articulé
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Επίθετο
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | articulé | articulés |
θηλυκό | articulée | articulées |
articulé (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | articulé | articulés |
θηλυκό | articulée | articulées |
articulé (fr)