- -οσύνη - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)