varii

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
varii < vari- + -i
ρήμα varii
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας varias varianta variata
αόριστος variis variinta variita
μέλλοντας varios varionta variota
υποθετική varius - -
προστακτική variu - -

varii (eo)