duco

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
duco < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή ρίζα *dewk-

duco (la) (β' εν. προστ. ενστ.: duc και duce)

Σύνθετα

[επεξεργασία]