koniecznie
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]koniecznie < konieczny < koniec
Προφορά
[επεξεργασία]Επίρρημα
[επεξεργασία]koniecznie (pl)
- απαραίτητα, οπωσδήποτε, το δίχως άλλο