tubing

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

tubing (en) (μη μετρήσιμο)

  • ο σωλήνας
    ⮡  ten meters of rubber tubing - δέκα μετρά λαστιχένιοι σωλήνες
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη pipe