deserve

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
ενεστώτας deserve
γ΄ ενικό ενεστώτα deserves
αόριστος deserved
παθητική μετοχή deserved
ενεργητική μετοχή deserving

deserve (en)

  • αξίζω, πρέπει
    ⮡  They deserve the first prize.
    Τους αξίζει το πρώτο βραβείο.
    ⮡  You did not deserve such an honor.
    Δεν σου έπρεπε εσένα τέτοια τιμή.
  • Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 732. ISBN 9780194325684. , λήμμα: πρέπει