whine
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- whine < κληρονομημένο από τη μέση αγγλική < αγγλοσαξονική hwinan < (κληρονομημένο) πρωτογερμανική < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ς αρχής [1]
Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
whine | whines |
whine (en)
- κλαψούρισμα, οξεία και μακρόσυρτη παραπονιάρικη κραυγή ή ήχος
Ρήμα
[επεξεργασία]ενεστώτας | whine |
γ΄ ενικό ενεστώτα | whines |
αόριστος | whined |
παθητική μετοχή | whined |
ενεργητική μετοχή | whining |
whine (en)
- βγάζω έναν οξύ και μακρόσυρτο ήχο
- ⮡ The jet engines whined at take off.
- → λείπει η μετάφραση
- ⮡ The jet engines whined at take off.
- κλαψουρίζω, κλαίγομαι, παραπονιέμαι με παιδιάστικο τρόπο για ασήμαντα πράγματα
Συγγενικά
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]Πηγές
[επεξεργασία]- whine - The American Heritage Dictionary of the English Language online. Houghton Mifflin Harcourt.
- whine - Cambridge Dictionary online
- whine - Oxford Learner's Dictionaries
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αγγλοσαξονικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλοσαξονικά (αγγλικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από την πρωτογερμανική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτογερμανική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Ομόηχα (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Ρήματα (αγγλικά)
- Ρήματα που κλίνονται όπως το 'love' (αγγλικά)
- Ελλείπουσες μεταφράσεις (αγγλικά)