for the time being
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Έκφραση
[επεξεργασία]for the time being (en)
- (ιδιωματισμός) για την ώρα, για τώρα, μέχρι ν' αλλάξει κάτι, σε αυτό το στάδιο, προς το παρόν, μέχρι νεωτέρας [1], μέχρι νεοτέρας (απλοποίηση)
- ⮡ For the time being, the possible changes are not known.
- Για την ώρα δεν είναι γνωστές οι πιθανές αλλαγές.
- ⮡ There’s no danger for the time being.
- Δεν υπάρχει κίνδυνος για την ώρα.
- ⮡ That’ll do for the time being.
- Αυτό φτάνει για την ώρα.
- ⮡ For the time being, the possible changes are not known.
Πηγές
[επεξεργασία]- time (idioms): for the time being - Oxford Learner's Dictionaries
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 744, 993. ISBN 9780194325684., λήμμα: προς, ώρα